Αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση ότι η Παιδεία, και μάλιστα η Ανώτατη, αποτελεί προνομιακό πεδίο αλλαγών, στις οποίες επιδόθηκαν με ζήλο διαδοχικές κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τον νόμο 4957/22 που φέρει τον ελπιδοφόρο τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα».
Και θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς: Γιατί να με απασχολεί το θέμα, αφού, με βάση την έως τώρα εμπειρία, το πιθανότερο είναι ότι και αυτός ο νόμος αργά ή γρήγορα θα αντικατασταθεί;
Δυστυχώς, η κατάσταση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει πολλαπλό αντίκτυπο, άμεσο αλλά και μακροπρόθεσμο, σε όλα σχεδόν τα επίπεδα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Παραδείγματα:
1. Η εμμονή της τυπικής ελληνικής οικογένειας, συνήθως με υψηλό κόστος, να βάλει το παιδί της στο «Πανεπιστήμιο»· εμμονή που επηρεάζει και την εκλογική της συμπεριφορά.
2. Το αμφίβολο αντίκρισμα των πτυχίων στην αγορά εργασίας και η χαλαρή διασύνδεση των σπουδών με τις ανάγκες μιας οικονομίας που επί μακρόν χάνει το στοίχημα της βιώσιμης ανάπτυξης.
3. Η πληθώρα πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και τμημάτων, σε αριθμούς πολλαπλάσιους από τους αντίστοιχους άλλων ευρωπαϊκών χωρών με πετυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα.
4. Η ανάγκη εξορθολογισμού της οικονομικής λειτουργίας των ΑΕΙ, την οποία, έπειτα από δώδεκα έτη αναιμικής κρατικής επιχορήγησης και αυξανόμενης δυσκαμψίας στη χρηματοδότηση της έρευνας, ασκούν παράλληλα ποικίλες υπηρεσίες, εταιρείες και επιτροπές.
5. Η συμβολή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην καλλιέργεια πολιτικού και επαγγελματικού ήθους. Στην πρώτη περίπτωση, επί δεκαετίες εκπέμπεται το μήνυμα ότι η αυθαιρεσία, ενίοτε δε και η βία, αποδίδουν. Στη δεύτερη, οι πολλαπλές εξεταστικές και άλλες «εκπτώσεις» εκμαυλίζουν μεγάλο μέρος της νεολαίας, ήδη εθισμένης στους εύκολους βαθμούς της δευτεροβάθμιας.
Τι θα ανέμενε, επομένως, ο ενδιαφερόμενος πολίτης από μια, ακόμα, αλλαγή νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση;
1. Μια ανεπίληπτη διαδικασία κατάρτισης νέου πλαισίου λειτουργίας των ΑΕΙ, από έγκριτους επιστήμονες αλλά και έμπειρους λειτουργούς, Έλληνες και ξένους· εν συνεχεία ευρεία διαβούλευση με την ακαδημαϊκή κοινότητα αλλά και επιδίωξη διαλόγου με τα κόμματα, ώστε όλα να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
2. Να μην επιχειρηθεί η εκ νέου «ανακάλυψη του τροχού», αλλά να αξιοποιηθεί η ελληνική και η διεθνής εμπειρία.
3. Να αποδεσμευτεί η διοίκηση των ΑΕΙ από τους πειρασμούς ενός πελατειακού συστήματος. Πολλοί θα θυμούνται την απόπειρα να λειτουργήσουν πραγματικά ανεξάρτητα Συμβούλια Ιδρύματος, με τη συμμετοχή διακεκριμένων πανεπιστημιακών αλλά και προσωπικοτήτων της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
4. Να τεθεί σε νέες βάσεις η διαχείριση και αξιοποίηση της περιουσίας και των ερευνητικών κονδυλίων των ΑΕΙ, με την ανάθεσή της σε ένα Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, υπό την εποπτεία του Συμβουλίου και ενιαίο και διαφανή λογιστικό έλεγχο.
5. Να βελτιωθούν οι διαδικασίες εκλογής και εξέλιξης των καθηγητών, με γνώμονα την αριστεία και όχι τις όποιες διαπροσωπικές σχέσεις. Εχέγγυα, όπως ένα αξιόπιστο, κεντρικά καταρτισμένο μητρώο εκλεκτόρων, Ελλήνων και ξένων, κατάργηση των «φωτογραφικών» γνωστικών αντικειμένων, ένα δεύτερο «κόσκινο» των υποψηφίων, αλλά και η περιοδική αξιολόγηση όλων των καθηγητών θα βελτίωναν τη σημερινή εικόνα διδακτικού προσωπικού «πολλών ταχυτήτων».
6. Να επιδιωχθεί ο εξορθολογισμός του αριθμού των ΑΕΙ και των Τμημάτων με συγχωνεύσεις και καταργήσεις. Αυτό, σε συνδυασμό με την αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης, που παραμένει ζητούμενο σε μια χώρα με πληθώρα φιλολόγων, νομικών και θεολόγων, ίσως αρχίσει να στρέφει την εκπαίδευση πιο κοντά στις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας του τόπου.
7. Να εξορθολογιστεί η λειτουργία των ΑΕΙ, με την έκδοση Οργανισμού και Εσωτερικού Κανονισμού. Σήμερα, έντεκα χρόνια μετά τη θέσπιση της εν λόγω υποχρέωσης, τα περισσότερα ελληνικά πανεπιστήμια, ιδίως τα μεγαλύτερα, λειτουργούν «στο περίπου».
8. Να τεθεί φραγμός στο φαινόμενο των «αιώνιων φοιτητών», γεγονός που υποβιβάζει τη διεθνή κατάταξη των ελληνικών ΑΕΙ.
9. Να τεθούν κανόνες ακαδημαϊκής συμπεριφοράς για διδάσκοντες και διδασκόμενους, η παραβίαση των οποίων θα συνεπάγεται πειθαρχικές κυρώσεις.
Ο πρόσφατος νόμος αντιμετωπίζει άμεσα τα σημεία 8-9, εισάγει μάλιστα αναλυτικές πειθαρχικές διατάξεις. Ως προς το 7ο σημείο, δίνει περίοδο χάριτος ενός ακόμα έτους, ώστε, επιτέλους, τα ΑΕΙ να αποκτήσουν Οργανισμό (και, εν συνεχεία, Κανονισμό λειτουργίας), χωρίς να προβλέπει συνέπειες για μη συμμόρφωση.
Ωστόσο, στα έξι πρώτα από τα σημεία που θίχτηκαν, ο νόμος αυτός, των 489 άρθρων και των 259 σελίδων, δεν δίνει απαντήσεις. Τα σημεία αυτά κάλυπτε, με καινοτόμο πνεύμα, ο νόμος 4009/11, με μόλις 81 άρθρα και 45 σελίδες.
Για την Ιστορία, ο νόμος 4957 ψηφίστηκε από 157 βουλευτές, αποκλειστικά της συμπολίτευσης. Ο νόμος 4009 είχε συγκεντρώσει διακομματική πλειοψηφία 255 βουλευτών. Το ξήλωμά του άρχισε λίγους μήνες αργότερα, ενώ συγκυβερνούσαν τα κόμματα που τον είχαν υπερψηφίσει.
Η Ελλάδα ήδη μετρά μια δεκαετία χαμένη για την Οικονομία αλλά και την Παιδεία της. Μπορεί να αντέχει ημίμετρα και παλινδρομήσεις επ’ άπειρον;
* Ο Γιάννης Στεφανίδης είναι καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική Α.Π.Θ.