Εάν το 2020 μας δίδαξε κάτι, είναι ότι, στα σοβαρά, δεν μπορεί να γίνει καμία ασφαλής πρόβλεψη. Καθώς, όμως, προσπαθούμε να προσαρμοστούμε σε έναν κόσμο αχαρτογράφητο από τα απόνερα της πανδημίας, καταγράφουμε τον παλμό από τη διεθνή ειδησεογραφία για το πώς θα κινηθεί η καλλιτεχνική αγορά τους επόμενους 12 μήνες μέσα από την ξηρασία των εκθέσεων και τη μαζική μεταφορά των οικονομικών δραστηριοτήτων στο διαδίκτυο.
Ορισμένες διαπιστώσεις βγήκανε μέσα στην καραντίνα: οι οίκοι δημοπρασιών και οι γκαλερίστες συνειδητοποιούν πλέον ότι οι αγοραστές, τουλάχιστον πολλοί από αυτούς, είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν μεγάλα ποσά για έργα τέχνης που δεν εξετάζουν από κοντά. Ανακάλυψαν επίσης ότι μπορούν να λειτουργήσουν με ψηφιακούς καταλόγους στο διαδίκτυο και λιγότερο προσωπικό. Εκείνες οι επιχειρήσεις, δε, που θα ανοίξουν τη νέα χρονιά, είναι πιθανό να κρατήσουν ένα «ευέλικτο» και, σαφώς, χαμηλόμισθο προσωπικό. Ωστόσο, θα ήταν αφελές να φανταστούμε ότι η διαφαινόμενη απώλεια τεχνογνωσίας από γνώστες του αντικειμένου δεν θα έχει συνέπειες στο κύρος των αιθουσών και στην ευρύτερη αγορά της τέχνης. Ήδη, η εξάρτηση από διαδικτυακές πλατφόρμες έχει ευνοήσει το είδος της τέχνης που δεν χρειάζεται τη φυσική παρουσία του αγοραστή. Η αγορά της τέχνης που αναδύεται από την πανδημία δείχνεται περισσότερο από ποτέ παγκοσμιοποιημένη και με σαφή στροφή στις ψηφιακές εφαρμογές.
Οι πωλήσεις της καλλιτεχνικής αγοράς το 2020 συρρικνώθηκαν τουλάχιστον κατά ένα τρίτο, όπως σημειώνεται στους Financial Times, με τις γκαλερί, κυρίως, να έχουν γονατίσει. Το κλειδί, λοιπόν, για το 2021 φαίνεται ότι βρίσκεται στην επιστροφή των εκθέσεων. Η πρόβλεψη για το πότε θα ξεκινήσουν οι διεθνείς φουάρ δεν είναι ασφαλής, καθώς μπορεί η διάθεση του εμβολίου να ξεκίνησε, αλλά δε συνεπάγεται αυτομάτως το τέλος της πανδημίας. Κορυφαίες διοργανώσεις όπως η Art Basel Hong Kong και η Tefaf Maastricht έχουν ανακοινωθεί για την ερχόμενη άνοιξη, το Μάιο. Και οι δυο παρείχαν εμφανώς βελτιωμένες πλατφόρμες το 2020, με εικονικούς χώρους προβολής (virtual tour) που θα συνεχίσουν παράλληλα με τις εκθέσεις. Πολλοί όμως είναι αυτοί που διατυπώνουν σοβαρές αμφιβολίες για το αν την άνοιξη μπορεί να στηθεί μια έκθεση διεθνούς εμβέλειας. Ακόμη δεν γνωρίζουμε ακριβώς πότε θα ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, αλλά και πόσο άμεσα θα επιδράσει το εμβόλιο στην ψυχολογία του φιλότεχνου κοινού.
Ένα είναι βέβαιο: ξεχάστε τις εκθέσεις που ξέραμε. Ήδη, κυκλοφορεί η άποψη ότι οι φουάρ δεν μπορεί να συνεχίσουν όπως στο παρελθόν. Η συνθήκη της πανδημίας έδειξε πόσο χρονοβόρες και δαπανηρές ήταν, καθώς σημαντικό μέρος της αγοράς τέχνης λειτουργεί πια από το σπίτι και έχουν βρεθεί εναλλακτικοί και λιγότερο δαπανηροί τρόποι παρουσίασης των έργων.
Οι μεγάλοι οίκοι δημοπρασιών φάνηκαν να προσαρμόζονται πιο εύκολα στην εικονική επιχείρηση το 2020, κυρίως επειδή επένδυσαν σημαντικά σε λύσεις υψηλής τεχνολογίας. Ο διευθύνων σύμβουλος των Christie's, Γκιγιόμ Τσερούτι, σημειώνει ότι η αναγκαστική κίνηση στο διαδίκτυο έφερε μια νέα γενιά αγοραστών: το 32% ήταν millennials, ενώ ιδιαίτερα ενεργοί φάνηκαν οι αγοραστές από την Ασία για ποσά μεταξύ 50.000 και 500.000 δολ. Παρ’όλα αυτά «δεν θέλουμε ένα μέλλον όπου τα πάντα στην αγορά τέχνης θα καθοδηγούνται από το διαδίκτυο», συμπληρώνει δείχνοντας ότι η λάμψη των εκδηλώσεων δεν αντικαθίσταται.
Αυτό ίσως εξηγεί το γεγονός ότι οι online δημοπρασίες έφεραν στην επιφάνεια το πιο παράδοξο φαινόμενο της χρονιάς: εκατομμύρια άνθρωποι, μεγάλο μέρος αυτών στην Ασία, παρακολουθούσαν από τις οθόνες τους άλλους ανθρώπους να ξοδεύουν αδιανόητα ποσά σε έργα τέχνης στις ψηφιακές πωλήσεις. Ίσως ήταν απλώς μια νέα συνήθεια των θεατών σε μια εποχή που δεν συνέβαιναν και πολλά, αλλά αυτή η τάση, ιδίως των νέων επισκεπτών, οπωσδήποτε θα έχει συνέπειες στη διεθνή αγορά της τέχνης και στον τρόπο που προβάλλεται. Οι ασιάτες αγοραστές είναι υπεύθυνοι για το 30% περίπου των παγκόσμιων πωλήσεων δημοπρασίας και πολλοί από αυτούς βρίσκονται ανάμεσα στους κορυφαίους συλλέκτες. Το μέλλον της διεθνούς αγοράς είναι στραμμένο στην Ανατολή.