Οι φάρμες δεδομένων (ή data farms) είναι εγκαταστάσεις που φιλοξενούν χιλιάδες ή εκατομμύρια διακομιστές (servers) και σχεδιάζονται για την αποθήκευση, επεξεργασία και διαχείριση τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων. Συχνά συγχέονται με τα data centers, αλλά ο όρος «data farm» δίνει έμφαση στην κλίμακα και την παραγωγική λειτουργία τους – σαν «φάρμα» που «καλλιεργεί» ή «παράγει» δεδομένα ή υπολογιστική ισχύ. Οι βασικοί πελάτες τέτοιων μονάδων είναι εταιρίες τεχνολογίας όπως οι Meta (Facebook), Amazon, Microsoft κλπ. Οι βασικές λειτουργίες τέτοιων μονάδων αφορούν υπηρεσίες cloud, Τεχνητή Νοημοσύνη, αναζητήσεις, βίντεο, αποθήκευση αρχείων, ακόμα και «εξόρυξη» κρυπτονομισμάτων.
Για τη δημιουργία τέτοιων μονάδων απαιτούνται κυρίως α) μεγάλα ποσά αδιάλειπτης ροής ενέργειας β) χώροι με ειδικές συνθήκες ψύξης και απομόνωσης και γ) τηλεπικοινωνιακό δίκτυο υψηλής ταχύτητας. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος των ενεργειακών αναγκών που έχουν τέτοιες μονάδες μια αναζήτηση στο Google απαιτεί ενέργεια ίση με 0,3Wh. Το ChatGPT «καίει» 2,9Wh και μια αναζήτηση στο Google AI χρειάζεται 8,0Wh.
Αν λοιπόν όλοι οι κάτοικοι της Ελλάδας πραγματοποιήσουν δύο αναζητήσεις την ημέρα στο Google AI φέτος θα «καίγαμε» 29,2 GWh, σχεδόν όσο μια πόλη σαν την Πάτρα. Για μια εταιρία επομένως που θέλει να εγκαταστήσει μια φάρμα δεδομένων η πρόσβαση σε φθηνή ενέργεια είναι βασικό προαπαιτούμενο ώστε να μπορεί παρέχει υπηρεσίες με ανταγωνιστικά τιμολόγια.
Βέβαια, στις υποθέσεις των οικονομικών θα πρέπει να προστεθούν και οι εκπομπές ρύπων αν η κατανάλωση ενέργειας δεν προέρχεται από ΑΠΕ. Αν η ηλεκτρική ενέργεια προέρχεται από ορυκτά καύσιμα, κάθε kWh προκαλεί ~0.4-0.6 kg CO₂. Επομένως, στο παράδειγμα μας η επιβάρυνση θα ήταν της τάξης του 1,2 εκατ. ευρώ και εννοείται ότι η διαφοροποίηση μεταβάλλεται ανάλογα με το μίγμα καυσίμων και την ένταση των αναζητήσεων. Παράλληλα οι χώροι αυτοί πρέπει να βρίσκονται σε απομονωμένες γεωγραφικές ζώνες, με ήπιες κλιματολογικές συνθήκες και με πρόσβαση σε τηλεπικοινωνιακά δίκτυα υψηλών ταχυτήτων.
H ΔΕΗ καλύπτει και τις τρεις αυτές προδιαγραφές: Σύμφωνα με την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του 2024 ήδη έχει φθάσει στα 3GW εγκατεστημένης ισχύς σε ΑΠΕ και μαζί με τα υδροηλεκτρικά φθάνουν πλέον τα 6,2GW εγκατεστημένης καθαρής ενέργειας. Το πλάνο προβλέπει ότι η ΔΕΗ στο τέλος του 2027 θα έχει σε λειτουργία 11,8GW σε ΑΠΕ καθώς 5,6GW βρίσκονται σε διάφορες φάσεις υλοποίησης. Από αυτά 1,2GW φωτοβολταϊκών, 300MW μπαταριών, 560ΜW αντλησιοταμίευσης και μία μονάδα 800MW φυσικού αερίου θα τροφοδοτήσει την πρώτη φάρμα δεδομένων μεγάλης κλίμακας της οποίας η πρώτη φάση θα είναι 300MW και η δεύτερη ως 1000MW. Σε ό,τι αφορά τις εκτάσεις η ΔΕΗ έχει μεγάλη ευχέρεια χρήσης των πρώην λιγνιτικών πεδίων στη Δυτική Μακεδονία η οποία έχει και τις κατάλληλες κλιματολογικές συνθήκες ενώ ο όμιλος υλοποιεί το δικό του δίκτυο οπτικής ίνας.
Τα θεμελιώδη και γενικά η αγορά των Data Farms είναι άκρως θεαματικά. Εκτιμάται ότι για τη δημιουργία ενός MW το κόστος κυμαίνεται από 7 – 10 εκατ. ευρώ. Με βάση τα δεδομένα του 2023 η απόδοση στο κόστος κινείται στα επίπεδα του 9,5%-10,5% δίνοντας ένα σημαντικό πλεονέκτημα στη ΔΕΗ. Για παράδειγμα, η πρώτη φάση των 300MW θα στοίχιζε θεωρητικά με βάση τα δεδομένα που ισχύουν στην αγορά σήμερα έως 3 δισ. ευρώ και θα είχε μια απόδοση 300 εκατ. ευρώ το χρόνο. Οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται αυτή την περίοδο σε εγχειρήματα εξαγορών γίνονται με μέσο πολλαπλασιαστή επιχειρηματικής αξίας 25 φορές (!).
Για τη ΔΕΗ τα πλεονεκτήματα είναι πολλαπλά: α) θα μπορεί να κλειδώνει πελάτες υψηλού προφίλ με ταρίφα και καλύτερα περιθώρια κερδοφορίας β) θα διαθέτει πάγια με υψηλή μεταπωλητική αξία που θα τη βοηθήσουν αν χρειαστεί να μειώσει γρήγορα το δανεισμό της και γ) μπαίνει σε μια αγορά που πρακτικά έχει το απόλυτο πλεονέκτημα λόγω των υπαρκτών συνεργειών που έχει στις υφιστάμενες δραστηριότητες της.
Σε τι ύψος γίνονται οι συναλλαγές στον κλάδο των Data Farms (2020-2024 EV/LTM EBITDA)
Όσοι στάθηκαν στη χθεσινή ανακοίνωση των αποτελεσμάτων χάνουν τη μεγάλη εικόνα η οποία έχει να κάνει με το μέλλον. Πρώτον η εταιρία είναι συνεπής στην υλοποίηση του πλάνου απολιγνιτοποίησης παρά τις αντιξοότητες του Ουκρανικού πολέμου. Δεύτερον έχοντας υλοποιήσει το 65% του πλάνου μετάβασης στις ΑΠΕ και το κλείσιμο των μονάδων λιγνίτη (φέτος είναι η τελευταία χρονιά λειτουργίας της Πτολεμαΐδας V) η εταιρία δεν θα μείνει χωρίς αφήγημα μετά το 2027. Για τα επόμενα δέκα χρόνια η υλοποίηση του πλάνου (~8GW) των data centers θα βάλει τη ΔΕΗ ακόμα πιο ψηλά στη λίστα των παραγωγών ενέργειας με υψηλό πολλαπλασιαστή αξίας. Η διαπραγμάτευση της μετοχής στις 5,5 φορές τα λειτουργικά κέρδη τοποθετεί τη μετοχή στη ζώνη της ευκαιρίας ακόμα και σε αυτά τα επίπεδα τιμών.