Στο κυνήγι του φθηνού τιμολογίου και παρόχου μετά τις αυξήσεις ως 70% στο ρεύμα
Shutterstock
Shutterstock

Στο κυνήγι του φθηνού τιμολογίου και παρόχου μετά τις αυξήσεις ως 70% στο ρεύμα

Είναι η πρώτη φορά από τότε που ξεκίνησαν τα χρωματιστά τιμολόγια, που οι καταναλωτές θα δουν τόσο μεγάλες αυξήσεις στο ρεύμα.

Στα πράσινα τιμολόγια οι αυξήσεις για τον Ιούνιο φτάνουν μέχρι και το 70%. Και ένας λόγος που δεν θα φανούν σε μεγάλο τμήμα της αγοράς είναι επειδή η ΔΕΗ έκανε τη μικρότερη αύξηση, απορροφώντας το 80% των ανατιμήσεων στη χονδρική.

Στην πλειοψηφία τους ωστόσο οι υπόλοιποι προμηθευτές επέλεξαν να περάσουν στο καταναλωτή ολόκληρη την αύξηση των τιμών χονδρικής, με αποτέλεσμα οι τελικές τους χρεώσεις να είναι οι μεγαλύτερες από τότε που πρωτοκυκλοφόρησαν τα πράσινα τιμολόγια.

Στη κατηγορία αυτή, τη χαμηλότερη τιμή για τον Ιούνιο έχει η ΔΕΗ με 11,89 λεπτά / κιλοβατώρα (ανέβασε την έκπτωση από το 10% στο 38%) και την ακριβότερη η Elpedison με 17,984 λεπτά ανά kWh. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι το Μάιο οι τιμές είχαν κυμανθεί στην αγορά μεταξύ 9,5 και 10,96 λεπτά / kWh. Καθώς επίσης ότι η μέση τιμή για τον μήνα που διανύουμε είναι τα 15 λεπτά ανά kWh, αυξημένη κατά 45% σε σχέση με τον Μάιο, όπου είχε κινηθεί στα 10,3 λεπτά ανά kWh.

Τι προκάλεσε τέτοιες αυξήσεις; Το ράλι του φυσικού αερίου που συμπαρέσυρε προς τα πάνω την χονδρική τιμή στο ρεύμα (+33%), οι κακές καιρικές συνθήκες που μείωσαν την παραγωγή των φθηνών ΑΠΕ (αφρικανική σκόνη στα φωτοβολταϊκά και χαμηλοί άνεμοι για τα αιολικά) αλλά και ότι κάποιοι πάροχοι δεν είχαν εκτιμήσει σωστά τα δεδομένα το Μάιο ή είχαν ακολουθήσει επιθετικότερη εμπορική πολιτική με μεγάλες μειώσεις τον προηγούμενο μήνα.

Ίσως, αρκετοί να ποντάρουν στην αδράνεια των καταναλωτών. Στο γεγονός ότι από τον Ιανουάριο οπότε και καθιερώθηκαν τα χρωματιστά τιμολόγια μέχρι και σήμερα, οι μετακινήσεις από πάροχο σε πάροχο είναι ελάχιστες, στην εκτίμηση ότι δεν θα αλλάξουν προμηθευτή επειδή προέβη ένα μήνα σε σημαντικές αυξήσεις.

Η αλήθεια είναι ότι οι καταναλωτές δεν είναι φανατικοί. Δεν μεταπηδούν σε άλλη εταιρεία επειδή είναι κατά πέντε με δέκα ευρώ φθηνότερη. Όταν ο δικός τους πάροχος έχει καλό σέρβις και τους συμπεριφέρεται σωστά, το εκτιμούν.

Η μέχρι τώρα εικόνα έχει δείξει ότι ελάχιστοι ασχολούνταν με το θέμα τιμολόγια, ωστόσο αυτό μπορεί να σχετίζεται και με το γεγονός ότι μέχρι και το Μάιο οι τιμές λιανικής ήταν σταθερές έως πτωτικές, τώρα είναι η πρώτη φορά από τις αρχές του έτους με αυξήσεις 20 - 25 ευρώ μέσα σε ένα μήνα για μια μέση κατανάλωση.

Τον Ιανουάριο η μέση τιμή ήταν πέριξ των 13 λεπτών η κιλοβατώρα, χαμηλότερη από εκείνη που ίσχυε την εποχή των επιδοτήσεων ως τα τέλη του 2023. Το Φεβρουάριο παρέμεινε σε αυτά τα επίπεδα, το Μάρτιο έπεσε στα 10,5 λεπτά, τον Απρίλιο διαμορφώθηκε στα 10,8, τον Μάιο στα 10,3 σεντς, αλλά τον Ιούνιο εκτινάχθηκε στα 15 λεπτά. Μέσα σε ένα μήνα, αυξήθηκε 50%. 

Είχαμε εθιστεί σε τιμολόγια πέριξ των 10 σεντς /κιλοβατώρα, τα οποία μεταφράζονταν για το μέσο καταναλωτή, που «καίει» 300 κιλοβατώρες το μήνα σε 30 ευρώ (για το κομμάτι του λογαριασμού που αφορά μόνο ρεύμα). Τώρα θα δει τα 30 ευρώ να γίνονται ξαφνικά 45 και 50 ευρώ. Και ίσως να ξανασκεφτεί τη δύναμη που έχει ως καταναλωτής αν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις που προβλέπουν διατήρηση και τους επόμενους μήνες των ανοδικών τάσεων διεθνώς στο φυσικό αέριο, άρα και στις χρηματιστηριακές τιμές του ρεύματος. Κρίνοντας από τις αναλύσεις των ειδικών, οι τάσεις αυτές θα συντηρηθούν, η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου θα παραμείνει νευρική, η Ασία θα συνεχίσει να απορροφά όλο και πιο μεγάλους όγκους LNG στερώντας τους από την αγορά της ΕΕ, ενώ αυξητική θα είναι η γεωπολιτική αβεβαιότητα λόγω Ρωσίας.

Σε μια πρώτη ανάγνωση επιστρέφουν στη συζήτηση τα σταθερά τιμολόγια, ειδικά τα 6μηνης διάρκειας. Σε αυτά, οι χρεώσεις κινούνται μεταξύ 8,8 και 9,9 λεπτά η κιλοβατώρα, αλλά με το πάγιο προσεγγίζουν τα 17-18 λεπτά. Για όσους ωστόσο θέλουν να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο και να μην ασχολούνται κάθε μήνα με το θέμα τιμολόγια, είναι μια λύση, κι ας πληρώσουν κάτι παραπάνω. Υπό αυτή την έννοια συμφέρουν ειδικά αν συνεχιστούν οι ανοδικές τάσεις των τιμών διεθνώς.

Κοιτάζοντας ωστόσο τη μεγάλη εικόνα, ο Ιούνιος μας στέλνει ένα σινιάλο ότι οι μέρες της καταναλωτικής χαλαρότητας τελείωσαν, το ίδιο και η βεβαιότητα πως κάθε μήνα θα μας έρχεται ο ίδιος πάνω - κάτω λογαριασμός ρεύματος. Η συζήτηση που μέχρι πρότινος περιοριζόταν στο «τι χρώμα τιμολόγιο να διαλέξω», πλέον αφορά και τον πάροχο, την πολιτική που ακολουθεί στις μεγάλες αυξήσεις.

Αυτή ακριβώς άλλωστε είναι και η λογική που διέπει το πράσινο τιμολόγιο, η επαρκής γνώση του καταναλωτή μέσω της σύγκρισης. Όταν έχει την απαραίτητη γνώση, είναι πολύ πιο ισχυρός απέναντι στους παρόχους, απ’ ότι όταν δεν είχε εικόνα του πώς λειτουργεί η αγορά και ποιες είναι οι πραγματικές τιμές. Η γνώση της αγοράς τον κάνει πιο δυνατό, άρα πιο απαιτητικό και πιο διεκδικητικό.