Τα εμπόδια που ορθώνονται στην διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ μεγαλώνουν, πέντε ημέρες μετά την αιφνιδιαστική τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς και παρά τις προσπάθειες του Ταγιπ Ερντογάν να εμφανιστεί ως διαμεσολαβητής και «ειρηνοποιός».
Όσο και αν η τουρκική ηγεσία επιχειρεί να δείξει ότι κρατά ισορροπημένη στάση, δεν το καταφέρνει, με τον κ. Ερντογάν να μην έχει ακόμη βρει μια κουβέντα καταδίκης της Χαμάς, ενώ χθες επιτέθηκε κατά των ΗΠΑ μετά την κίνησή τους να στείλουν αεροπλανοφόρο κοντά στις ισραηλινές ακτές.
«Θα χτυπήσουν τη Γάζα και τη γύρω περιοχή και θα είναι η αιτία για σοβαρές σφαγές εκεί», είπε ο Τούρκος πρόεδρος, συνεχίζοντας με τον τρόπο αυτό να απευθύνεται στο ισλαμικό ακροατήριο, όπως έχει επιλέξει να κάνει από την αρχή της επίθεσης, με δηλώσεις όπως οι αιχμές για το καθεστώς του τεμένους Αλ Ακσά (σσ: είναι κόκκινο πανί για το Ισράηλ) ή με την αναθεωρητικού χαρακτήρα τοποθέτηση ότι στην Ιερουσαλήμ επικρατούσε «ειρήνη» επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το θέμα είναι τι στάση θα τηρήσει ο Ερντογάν όταν θα αρχίσει η ισραηλινή εισβολή στη Γάζα για την οποία ο ίδιος έχει προειδοποιήσει το Ισραήλ να μην στοχοποιεί αμάχους, κάτι πρακτικά αδύνατο όταν ενεργείται πολεμική επιχείρηση στην πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή του πλανήτη.
Όταν δηλαδή θα κληθεί να διαλέξει ανάμεσα στον πυρήνα του ιδεολογικού του αφηγήματος και στην επαναπροσέγγιση με το Ισραήλ, η οποία αυτή τη στιγμή παραμένει εξαιρετικά θεωρητική, παρά πραγματική και ιδιαίτερα στους κρίσιμους τομείς που μας αφορούν.
Δηλαδή στον αμυντικό εξοπλισμό και στα ενεργειακά, όπου το μείζον διακύβευμα για τον Ερντογάν ήταν πάντα η κατασκευή αγωγού για την μεταφορά του ισραηλινού αερίου μέσω Τουρκίας προς την Ευρώπη. Το θέμα, το οποίο είχε θέσει ξανά ο Τ. Ερντογάν στον Μπ. Νετανιάχου, κατά τη συνάντηση που είχαν στις 20 Σεπτεμβρίου στο περιθώριο της συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στην Νέα Υόρκη, αναπαράγεται μέσα από έναν μηχανισμό τουρκικής επικοινωνιακής διαχείρισης και προπαγάνδας, προκειμένου να εξυπηρετήσει τη στόχευση της τουρκικής στρατηγικής.
Στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ ουσιαστική δυναμική κατασκευής του αγωγού αυτού. Επρόκειτο περισσότερο για ένα τουρκικό επικοινωνιακό κατασκεύασμα, ούτε έχει συμβεί ποτέ κάτι το ουσιαστικό προς μια τέτοια κατεύθυνση.
Τότε, τα ισραηλινά μέσα είχαν υποδεχτεί αδιάφορα την τουρκική πρόταση, με τις αναλύσεις να αναφέρουν ότι μπορεί το Ισραήλ να ενδιαφέρεται για ενεργειακές συνεργασίες στην Αν. Μεσόγειο, ωστόσο πρέπει να συνυπολογίσει και την στρατηγική του συμμαχία με την Ελλάδα και την Κύπρο, και τις αναπτυσσόμενες μαζί τους ενεργειακές πρωτοβουλίες. Ενώ σύμφωνα με άλλα δημοσιεύματα, όπως στην Jerusalem Post, θα ήταν μέγα στρατηγικό σφάλμα να παραδώσει το Ισραήλ το «όπλο» του φυσικού αερίου στα χέρια μιας Τουρκίας, ενός τόσο απρόβλεπτου παίκτη που για πολλούς, συνεχίζει να θεωρείται στρατηγικός αντίπαλος.
Σχετική συνάντηση επρόκειτο να έχει τον Νοέμβριο στο Ισραήλ ο τούρκος υπουργός Ενέργειας Αλπαρσλάν Μπαιρακτάρ, όπου θα το συζητούσε με τον ομολόγο του Ισραέλ Κάτζ, χωρίς να είναι σαφές αν τελικά θα πραγματοποιηθεί. Σύμφωνα με όσα είχε πει στο τουρκικό NTFV, η συμφωνία της Νέας Υόρκης προβλέπει ότι θα διαπραγματευτεί ο ίδιος το θέμα με τον ισραηλινό ομόλογό του, καθώς και ότι πρόκειται να συναντήσουν εταιρείες (στο Ισραήλ) που εργάζονται σε αυτόν τον τομέα.
Αν και ο κ. Ερντογάν έχει αποδείξει πόσο μπορεί να παίζει τέτοια παιχνίδια ισορροπιών, τα εμπόδια στην διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων με το Ισραήλ δείχνουν να αυξάνονται. Από μόνη της, η τουλάχιστον πολιτική στήριξη του Ερντογάν στην Χαμάς και τον ηγέτη της Ισμαήλ Χανίγιε, που μαζί με τον επικεφαλής της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, είχε συναντήσει στις 26 Ιουλίου στο Προεδρικό Μέγαρο, εξουδετερώνουν, σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, τα φιλοτουρκικά αντανακλαστικά όσων εντός του Ισραήλ υποστηρίζουν μια προσέγγιση με την Άγκυρα.
Και το σκηνικό αστάθειας που διαμορφώνεται στην περιοχή, συνηγορεί στην εξεύρεση από το Ισραήλ των πιο ασφαλών διαδρόμων εξαγωγής των κοιτασμάτων του, τα οποία δεν θα επηρεάζονται από τέτοιες κρίσεις, και αυτοί δεν μπορεί να περνούν ούτε από τα νερά του Λιβάνου ούτε από το έδαφος της Τουρκίας.
Ο πιο εύκολος δρόμος είναι πάντα μέσω Αιγύπτου, η οποία διαθέτει μεγάλους σταθμούς υγροποίησης, ωστόσο κάτι τέτοιο θα ενίσχυε τη μονοπωλιακή της θέση ως του μόνου ενεργειακού εξαγωγέα της Αν. Μεσογείου. Και στο τραπέζι πλέον έχει μπει από τον ίδιο τον Μπ. Νετανιάχου, κατά την τελευταία τριμερή σύνοδο κορυφής Ελλάδας- Κύπρου - Ισραήλ στις αρχές Σεπτεμβρίου, η δημιουργία μονάδας LNG στην Κύπρο, που θα χρησιμοποιεί ισραηλινό αέριο το οποίο θα φτάνει στο νησί μέσω ενός αγωγού 200 χλμ.
Ο τρίτος δρόμος είναι η αναβίωση του σημαντικού ενεργειακού έργου East Med. Του αγωγού μεταφοράς ισραηλινού και κυπριακού φυσικού αερίου αλλά και υδρογόνου, προς την Δύση, για τον οποίο, κάποιοι εκτιμούν πως ούτε οι Αμερικανοί, ούτε οι Ευρωπαίοι μπορούν να αγνοήσουν τα νέα δεδομένα τα οποία θα μπορούσαν να τον επαναφέρουν στο προσκήνιο, ειδικά όταν ο ευρωπαϊκός Βορράς «διψά» για εναλλακτικές πηγές φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με κάποιες ερμηνείες, η αναφορά του κοινού ανακοινωθέντος της τριμερούς συνόδου του Σεπτεμβρίου σε «πιθανούς αγωγούς αερίου και υδρογόνου» ήταν επίτηδες διατυπωμένη γενικολόγα, προκειμένου να μείνει ένα μισάνοιχτο παράθυρο στον EastMed, καθώς εκκρεμούν μια σειρά από εξελίξεις, όπως το market test που εκκρεμεί ανάμεσα στις μεγάλες εταιρείες του χώρου των υδρογονανθράκων για να αποτυπωθεί το πραγματικό τους ενδιαφέρον. Το στοίχημα για τους υποστηρικτές του δεν είναι απλό, όχι μόνο σε πολιτικό επίπεδο, καθώς ο αγωγός παρακάμπτει την Τουρκία, αλλά και σε οικονομικό γιατί θα πρέπει να πάρει τα κονδύλια από το Connect Europe Facility, με τα ευρωπαϊκά ταμεία να μην χρηματοδοτούν πλέον έργα κατασκευής φυσικού αερίου. Γι’ αυτό και προωθείται ως αγωγός μεταφοράς του καυσίμου του μέλλοντος, δηλαδή του υδρογόνου.
Σε κάθε περίπτωση, ο πόλεμος στο Ισραήλ αναδεικνύει την σημασία όλων αυτών των σχεδίων, τα οποία όταν υλοποιηθούν θα συμβάλουν στην σταθερότητα, αφού θα δημιουργήσουν έναν ευρύτατο άξονα ασφαλείας στην εκτεταμένη ζώνη με βεβαρυμένο ιστορικό, από την Αν.Μεσόγειο και τη Μ.Ανατολή μέχρι την Ασία.
Και η διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ, σε αυτό τον κανόνα εντάσσεται, με project promoter πλέον τον ΑΔΜΗΕ, έργο στρατηγικής σημασίας, όχι μόνο για την ασφάλεια εφοδιασμού των τριών χωρών, αλλά και για όλη την ΕΕ, αφού θα μεταφέρει την πράσινη ενέργεια της Μ. Ανατολής στις ευρωπαϊκές αγορές.
Έτερο μεγάλο σχέδιο την σημασία του οποίου αναδεικνύει ο πόλεμος, όπως άλλωστε και εκείνος της Ουκρανίας, όσον αφορά την παροχή ασφάλειας και σταθερότητας, είναι η μετατροπή της Αλεξανδρούπολης ως τμήμα του Κάθετου Διαδρόμου (Vertical Corridor), σε ενεργειακό hub της ΝΑ Ευρώπης. Τον Ιανουάριο αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το νέο FSRU στα ανοικτά του λιμανιού, προκειμένου στο άμεσο μέλλον, αμερικανικό, καταριανό και άλλων πηγών προέλευσης φυσικό αέριο να φτάνει μέσω του Αιγαίου στην καρδιά της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης μέχρι την «αυλή» της Ρωσίας.
Για την Αλεξανδρούπολη, η Τουρκία δεν χάνει ευκαιρία να εκφράζει την δυσφορία της, όχι μόνο για τη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ, αλλά γιατί μαζί με την αναβάθμιση του λιμανιού και του σιδηροδρομικού δικτύου, αποσκοπεί στην δημιουργία ενός γεωπολιτικού, ενεργειακού και εμπορικού διαδρόμου μέχρι την Ουκρανία, ο οποίος σε βάθος χρόνου θα παρακάμψει τα στρατηγικής σημασίας Στενά.
Ένα σχέδιο, το οποίο η Ελλάδα προωθεί και ως εναλλακτική για τη δυνατότητα μεταφοράς των ουκρανικών σιτηρών μέσα από τα λιμάνια της Αλεξανδρούπολης και της Θεσσαλονίκης - όπως το παρουσίασε πρόσφατα στο Κίεβο ο ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτης, μετά την κατάρρευση της συμφωνίας μεταφοράς των σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας, όπου η Τουρκία έπαιζε μεσολαβητικό ρόλο με σημαντικό ειδικό βάρος.