Με ατμομηχανές το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ αλλά και τις ιδιωτικές επενδύσεις ο κλάδος των κατασκευών οδεύει σε μια περίοδο ισχυρής ανόδου την επόμενη τριετία με τον ετήσιο τζίρο να εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 18 δισ. ευρώ το 2025 και τα 21,4 δισ. ευρώ το 2026 από 10,3 δισ. το 2022 εκτινάσσοντας και το ανεκτέλεστο που μόνο για τους μεγάλους εκτιμάται ότι πλέον ξεπερνά τα 15 δισ.
Παρά όμως τις ευοίωνες προβλέψεις προκλήσεις για τον κλάδο εξακολουθούν να αποτελούν η ανάγκη πρόσθετου τραπεζικού δανεισμού που υπολογίζεται ότι μέχρι το 2026 θα απαιτήσει για τις τεχνικές εταιρείες δαπάνες από 972 εκατ. έως 1,7 δισ. χωρίς το κόστος των μεγάλων έργων παραχώρησης Αττική Οδός, Εγνατία, ΒΟΑΚ κ.α., οι βελτιώσεις στο θεσμικό πλαίσιο του συστήματος παραγωγής δημοσίων έργων καθώς και η εξεύρεση εργατικού δυναμικού.
Πλέον, σύμφωνα με τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν διαμορφώνεται ένας νέος «παίκτης» στην ελληνική οικονομία, πιο υγιής, που θα μπορεί να βρει φτηνή τραπεζική χρηματοδότηση στο μέλλον, σε αυτήν την πορεία μετάβασής του, όπου οι προκλήσεις έχουν σημαντικό ρόλο και πλέον είναι στην διακριτική ευχέρεια αλλά και στην δεινότητα τωνμ διοικήσεων των εταιρειών να χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους τις συνθήκες που επικρατούν.
Αυτά είναι τα βασικά σημεία που προκύπτουν με βάση την μελέτη του ΙΟΒΕ για την πορεία και τις προοπτικές του κλάδου που παρουσιάστηκε χθες και εκπονήθηκε για λογαριασμό του ΤΜΕΔΕ (Ταμείο Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων), με βάση την οποία ο ετήσιος κύκλος εργασιών των κατασκευαστικών εταιρειών θα υπέρ-διπλασιαστεί σε σύγκριση με το επίπεδα του 2020, ξεπερνώντας τα 18 δισ. ευρώ το 2025.
Σύμφωνα με τον υπεύθυνο κλαδικών μελετών του ΙΟΒΕ κ. Γιώργο Μανιάτη, βασικό μοχλό ανάπτυξης των κατασκευών αποτελούν οι πόροι του RRF. Για την τριετία 2024-2026, οι επιχορηγήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης θα ανέλθουν σε 9,9 δισ. και θα κινητοποιήσουν πόρους ύψους 12,8 δισ. Μαζί με τα δάνεια που χορηγεί το RRF υπολογίζεται ότι οι κατασκευές θα απορροφήσουν για την περίοδο 2022-2026 συνολικά 23,9 δισ.
Πέρσι ο συνολικός κύκλος εργασιών των κατασκευών έφτασε τα 12,3 δισ. και ήταν κατά 84% υψηλότερος από το 2017. Σημαντικά ενισχυμένη εμφανίζεται η κατασκευή δημοσίων έργων την τελευταία διετία με αύξηση τόσο στο πλήθος των δημοπρασιών όσο και στο συνολικό προϋπολογισμό αλλά και στην αποκλιμάκωση του επιπέδου των εκπτώσεων.
Σύμφωνα με στοιχεία του Πανελλήνιου Συνδέσμου Τεχνικών Εταιριών (ΣΑΤΕ), την τριετία 2018-2020 δημοπρατούνταν κατά μέσο όρο 699 έργα ετησίως, με προϋπολογισμό άνω του 1 εκατ. ευρώ. Από το 2020 και έπειτα το πλήθος των δημοπρατήσεων αυξήθηκε σημαντικά και το 2023 ανήλθε στα 1.218 έργα. Επιπλέον ενισχύθηκε ο συνολικός προϋπολογισμός των έργων που δημοπρατήθηκαν τη διετία 2021/2022 και το 2023 ανήλθε σε 6,9 δισ. ευρώ, επίπεδο υπέρ-διπλάσιο σε σύγκριση με το μέσο επίπεδο της περιόδου 2018-2020 (2,9 δισ. ευρώ).
Η τάση αυτή, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ δηλώνει ότι τα επόμενα χρόνια αναμένεται αξιοσημείωτη ενίσχυση της κατασκευαστικής δραστηριότητας έργων υποδομών.
Η χρηματοδότηση και τα κεφάλαια από RRF και ΕΣΠΑ
Με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν η χρηματοδότηση του κλάδου των κατασκευών σημείωσε επίσης σημαντική μεταβολή τα έτη 2020 και 2021, καθώς τα νέα δάνεια ανήλθαν σε 273 και 289 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Μεγάλη αύξηση σημειώθηκε το 2022, όταν τα δάνεια ανήλθαν σε 602 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, το 2023, παρά την περαιτέρω άνοδο της κατασκευαστικής δραστηριότητας, η χρηματοδότηση των Κατασκευών υποχώρησε στα 280 εκατ. ευρώ.
Κατά το ΙΟΒΕ, η σημαντική άνοδος του κόστους δανεισμού το 2023 ήταν ένας από τους παράγοντες που ενδεχομένως επηρέασαν τις ροές χρηματοδότησης. Την περίοδο 2020-2023, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου έλαβαν κατά μέσο όρο το 72% των νέων δανείων και οι μεγάλες το υπόλοιπο 28%.
Όπως σημείωσαν οι Κ. Μακέδος (πρόεδρος ΤΜΕΔΕ), Ν. Βέττας (γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ και καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών), ο κλάδος των κατασκευών έχει βγει από τη φάση συντήρησης και είναι σε ανοδική πορεία, εκτιμώντας πως όταν τελειώσουν το πακέτο έργων που «τρέχει» και οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, ο τομέας θα είναι ισχυρότερος, παραγωγικότερος, με κέρδη και θα μπορεί να στηρίξει τις χρηματοδοτικές του ανάγκες.
Παρά την σαφή ανάκαμψη των κατασκευών συνολικά σαν κλάδο και τα μεγάλα έργα υποδομών και ιδιωτικών επενδύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη η Ελλάδα καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων σε Κατασκευές ως ποσοστό του ΑΕΠ μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Οι επενδύσεις σε κατασκευές αντιστοιχούσαν στο 4,8% του ΑΕΠ το 2022, έναντι 14,7% το 2007, ενώ η απόκλιση για το 2022 σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ27 υπερβαίνει τις 6 ποσοστιαίες μονάδες. Οι άδειες για νέες οικοδομές και προσθήκες έφτασαν το 2023 τις 27,2 χιλ., με συνολική επιφάνεια 6,2 εκατ. τετραγωνικά μέτρα, με ανοδική τάση μετά το 2017.
Ο συνολικός προϋπολογισμός των δημοπρατούμενων έργων έχει αυξηθεί σημαντικά μετά το 2021 (4,39 δισ.), φτάνοντας στα 6,91 δισ. ευρώ το 2023. Το μέσο ποσοστό έκπτωσης στα δημοπρατούμενα έργα έχει περιοριστεί σημαντικά, στο 22,6% έναντι 57,2% το 2018. Η αξία παραγωγής του κλάδου των Κατασκευών εκτιμάται ότι έφτασε το 2023 τα 12,8 δισ. ευρώ, επίπεδο υψηλότερο κατά 84% συγκριτικά με το 2017.
Το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου ανήλθε το 2023 (στοιχεία μέχρι το εννεάμηνο του έτους) σε 15,35 δισ. ευρώ, σημαντικά αυξημένο κατά 63% έναντι του προηγούμενου έτους και περίπου τριπλάσιο συγκριτικά με τον μέσο όρο της περιόδου 2018-2020.
Με βάση την ανάλυση των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΕΣΑΑ) εκτιμάται ότι σε έργα που έχουν άμεση σχέση με τις Κατασκευές θα κατευθυνθούν επιχορηγήσεις ύψους 9,9 δισ. ευρώ, κινητοποιώντας συνολικούς πόρους ύψους 12,8 δισ. ευρώ. Τα κατασκευαστικά έργα που στηρίζονται με επιχορηγήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) αφορούν κυρίως τους πυλώνες της Πράσινης Μετάβασης (6,3 δισ. ευρώ) και των Ιδιωτικών Επενδύσεων (2,7 δισ. ευρώ).
Η προσδοκώμενη αύξηση του κύκλου εργασιών των τεχνικών και μελετητικών επιχειρήσεων, θα τροφοδοτήσει και την αύξηση του τραπεζικού δανεισμού τους. Εκτιμάται ότι ο συνολικός καθαρός τραπεζικός δανεισμός των επιχειρήσεων του τομέα την περίοδο 2023-2026 θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 972 εκατ. έως 1,77 δισ. ευρώ.
Όπως προαναφέρθηκε και σύμφωνα με την έρευνα , μαζί με τους πόρους από τα δάνεια του ΤΑΑ (και τους κινητοποιούμενους από τα δάνεια πόρους χρηματοδότησης) εκτιμάται ότι για έργα με άμεση σχέση με τις Κατασκευές θα κινητοποιηθούν την περίοδο 2022-2026 συνολικά 23,9 δισ. ευρώ (12,8 δισ. ευρώ από τις επιχορηγήσεις και 11,1 δισ. ευρώ από τα δάνεια). Συνεπώς, οι επενδύσεις σε Κατασκευές εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν σημαντικά το μερίδιό τους στο ΑΕΠ την περίοδο 2023-2026.
Μεσοπρόθεσμα εκτιμώνται επιπρόσθετες επενδύσεις σε υποδομές και κατοικίες ετησίως ύψους έως 3,0% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο (συγκριτικά με το 2022) -με το ποσοστό των επενδύσεων σε κατασκευαστικά έργα να φτάνει μέχρι το 8,6% του ΑΕΠ το 2025 από 4,8% το 2022. Εκτιμάται επίσης ότι η αξία παραγωγής των κατασκευαστικών έργων υποδομών και κατοικιών θα ακολουθήσει ισχυρή ανοδική πορεία την περίοδο 2024-2026, ξεπερνώντας τα 18 δισ. ευρώ το 2025, από 10,3 δισ. ευρώ το 2022.
Εξαιτίας της ισχυρής επίδρασης των επενδύσεων του ΕΣΑΑ, η συνολική ώθηση θα δοθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από τις επενδύσεις σε υποδομές και κατασκευαστικά έργα πλην κατοικιών, αλλά και η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί κατά 56% συγκριτικά με το επίπεδο που καταγράφηκε το 2022. Η χρηματοδότηση του κλάδου των Κατασκευών από τα εγχώρια Νομισματικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν σημείωσε σημαντική μεταβολή τα έτη 2020 και 2021, καθώς τα νέα δάνεια ανήλθαν σε 273 και 289 εκατ. ευρώ αντιστοίχως.
Μεγάλη αύξηση σημειώθηκε το 2022, όταν τα νέα δάνεια ανήλθαν σε 602 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, το 2023, παρά την περαιτέρω άνοδο της κατασκευαστικής δραστηριότητας, η χρηματοδότηση των Κατασκευών υποχώρησε στα 280 εκατ. ευρώ. Η σημαντική άνοδος του κόστους δανεισμού το 2023 ήταν ένας από τους παράγοντες που ενδεχομένως επηρέασαν τις ροές χρηματοδότησης. Την περίοδο 2020-2023, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου έλαβαν κατά μέσο όρο το 72% των νέων δανείων και οι μεγάλες το υπόλοιπο 28%.
Όσον αφορά στους πόρους χρηματοδότησης του ΕΣΠΑ 2021-2027 που σχεδιάζεται να κατευθυνθούν στους τομείς Περιβάλλοντος - Κλιματικής Αλλαγής (πιο «πράσινη» Ευρώπη) και Μεταφορών (πιο διασυνδεδεμένη Ευρώπη), στους οποίους ο κατασκευαστικός τομέας συμμετέχει σε μεγάλο βαθμό για την υλοποίηση των σχετικών έργων, εκτιμώνται σε 9,14 δισ. ευρώ.
Συγκριτικά με την προηγούμενη προγραμματική περίοδο του ΕΣΠΑ 2014-2020, οι συνολικοί πόροι χρηματοδότησης στους συγκεκριμένους τομείς δεν υστερούν σε όρους προϋπολογισμού, καθώς οι πληρωμές (δημόσια στήριξη) της προηγούμενης περιόδου πλησίασαν τα 9 δισ. ευρώ (σε έργα με συνολικό συμβατικό αντικείμενο ύψους 13,8 δισ. ευρώ).
Συνεπώς, η επίδραση στη δραστηριότητα του τομέα των Κατασκευών, η οποία συνδέεται με τα έργα του ΕΣΠΑ δεν αναμένεται να διαφοροποιηθεί σημαντικά έναντι της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, ο συνολικός τραπεζικός δανεισμός των επιχειρήσεων του τομέα την περίοδο 2023-2026 θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 972 εκατ. έως 1,77 δισ. ευρώ.
Ζητούνται 55 χιλ. εργαζόμενοι
Σε σχέση με το αγκάθι του εργατικού δυναμικού σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, το σύνολο των εργαζόμενων στις Κατασκευές θα πρέπει να αυξηθεί την περίοδο 2024-2026 σε περίπου 250 χιλ. εργαζόμενους, επίπεδο που είναι κατά 51 έως 55 χιλ. εργαζόμενους υψηλότερο σε σύγκριση με το σύνολο της απασχόλησης στις Κατασκευές το 2022 όπου οι εργαζόμενοι είχαν φθάσει τις 197 χιλ. .
Επανερχόμενοι στο θέμα της χρηματοδότησης των έργων θα πρέπει να αναφέρουμε ότι με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν η προοπτική περαιτέρω αύξησης των κατασκευαστικών έργων τα επόμενα χρόνια δημιουργεί ανάγκες πρόσθετης χρηματοδότησης, περιλαμβανομένων των εγγυήσεων για τη συμμετοχή και την καλή εκτέλεση των έργων.
Τις ανάγκες αναζήτησης πρόσθετης χρηματοδότησης και ρευστότητας επιτείνουν οι καθυστερήσεις πληρωμών των κατασκευαστικών επιχειρήσεων, περιλαμβανομένου του τομέα των δημοσίων έργων. Οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση και το χρηματοδοτικό κενό μπορεί να περιοριστούν με τη χρήση διάφορων χρηματοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυητικά κεφάλαια, επιδότηση επιτοκίου, κ.ά.), ώστε αντίστοιχα να υλοποιηθούν απρόσκοπτα οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε κατασκευαστικά έργα τα επόμενα χρόνια.
Στη μελέτη του ΙΟΒΕ επισημαίνεται επίσης η ανάγκη συστηματικής λειτουργίας του μηχανισμού καθορισμού των συντελεστών αναθεώρησης των τιμών που θα καλύπτει όλο το φάσμα των επιμέρους στοιχείων κόστους, ώστε να περιορίζεται η αβεβαιότητα για τους συμμετέχοντες σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων και τα σχετικά προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν στη διάρκεια υλοποίησης των έργων.
Σε αυτό θα συμβάλλει η ανάπτυξη, λειτουργία και διαχείριση του Ενιαίου Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών και του Ηλεκτρονικού Συστήματος Προσδιορισμού Κόστους Συντελεστών Παραγωγής Τεχνικών Έργων.
Τέλος, να σημειωθεί ότι το μέσο ποσοστό έκπτωσης ως προς τους αρχικούς προϋπολογισμούς στις δημοπρασίες δημοσίων έργων υποχώρησε σταδιακά το 2021 σε περίπου 45%, από 57% το 2018. Ωστόσο μεγάλη μείωση σημειώθηκε το 2022 και το 2023, όταν το μέσο ποσοστό έκπτωσης υποχώρησε περαιτέρω σε 30,1% και 22,6% αντιστοίχως, εξαιτίας της σημαντικής ανόδου του κόστους κατασκευής, αλλά και της αύξησης του πλήθους των δημοπρατούμενων έργων.
Η μεγάλη τρύπα στις επενδύσεις στον τομέα των κατασκευών, όπως προκύπτει από τα δεδομένα της μελέτης, εντοπίζεται στις επενδύσεις σε κατοικίες, οι οποίες είχαν απογειώσει τις κατασκευές το διάστημα 2002-2007 με την συρρίκνωση των επενδύσεων σε κατοικίες μέσα την κρίση, που διαφάνηκε στον κατασκευαστικό κλάδο από το 2008, να μην έχει αναστραφεί.
Οι ετήσιες επενδύσεις σε κατοικίες συρρικνώθηκαν κατά 87%και διαμορφώθηκαν το 2022 σε 3,3 δισ. έναντι 25,2 δισ. ευρώ το 2007. Ως αποτέλεσμα, από το 10,8% του ΑΕΠ που αντιπροσώπευαν το 2007, έχουν πέσει σε μόλις 1,6%, με τον μέσο όρο της ΕΕ να είναι στο 5,9%.