Στο πιο πλούσιο 1% του πλανήτη ανήκει ο μισός παγκόσμιος πλούτος, σύμφωνα με νέα έρευνα της Credit Suisse που καταδεικνύει το αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα στους πολύ πλούσιους και τους υπόλοιπους κατοίκους του πλανήτη, όπως αναφέρει ο Guardian.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα, οι πλουσιότεροι άνθρωποι επί γης έχουν δει τον πλούτο τους να αυξάνεται από το 42,5% στο αποκορύφωμα της οικονομικής κρίσης το 2008, στο 50,1% το 2017 ή σε 140 τρισ. δολάρια.
Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, το μερίδιο του κορυφαίου 1% βρίσκεται σε ανοδική πορεία από τότε, ξεπερνώντας το επίπεδο του 2000 το 2013 και φτάνοντας σε νέα επίπεδα ρεκόρ ανά έτος από τότε. Η Credit Suisse αναφέρει ακόμα πως η παγκόσμια κοινωνική ανισότητα ήταν οπωσδήποτε υψηλή και συνεχώς αυξανόμενη κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης.
Η αύξηση του πλούτου ανάμεσα στους ήδη πλούσιους οδήγησε στη δημιουργία 2,3 εκατομμυρίων εκατομμυριούχων την προηγούμενη χρονιά, οδηγώντας το σύνολο στα 36 εκατομμύρια. Ο αριθμός των εκατομμυριούχων, που μειώθηκε το 2008, ανέκαμψε γρήγορα μετά την οικονομική κρίση και είναι πλέον σχεδόν τριπλάσιος από αυτόν του 2000.
Στην κορυφή της πυραμίδας του πλούτου, οι 36 εκατομμύρια άνθρωποι με τουλάχιστον 1 εκατομμύριο δολάρια πλούτου, αξίζουν συνολικά 128 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Στον αντίποδα, οι 3,5 εκατομμύρια πιο φτωχοί ενήλικοι, έχουν ο καθένας λιγότερα από 10.000 δολάρια. Συνολικά αυτοί οι άνθρωποι που αντιπροσωπεύουν το 70% της παγκόσμιας εργασιακής αγοράς, κατέχουν μόλις το 2,7% του παγκόσμιου πλούτου.
Βάσει των στοιχείων της έρευνας, οι φτωχοί βρίσκονται κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, με περισσότερο από το 90% των ενήλικων σε Ινδία και Αφρική να κατέχουν λιγότερα από 10.000 δολάρια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Credit Suisse, οι αποκαλούμενοι millenials, δηλαδή αυτοί που γεννήθηκαν από τις αρχές της δεκαετίας του ''80 έως και το 2000, αν και κατά κανόνα πιο μορφωμένοι από τους γονείς τους, δε θα έπρεπε να περιμένουν να γίνουν το ίδιο πλούσιοι όσο οι γονείς τους. Η συγκεκριμένη γενιά έχει να αντιμετωπίσει υψηλή ανεργία, πιο αυστηρούς όρους στεγαστικών δανείων, αυξημένες μισθολογικές ανισότητες και μειωμένες συντάξεις.