Απόσπασμα από το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του Γιώργου Καραμπελιά, που κυκλοφορεί τις επόμενες ημέρες
Όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέλεξε την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ –και ο Ανδρέας Παπανδρέου, έστω ex post, συναίνεσε σε αυτή–, αιτιολόγησε την επιλογή του ως έναν φραγμό έναντι της τουρκικής επιθετικότητας. Όμως, αυτό το γεγονός αναγνώστηκε συχνά ως εγκατάλειψη κάθε προσπάθειας εθνικής συνοχής και οικονομικής και πολιτισμικής ολοκλήρωσης. Έτσι, η οικονομία, αντί να αναβαθμιστεί τεχνολογικά ώστε να μπορεί να συμμετέχει κατά το δυνατόν ισότιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποσυντέθηκε παραγωγικά και μεταβλήθηκε σε παρασιτικό της εξάρτημα.
Γι’ αυτό η Ελλάδα, με την οικονομική κατάρρευση του 2010, οδηγήθηκε σε μια οικονομική κρίση αποκαλυψιακών διαστάσεων. Την εικόνα αυτής της καταστροφής αποτυπώνει η συρρίκνωση κατά 25% του ΑΕΠ της χώρας μέσα σε τρία χρόνια, ενώ το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, την περίοδο 2009-2017, σημείωσε ακόμα μεγαλύτερη πτώση 33,7%, εξαιτίας της της υπερφορολόγησης· ο ενεργός πληθυσμός μειώθηκε κατά 20% και εκτινάχθηκε η ανεργία.
Η κρίση αποκάλυψε την αδυναμία των εγχώριων ελίτ να οικοδομήσουν ένα μοντέλο αυτόκεντρης (που συχνά συγχέεται κακόβουλα με την αυτάρκεια ώστε να απαξιωθεί) ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Αντίθετα, κατά την περίοδο 1922-1940 η Ελλάδα, είχε αναπτύξει μια κατά το μάλλον ή ήττον ενδογενή παραγωγική δυναμική ενώ, μετά τις καταστροφές της Κατοχής και του Εμφυλίου –και όχι μόνο υλικές αλλά κατ’ εξοχήν κοινωνικές, ιδεολογικές και πολιτικές–, θα διαμορφώσει μια οικονομία μάλλον μεταπρατικού χαρακτήρα…
…Έτσι, η αιφνίδια ανατροπή των πολιτικών και κοινωνικών συσχετισμών που σηματοδότησε η μεταπολίτευση, σε συνάρτηση με την παγκόσμια κρίση, οδήγησε σε μια ταχεία αποβιομηχάνιση, ιδιαίτερα με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Οικοδομείται τότε ένα νέο μοντέλο κοινωνικής ισορροπίας, κατά τη διάρκεια της οποίας παραχωρούνται ορισμένα προνόμια στα κατώτερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα, χωρίς όμως να θιγούν τα κέρδη των παρασιτικών στρωμάτων και χωρίς να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε τεχνολογική αναβάθμιση της παραγωγής: η κατανάλωση υποκαθιστά την παραγωγή! Αυτό το «θαύμα» επιτυγχάνεται διά του δημόσιου δανεισμού (από 25% του ΑΕΠ το 1980 σε πάνω από 100% στις αρχές της δεκαετίας του 1990), της διόγκωσης του κράτους (υπερδιπλασιασμός των δημοσίων υπαλλήλων) και των εισροών από την ΕΟΚ. Οι Έλληνες μεταβάλλονται σε καταναλωτές ενώ το παραγωγικό ήθος υποχωρεί δραματικά: οι εξαγωγές, το 2008, μόλις ξεπερνούσαν το ένα τέταρτο των εισαγωγών.
Ο περιβόητος «εκσυγχρονισμός», μετά το 1996, στη διάρκεια του οποίου το ΑΕΠ ανέβαινε γύρω στα 3-5% τον χρόνο, ήταν δυστυχώς εξαιρετικά εύθραυστος. Διότι, ενώ αυξάνεται το ΑΕΠ, δεν συμβαίνει το ίδιο με την παραγωγή στον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα και διευρύνεται διαρκώς το εμπορικό έλλειμμα. (Το 2008, η Ελλάδα είχε έσοδα από το ναυτιλιακό συνάλλαγμα 18 δις ευρώ, από τον τουρισμό 17 δις και από τις εξαγωγές μόλις 16 δις).
Μέσα σε τριάντα χρόνια, από το 1980 έως το 2010, η ελληνική οικονομία μεταβλήθηκε σε οικονομία « υπηρεσιών», και μάλιστα εμποροπαρασιτικού τύπου, και απώλεσε κάθε παραγωγικό χαρακτήρα….
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η μόνη στρατηγική της χώρας θα ήταν η προώθηση επενδύσεων σχετικά υψηλής τεχνολογίας, ώστε να μπορέσει να ανταγωνιστεί στοιχειωδώς τους ευρωπαϊκούς γίγαντες, η διοχέτευση των άφθονων ευρωπαϊκών προγραμμάτων στην εκπαίδευση και την έρευνα, δηλαδή η παραγωγική και εκπαιδευτική αναβάθμιση της χώρας..
Αντ’ αυτών, τα ευρωπαϊκά προγράμματα καταβροχθίσθηκαν από ημετέρους των κομμάτων –η δε αγροτική παραγωγή έπαψε να ενισχύεται με επενδύσεις και έγινε απλώς επιδοτούμενη από τους μηχανισμούς της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Τέλος, η αθρόα μεταναστευτική εισροή ανειδίκευτου και φτηνού εργατικού δυναμικού συνέβαλε στην υποβάθμιση του τεχνολογικού επιπέδου της παραγωγής, απομάκρυνε τους Έλληνες από τις κατασκευές, τη βιομηχανία και την αγροτική παραγωγή. Έτσι τα παρασιτικά χαρακτηριστικά έγιναν ακόμα πιο έντονα, με αποτέλεσμα οι εισαγωγές να διευρυνθούν και οι εξαγωγές να μείνουν στάσιμες.
Το 2008, η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει μεταβληθεί σε μια πλούσια χώρα διαθέτοντας το 94% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ε.Ε. των 27, ενώ η Πραγματική Ατομική Κατανάλωση των κατοίκων της αντιστοιχούσε στο… 104% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Η Ιταλία, την ίδια στιγμή, διέθετε κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο 104% του μέσου όρου της Ε.Ε., ενώ η πραγματική ατομική κατανάλωση ήταν… κατά 6% μικρότερη της Ελλάδας!
Όταν λοιπόν ήρθε η παγκόσμια κρίση, η Ελλάδα βρέθηκε εντελώς ανυπεράσπιστη και απροετοίμαστη. Άρχισε επομένως η γενικευμένη αποδόμηση ενός μοντέλου, που επιδεινώθηκε δραματικά από τον τρόπο που διαχειρίστηκε την κρίση ένα ανάξιο πολιτικό προσωπικό και από την αναλγησία των Ευρωπαίων εταίρων της χώρας. Οι τελευταίοι, για να θεραπεύσουν την υπερέκθεση των τραπεζών τους στα ελληνικά δάνεια, αποφάσισαν να συντρίψουν τους Έλληνες – και οι Γερμανοί, ει δυνατόν, ακόμα και να τους εκδιώξουν από την ευρωζώνη. Άλλωστε, για τη γερμανική στρατηγική, η Ελλάδα αποτελούσε και ένα εμπόδιο στην ενίσχυση των σχέσεών της με την Τουρκία.
Τελικώς και οι τρεις βασικοί πολιτικοί πυλώνες του καθεστώτος, η Κεντροδεξιά της Νέας Δημοκρατίας, η Κεντροαριστερά του ΠΑΣΟΚ και η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, ανήλθαν διαδοχικά στην εξουσία και το πλέον εντυπωσιακό υπήρξε το γεγονός πως την καταστροφή την ολοκλήρωσαν οι «αντιμνημονιακές» δυνάμεις, των ΑΝΕΛ και προπαντός του ΣΥΡΙΖΑ, που υπέγραψαν το τρίτο και πλέον δρακόντειο Μνημόνιο με το οποίο, εκτός των άλλων, παραχωρήθηκε και ολόκληρη η εθνική περιουσία στους δανειστές της χώρας.
Ίσως αποτελεί ένα ιστορικό παράδοξο, αν όχι ιστορικό νόμο. Κάθε περίοδος ολοκληρώνεται αναδεικνύοντας στο προσκήνιο τις δυνάμεις που εκπροσωπούν τις βαθύτερες τάσεις της περιόδου που έχει προηγηθεί. Τη μετεμφυλιακή περίοδο την ολοκλήρωσε, με μία καταστροφή, η στρατιωτική Δικτατορία ως ακραία έκφραση ενός εμφυλιοπολεμικού βαθέως κράτους. Η αριστερόστροφη κοινωνιοκεντρική μεταπολίτευση, καθόλου τυχαία, θα κλείσει –επίσης καταστροφικά– με μία αριστερή κυβέρνηση. Καθώς το σύστημα-μεταπολίτευση και ο κύριος εκφραστής του, το ΠΑΣΟΚ, έφθασε στα όριά του, ανέδειξε ως έσχατη κυβερνητική εκδοχή το αριστερό think tank της μεταπολιτευτικής περιόδου. Καθόλου παράδοξα, λοιπόν, ο ιστορικός κύκλος της Μεταπολίτευσης κλείνει με την Αριστερά….
Τα σκληρά διδάγματα σειράς αλλεπάλληλων αδιεξόδων και κρίσεων κατατείνουν στο συμπέρασμα πως το μοντέλο της παρασιτικής ενσωμάτωσης στη διεθνή οικονομία, που οδήγησε στον υπέρμετρο δανεισμό αποτελεί ένα μη βιώσιμο μοντέλο. Θα πρέπει αντίθετα να αντικατασταθεί από ένα μοντέλο ενδογενούς και ταυτόχρονα εξωστρεφούς παραγωγικής ανασυγκρότησης. Έχει άραγε τις δυνάμεις να το πράξει η ελληνική κοινωνία;