Τα σκήπτρα της απασχόλησης στην Ελλάδα ανήκουν στις «νάνο» επιχειρήσεις, αυτές με έως πέντε άτομα προσωπικό.
Αριθμούν 800.000 και δίνουν δουλειά σε 1,5 εκατομμύριο εργαζόμενους, δηλαδή ευθύνονται για το 62% της συνολικής απασχόλησης στη χώρα. Ποια η αντίστοιχη συμμετοχή των πολύ μικρών επιχειρήσεων της Ευρώπης στην απασχόληση ; Μόλις 29%.
Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα κυριαρχεί ακόμη η διαχρονική επιχειρηματικότητα της ανάγκης και όχι της ευκαιρίας, με εγχειρήματα πολύ μικρού μεγέθους και προοπτικής μεγέθυνσης. Η λογική του επιχειρηματία που νομίζει ότι μπορεί να τα κάνει όλα μόνος του, χωρίς να έχει την κουλτούρα του επιχειρείν, δίχως να λαμβάνει υπόψη το ευρύτερο περιβάλλον, ούτε τα όποια διαθέσιμα επιχειρηματικά και χρηματοδοτικά εργαλεία.
Είναι ιδιοκτήτης, διευθυντής, διευθυντής μάρκετινγκ, τα πάντα περνούν από αυτόν. Και ακριβώς επειδή οι επιχειρήσεις αυτές είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οικογενειακές, όχι μόνο δεν έχουν διαχωρίσει στη λειτουργία τους την ιδιοκτησία από τη διοίκηση, αλλά και δεν έχουν προετοιμάσει τη διαχείριση του προβλήματος διαδοχής.
Συχνά η πρώτη γενιά των ιδρυτών δημιουργεί την οικογενειακή επιχείρηση, η δεύτερη την συνεχίζει και την αναπτύσσει και η τρίτη την καταστρέφει και τελικώς την κλείνει, καθώς οι απόγονοι δεν ενδιαφέρονται οι ίδιοι να εμπλακούν και να συνεχίσουν το εγχείρημα.
Η διάρθρωση των ελληνικών επιχειρήσεων
Το θέμα αφορά το ίδιο το παραγωγικό μας μοντέλο, το οποίο είχε αναδείξει εκτενώς η έκθεση Πισσαρίδη το 2020. Και ένα από τα εμπόδια στα οποία σκοντάφτει η αλλαγή του προτύπου είναι αυτό ακριβώς το θνησιγενές μοντέλο της μέσης ελληνικής επιχείρησης. Ένα ευάλωτο μοντέλο καθώς οι επιχειρήσεις αυτές δεν αντέχουν στα σκαμπανεβάσματα της αγοράς, δεν έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια κίνησης, ούτε στελέχη με εμπειρία, γνώση και ικανότητες για να εκμεταλλευτούν όσα προσφέρει το τραπεζικό σύστημα και τα προγράμματα του ΕΣΠΑ, ώστε να ανταπεξέλθουν σε κλυδωνισμούς.
Μπορούν οι ελληνικές πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις να μεγαλώσουν; Το πρόβλημα αυτό φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει νομοσχέδιο με κίνητρα για συγχωνεύσεις και ενίσχυση της εξωστρέφειας που προωθεί νομοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
«Δεν γίνεται η Ελλάδα να έχει τετραπλάσιο αριθμό επιχειρήσεων, αναλογικά με τον πληθυσμό της, σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι το μοντέλο της επιχειρηματικότητας που έχουμε στη χώρα δεν μπορεί να πάει πολύ δυναμικά μπροστά. Επομένως χρειαζόμαστε κίνητρα, δεν θα γίνει προφανώς κάτι βεβιασμένα», σχολίασε σήμερα ο Κ. Χατζηδάκης, μιλώντας για το επικείμενο νόμο.
Το σκεπτικό του νόμου απευθύνεται σε επιχειρήσεις που θέλουν καταρχήν να μεγαλώσουν, έχουν ένα στοιχειώδη δυναμισμό και μια τάση εξωστρέφειας, ανεξαρτήτως αν προέρχονται από νέους ή παραδοσιακούς κλάδους (τρόφιμα, εμπόριο, κλπ) και αναζητούν εναλλακτικές οδούς χρηματοδότησης, πέραν του δυσκίνητου τραπεζικού συστήματος.
Για παράδειγμα, ένα από τα εξεταζόμενα μέτρα είναι η σύνδεση της παροχής φοροελαφρύνσεων με τη δυνατότητα εισόδου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην εναλλακτική αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Είναι η αγορά που απευθύνεται σε μικρομεσαίες και σε πρώιμο στάδιο επιχειρηματικής ανάπτυξης εταιρείες, που διαθέτουν δυναμισμό και προοπτικές ανάπτυξης, με στόχο να καλύψει τις ανάγκες για γρήγορη και με μικρό κόστος, άντληση κεφαλαίων.
Στο ζήτημα των συγχωνεύσεων, εξετάζονται μέτρα, όπως το να δοθούν φορολογικά κίνητρα για την απορρόφηση μικρών από μεγάλες επιχειρήσεις και όχι μόνο από μεσαίες, όπως ισχύει σήμερα. Ο λόγος για το νόμο 4935/2022 ο οποίος προβλέπει ότι για διάστημα εννέα ετών, η εταιρεία που θα προκύψει από μια συγχώνευση θα έχει μειωμένο κατά 30%-50% φόρο.
Το υπουργείο έχει διαπιστώσει ότι είναι π.χ. συχνό το φαινόμενο μια μεγάλη εταιρεία να διαπιστώνει ότι το δίκτυο προμηθευτών της δεν βρίσκεται στο επίπεδο που θα ήθελε. Και να θέλει να εντάξει στο δυναμικό της κάποιο προμηθευτή της, γι’ αυτό και αναζητούνται τρόποι να ενισχυθεί η συγκεκριμένη τάση με φορολογικά κίνητρα.
Επειδή, η ρύθμιση αφορά το πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων θα πρέπει πρώτα να πάρει το πράσινο φως από την DG Comp, εξηγεί ο Γ.Γ. Οικονομικής Πολιτικής και Στρατηγικής του υπουργείου, Γ. Χριστόπουλος, του οποίου η ομάδα επεξεργάζεται τα μέτρα.
Κίνητρα εξετάζεται επίσης να δοθούν σε angel investors - είναι οι λεγόμενοι «επενδυτικοί άγγελοι» που διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην πρώιμη φάση ανάπτυξης των startups - ώστε να παρέχουν κεφάλαια και τεχνογνωσία σε μικρομεσαίες, προκειμένου αυτές να εισαχθούν στην εναλλακτική αγορά.
Τέτοια κίνητρα μπορεί για παράδειγμα να είναι η έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα του 50% του επενδυόμενου κεφαλαίου, με μέγιστο τα 300.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος. Επίσης εξετάζεται να μειωθεί το κόστος εισαγωγής στην εναλλακτική αγορά, αλλά και να δοθούν κίνητρα για εισαγωγή ακόμη και στην κύρια αγορά, όπως για παράδειγμα με την υπερέκπτωση δαπανών.
Τα μέτρα αυτά δεν ανακαλύπτουν την πυρίτιδα, αφού σε πολλές περιπτώσεις εφαρμόζονται με επιτυχία στο εξωτερικό. Ένα τέτοιο για παράδειγμα αφορά την επέκταση πέραν της τριετίας για την απαλλαγή φόρου σε κέρδη που συνδέονται με την εκμετάλλευση πατέντας, γνωστό ως patent box.
Είναι ένα ειδικό πολύ χαμηλό φορολογικό καθεστώς για τις επιχειρήσεις, με εφαρμογή σε πολλές χώρες και αφορά την επιβολή ενός πολύ χαμηλότερου φόρου στα έσοδα που προέρχονται από την εκμετάλλευση μιας πατέντας, συγκριτικά με τις συνήθεις εμπορικές δραστηριότητες.
Το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων είναι ένα από τα μεγαλύτερα προσκόμματα στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου. Το πρόβλημα δεν είναι γενικώς η λειτουργία πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Άλλωστε, ακόμη και σε μεγάλες και ισχυρές οικονομίες (ΗΠΑ, Γερμανία, Ιαπωνία) ο αριθμός των μικρομεσαίων είναι μεγάλος και παίζουν σημαντικό ρόλο, με αρκετές από αυτές να έχουν και πολύ καλές επιδόσεις.
Το δικό μας πρόβλημα έγκειται στην πολύ μεγάλη αρνητική ασυμμετρία μεγέθους και δυνατοτήτων ανάμεσα σε ένα μεγάλο πλήθος πάρα πολύ μικρών («νάνο») επιχειρήσεων με απασχόληση έως τέσσερα άτομα, αλλά και ατομικών επιχειρήσεων (αυτοαπασχολούμενοι ή με ένα άτομο). Αντιστοιχούν στο 97,4% του συνόλου των επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Και το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο καθώς το πλήθος αυτό των «λιλιπούτιων» αυτών επιχειρήσεων συνυπάρχει με ένα πολύ - πολύ μικρό αριθμό μεγάλων επιχειρήσεων. Η συγκεκριμένη ανισορροπία - υπερβολικά πολλές «πολύ - μικρές» επιχειρήσεις να συνυπάρχουν με υπερβολικά πολύ λίγες μεγάλες - είναι ένα προφανές εμπόδιο στην ανάπτυξη της εξωστρέφειας, την ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού και την προώθηση της καινοτόμου επιχειρηματικότητας εντάσεως γνώσης.
Το αναφέρει όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται η περυσινή έκθεση του ΟΟΣΑ «Going for Growth». «Η ελληνική οικονομία κυριαρχείται από μικρές επιχειρήσεις με χαμηλή παραγωγικότητα και περιορισμένη αναπτυξιακή δυναμική, που συμπαρασύρουν προς τα κάτω τη γενική παραγωγικότητα», αναφέρει χαρακτηριστικά.