Μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου, θα συζητηθεί στο συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων η μουσειολογική και η μουσειογραφική μελέτη του Μεγάρου Τσίλλερ-Λοβέρδου, που αποτελεί παράρτημα του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, σε αυτοψία που πραγματοποίησε νωρίτερα σήμερα, συνοδευόμενη από τον γενικό γραμματέα Πολιτισμού Γιώργο Διδασκάλου και αρμόδιους υπηρεσιακούς φορείς.
Η κ. Μενδώνη ενημέρωσε ακόμα ότι οι εργασίες συντήρησης θα έχουν ολοκληρωθεί έως το τέλος Σεπτεμβρίου, και στόχος είναι, το Μέγαρο Τσίλερ να λειτουργήσει το καλοκαίρι του 2020.
Στο Μέγαρο Τσίλλερ-Λοβέρδου, θα εκτίθεται η Συλλογή Λοβέρδου, η οποία αποτελείται από εικόνες Κρητικής και Επτανησιακής Σχολής, παλαίτυπα, ξύλινα γλυπτά κ.ά..
Η πρώτη φάση του έργου ολοκληρώθηκε στο ΠΕΠ Αττικής του ΕΣΠΑ 2007-2013, με συνολική δημόσια δαπάνη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης 3.240.438 ευρώ. Η δεύτερη φάση του έργου εντάχθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Αττική 2014-2020» με προϋπολογισμό 1.737.561 ευρώ και χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης.
Το Μέγαρο (οδός Μαυρομιχάλη 6) χτίστηκε το 1882 και ήταν η κατοικία του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνστ Τσίλλερ. Κοσμείται στην εξωτερική του πρόσοψη από κεφαλές Καρυάτιδων, ενώ στο εσωτερικό του υπάρχουν διακοσμητικά στοιχεία υψηλής ποιότητας, τοιχογραφίες, οροφογραφίες, τζάκια και ξυλόγλυπτη σκάλα που οδηγεί στο ανώγειο της κατοικίας. Το Μέγαρο συνδυάζει ποικίλα αρχαιοπρεπή στοιχεία και τις σύγχρονες ευρωπαϊκές τάσεις της εποχής του.
Το 1912 αγοράστηκε από τον Κεφαλλονίτη τραπεζίτη και συλλέκτη Διονύσιο Π. Λοβέρδο και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία, αλλά και ως μουσείο, όπου εξέθετε τις πλούσιες συλλογές του. Το Μέγαρο έγινε δωρεά εν ζωή από τις κόρες του, Μαρία Λοβέρδου και Ιωάννα Βασιλειάδη στο Δημόσιο, με διαχειριστή το υπουργείο Πολιτισμού, για λογαριασμό του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου.