Την προηγούμενη εβδομάδα έγιναν τα επίσημα εγκαίνια του νέου εργοστασίου της Intel (INTC NASDAQ) στην Ιρλανδία. Κατά τη διάρκεια μίας συνέντευξης Τύπου, ο διευθύνων σύμβουλος Πατ Γκέλσινγκερ αναφέρθηκε την πρόοδο που σημειώνει το σχέδιο ανάκαμψης της εταιρείας το οποίο ξεκίνησε στις αρχές του 2021 όταν ο Γκέλσινγκερ πήρε τα ηνία της, εννέα χρόνια αφού άφησε τη θέση του τεχνικού διευθυντή της ύστερα από διαφωνία με την τότε διοίκηση.
Η εταιρεία που βρήκε επιστρέφοντας ήταν εντελώς διαφορετική από αυτήν που άφησε, καθώς η μεγάλη αμερικανική επιχείρηση είχε χάσει την - κάποτε αυτονόητη - παγκόσμια τεχνολογική πρωτοπορία στον τομέα του σχεδιασμού και της κατασκευής μικροεπεξεργαστών.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Γκέλσινγκερ, η εφαρμογή του σχεδίου προχωρά με σχετική επιτυχία. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «η εταιρεία έχει περάσει τις προαγωγικές εξετάσεις σε αυτόν τον τομέα». Εξειδικεύοντας πρόσθεσε πως η παραγωγική διαδικασία της επιχείρησης μπορεί να μην είναι ακόμα παγκοσμίου κλάσεως αλλά δεν είναι πλέον «σπασμένη».
Όπως ξέρουμε, το σχέδιο ολικής επαναφοράς της εταιρείας στην κορυφή της βιομηχανίας μικροεπεξεργαστών βασίζεται κυρίως σε πολύ μεγάλες επενδύσεις στην έρευνα και τεχνολογία, στην ανέγερση νέων υπερσύγχρονων εργοστασίων και στην επέκτασή της στην παραγωγή μικροεπεξεργαστών για άλλες επιχειρήσεις που τους σχεδιάζουν μόνες τους.
Η παρουσία του στα εγκαίνια του νέου εργοστασίου συνοδεύτηκε από ευχάριστα νέα, καθώς η Intel ανακοίνωσε πως είναι έτοιμη να προχωρήσει στη μαζική παραγωγή μικροεπεξεργαστών με τη χρήση των πιο σύγχρονων λιθογραφικών μηχανών της ASML (ASML NASDAQ, AMSTERDAM), των EUV. Εκτός όμως από αυτό, η τεχνική διευθύντρια της επιχείρησης δήλωσε πως πριν το τέλος του 2023 θα είναι η πρώτη παραγωγός microchips που θα παραλάβει τη νέα λιθογραφική μηχανή της ASML, High - NA EUV.
Η μηχανή αυτή θα παραδοθεί στις εγκαταστάσεις της Intel στην πολιτεία του Όρεγκον όπου θα γίνουν οι τελικές δοκιμές πριν την αποστολή της σε ένα από τα εργοστάσια της εταιρείας.
Πριν περάσουμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, πρέπει να αναφέρουμε πως εκτός από τη θετική άποψη του Γκέλσινγκερ για την πορεία της εταιρείας που διευθύνει, μία αλλαγή στάσης προς το πιο θετικό έχει αρχίσει να παρατηρείται και από τη μεριά των επενδυτών.
Η μετοχή της εταιρείας έπαψε να αποδίδει πολύ χειρότερα από τον μέσο όρο των μετοχών των επιχειρήσεων του κλάδου και πλέον σχεδόν συμβαδίζει με αυτές. Εδώ βέβαια πρέπει να δώσουμε έμφαση στον μέσο όρο των μετοχών, δηλαδή τον δείκτη Philadelphia Stock Exchange Semiconductor Index και να τονίσουμε πως αυτό δεν αναιρεί το γεγονός πως η απόστασή της από την Nvidia (NVDA NASDAQ), η οποία πάρει εδώ και λίγα χρόνια τη θέση της Intel σαν η μεγαλύτερη από πλευράς χρηματιστηριακής αξίας στον κλάδο, έχει μεγαλώσει ακόμα περισσότερο.
Αυτό οφείλεται στις μαζικές αγορές μετοχών της Nvidia από επενδυτές που πιστεύουν πως η εξειδίκευσή της στην παραγωγή μικροεπεξεργαστών που χρησιμοποιούνται στις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης θα την κρατήσει για πολύ καιρό μπροστά από τον ανταγωνισμό.
Πέρα από αυτό όμως, είναι αλήθεια πως από τη στιγμή που η Intel ανακοίνωσε πριν αρκετούς μήνες την σημαντική περικοπή των διανεμομένων μερισμάτων η μετοχή της άλλαξε εντελώς συμπεριφορά. Πιθανολογούμε πως αυτό οφείλεται στο ότι με αυτή την κίνηση η εταιρεία εξοικονόμησε ποσό περίπου 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, κάτι που σίγουρα ανακούφισε τους επενδυτές που φοβούνται την πίεση που θα ασκήσει στην οικονομική της κατάσταση η πραγματοποίηση όλων των μεγάλων επενδύσεων.
Στη βελτίωση της εικόνας της μετοχής έχουν παίξει ρόλο και διάφορες πρόσφατες ανακοινώσεις και εξελίξεις. Δεν είναι βέβαια όλες θετικές, αλλά οι αρνητικές είναι σχετικά περιορισμένες γι’ αυτό και θα ξεκινήσουμε από αυτές.
Μία σαφώς αρνητική είδηση ήταν αυτή που μάθαμε πριν δύο εβδομάδες από τον οικονομικό διευθυντή της εταιρείας, ο οποίος είπε πως καθυστερεί η διαδικασία μείωσης των αποθεμάτων των πελατών της από microchips για data centers, πράγμα που μεταφράζεται αυτομάτως σε μειωμένες πωλήσεις και περιθώρια κέρδους για την εταιρεία.
Μία άλλη αρνητική εξέλιξη ήταν η ματαίωση της συμφωνίας εξαγοράς της ισραηλινής εταιρείας Tower Semiconductor (TSEM NASDAQ), λόγω της μεγάλης καθυστέρησης στην λήψη των απαραίτητων εγκρίσεων από τις κινεζικές αρχές. Η αλήθεια είναι πως αυτή η εξέλιξη δεν στενοχώρησε πολύ την αγορά, αφού οι δύο εταιρείες θα συνεχίσουν να συνεργάζονται πολύ στενά και θα ανεγείρουν από κοινού εργοστάσιο στις ΗΠΑ.
Σαφώς θετική ήταν η ανακοίνωση για την επίσπευση της διαδικασίας ανέγερσης των εργοστασίων της στην Αριζόνα, σαν συνέπεια της σύναψης συμφωνίας με μεγάλο πελάτη ο οποίος προπλήρωσε ένα σημαντικό ποσό για να εξασφαλίσει ένα μέρος της παραγωγικής δυναμικότητας του εργοστασίου, το οποίο προβλέπεται να είναι πολύ προηγμένο τεχνολογικά.
Η είδηση αυτή είναι πολύ σημαντική γιατί συνιστά μία αξιόπιστη ένδειξη πως υπάρχουν πελάτες έτοιμοι να αναθέσουν στην Intel την παραγωγή των μικροεπεξεργαστών που σχεδιάζουν, κάτι που φαίνεται να δικαιώνει την απόφαση του Γκέλσινγκερ να επεκταθεί και σε αυτόν τον τομέα και να προσπαθήσει να ανταγωνιστεί την μεγαλύτερη παγκόσμια δύναμη στον τομέα, την ταϊβανέζικη Taiwan Semiconductor Company (TSM NYSE).
Θετική εντύπωση έκαναν και οι σχετικά πρόσφατες δηλώσεις του Γκέλσινγκερ σχετικά με τα microchips που κατασκευάζει για τους προσωπικούς υπολογιστές. Ο διευθύνων σύμβουλος υποστήριξε πως οι νέοι μικροεπεξεργαστές που θα κυκλοφορήσουν πριν το τέλος του χρόνου θα μπορούν να υποστηρίξουν την λειτουργία εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης σε προσωπικούς υπολογιστές και laptops, όπως για παράδειγμα το λογισμικό Copilot της Microsoft (MSFT NASDAQ).
Αν οι ισχυρισμοί του Γκέλσινγκερ επιβεβαιωθούν εκ των πραγμάτων όταν οι πρώτοι μικροεπεξεργαστές με το κωδικό όνομα Meter Lake αρχίσουν να αποστέλλονται στις εταιρείες κατασκευής pc και laptops μετά τις 14 Δεκεμβρίου, θα πρόκειται για μία πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη. Ενδιαφέρουσα γιατί, θεωρητικά τουλάχιστον, θα επιτρέπει στους χρήστες των υπολογιστών να δουλεύουν τις εφαρμογές AI χωρίς να έχουν ανάγκη την υπολογιστική ισχύ που προσφέρει το cloud, στο οποίο κυριαρχούν οι μικροεπεξεργαστές της Nvidia.
Μία άλλη σημαντική εξέλιξη είναι η σημαντική αύξηση των δαπανών για την έρευνα και την ανάπτυξη, αφού ανέρχονται πλέον στα 18 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ποσό σημαντικά μεγαλύτερο από τα αντίστοιχα των ανταγωνιστών της. Οι χιλιάδες ερευνητές της εταιρείας αναζητούν τρόπους επίλυσης διάφορων προβλημάτων που εμφανίζονται στη βιομηχανία μικροεπεξεργαστών καθώς τα μεγέθη γίνονται όλο και πιο μικρά και η παραγωγική διαδικασία όλο και πιο πολύπλοκη.
Κάτι που μπορεί να βοηθήσει την Intel να συνεχίσει τις μεγάλες επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα είναι οι πωλήσεις μειοψηφικών μεριδίων σε θυγατρικές της εταιρείες χωρίς να χάσει τον έλεγχό τους. Το πρώτο βήμα έγινε πριν ένα χρόνο με την εισαγωγή της Mobileye (MBLY NASDAQ) στο χρηματιστήριο.
Η Intel εισέπραξε τότε περίπου 850 εκατομμύρια δολάρια, ενώ τον Ιούνιο του 2023 εισέπραξε άλλα 1,5 δισεκατομμύρια δολάρια πουλώντας μετοχές της θυγατρικής της που είναι από τις πρωτοπόρες στον τομέα των εφαρμογών αυτόνομης και υποβοηθούμενης οδήγησης οχημάτων.
Το ενδιαφέρον εδώ είναι πως εξακολουθεί να ελέγχει το 98% της Mobileye. Κάτι αντίστοιχο ετοιμάζεται να κάνει και με τον τομέα προγραμματιζόμενων μικροεπεξεργαστών τον οποίον απέκτησε πριν μερικά χρόνια με την εξαγορά της Altera. Οι κινήσεις αυτές δεν βοηθούν μόνο τη χρηματοδότηση των επενδυτικών προγραμμάτων της Intel αλλά και στην ανάδειξη της αξίας των διαφόρων τμημάτων της.
Η χρηματιστηριακή αξία της Mobileye είναι τώρα κοντά στα 33 δις δολάρια και αυτή του τομέα προγραμματιζόμενων microchips θα μπορούσε, σύμφωνα με αναλυτές, να προσεγγίσει τα 20 δις. Αυτό είναι κάτι που αξίζει να ληφθεί υπόψη, δεδομένου πως η χρηματιστηριακή αξία της Intel είναι κοντά στα 150 δισεκατομμύρια δολάρια.
Υπάρχουν και άλλα θετικά στοιχεία που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, όπως το ότι η Intel είναι η μόνη μεγάλη εταιρεία παραγωγής μικροεπεξεργαστών που έχει πολύ σημαντική παρουσία στις ΗΠΑ και γενικά στον δυτικό κόσμο, κάτι που θα ήταν εξαιρετικά πολύτιμο σε περίπτωση που κλιμακωθεί η διαμάχη ΗΠΑ - Κίνας.
Θα σταματήσουμε όμως εδώ. Αυτό που έχει σημασία είναι πως αν το πρόγραμμα ανάκαμψης εξακολουθήσει να εκτελείται επιτυχώς, τουλάχιστον όπως φαίνεται προς τα έξω, η αγορά μετοχών της εταιρείας αρχίζει να αποκτά μεγαλύτερο νόημα, ειδικά αν σκεφθούμε πως η χρηματιστηριακή αξία της Nvidia έχει ξεπεράσει το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια και αυτή της Taiwan Semiconductor βρίσκεται κοντά στα 450 δισεκατομμύρια δολάρια.
Όποιος το αποφασίσει θα πρέπει να παρακολουθεί όσο πιο μεθοδικά μπορεί τα νέα της εταιρείας και να κάνει υπομονή γιατί πολλές φορές οι αγορές αργούν να ανταμείψουν την πρόοδο μίας επιχείρησης.