Η ζοφερή συγκυρία της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και το σοκ που προκάλεσε τόσο στην Ευρώπη όσο και παγκοσμίως, εγείρει πολυεπίπεδους προβληματισμούς γύρω από την πολιτική διαδικασία, αφυπνίζει τις δημοκρατικές συνειδήσεις και προτεραιοποιεί επιτακτικά νέες ανάγκες.
Γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες αντιδράσεων «κανονικών» μέχρι τώρα ανθρώπων, που μας εκπλήσσουν δυσάρεστα. Μας εκπλήσσει δυσάρεστα λ.χ. που επιμένουν αρκετοί να εστιάζουν την προσοχή τους, ενώ έχουμε καθαρή, στερεοτυπική περίπτωση καταπάτησης των κανόνων του διεθνούς δικαίου και βίαιη προσπάθεια αναθεώρησης του τρόπου με τον οποίο τα έθνη επέλεξαν να διακανονίσουν ειρηνικά τη μεταξύ τους συνύπαρξη.
Μας συγκλονίζει η απόλυτη έλλειψη συναίσθησης, η απάθεια ή ακόμη και ο κυνισμός απέναντι στην ανθρώπινη τραγωδία και τον όλεθρο. Μας προσβάλλει η υποκρισία και η παλιανθρωπιά των ανιστόρητων συμψηφισμών από εκείνους που δεν τους βγαίνει ούτε λέξη από το στόμα για να καταδικάσουν την ωμή και πολιτικά βάναυση θεώρηση του κόσμου από τον Πούτιν. Μας λυπεί η αφωνία εκείνων που, ενώ ξέρουν το σωστό, ξέρουν ποια είναι η ευθύνη τους απέναντι στο προνομιακό τους ακροατήριο, λυγίζουν τελικά κάτω από το βάρος των φαντασιώσεών τους και του θαυμασμού τους στο ρωσικό μεγαλείο.
Όμως, οι ελεύθερες κοινωνίες και τα πολιτεύματα του φιλελεύθερου δημοκρατικού κόσμου διαθέτουν και τους αυτοματισμούς αλλά και τους αναγκαίους μηχανισμούς για να παραμείνουν στην τροχιά του ορθού λόγου, του δικαίου και της δημοκρατικής αρετής.
Ένας από αυτούς τους μηχανισμούς σταθεροποίησης είναι τα πολιτικά κόμματα. Το ελληνικό Σύνταγμα, δεν τα αντιμετωπίζει μόνο «τεχνικά». Αναθέτει σε αυτά το καθήκον να υπηρετούν με τη δράση τους την ελεύθερη λειτουργία του πολιτεύματος. Να αποτελούν δηλαδή «σχολεία δημοκρατίας» και να εισφέρουν, ακόμη και με τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας τους, στην πραγμάτωση της δημοκρατίας.
Εάν λοιπόν συμβαίνει σήμερα, τόσοι πολλοί συμπολίτες μας, ανεξαρτήτως πολιτικής ή κομματικής τους ένταξης, να μας εξοργίζουν ή να μας αποκαρδιώνουν με τη στάση τους, με αφορμή ένα τόσο σημαντικό ζήτημα που εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως μπορεί να χτυπήσει και τη δική μας πόρτα, αυτό αποκαλύπτει την αποτυχία, διαχρονικά των κομμάτων μας και ακόμη περισσότερο αυτών που υποστηρίζουν και ενσωματώνουν στον διακηρυκτικό τους λόγο τις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού. Σημαίνει, ότι δεν τα πήγαν καλά στην παίδευση των μελών τους και επέτρεψαν, χάριν της συμπεριληπτικότητας, να παρεισφρύσουν στο εσωτερικό τους άνθρωποι με συγκεχυμένες ή παράδοξες απόψεις ακόμη και για τα αυτονόητα.
Σήμερα όμως, αυτή η «συμπερίληψη» πρέπει να αποκτήσει σαφέστερα όρια. Και η συγκυρία προσφέρει την ευκαιρία: Τον προσεχή Μάιο, η Νέα Δημοκρατία και το ΚΙΝΑΛ έχουν τα συνέδριά τους. Προτείνω λοιπόν και προσδοκώ να γίνει δεκτή η πρότασή μου να τεθεί ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή κάποιου στο συνέδριο η δημόσια παραδοχή εκ μέρους του, με κάθε πρόσφορο μέσο, της εξής δήλωσης:
«Καταδικάζω την απόφαση του Πούτιν για εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ως απόπειρα κατάλυσης των συνόρων και της εθνικής κυριαρχίας ανεξάρτητου κράτους, βάναυση καταπάτηση των κανόνων διεθνούς δικαίου και ευθεία απειλή κατά της παγκόσμιας ειρήνης. Μόνη αποδεκτή λύση η άμεση αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων και η επιβολή αυστηρών κυρώσεων στη Ρωσία, μεταξύ των οποίων είναι και η κίνηση της διαδικασίας για την απόδοση κατηγοριών για εγκλήματα πολέμου, στους υπαιτίους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διεθνές δίκαιο».
Δεν το αποδέχεται κάποιος; Δεν μπορεί να είναι κομμάτι της κοινής μας αγωνίας, της κοινής μας προσπάθειας, της κοινής μας κατανόησης για τον κόσμο, τις ανάγκες και τις προοπτικές του. Το ζήτημα είναι προϊδεολογικό.
* O Γιάννης Ανδρουλάκης είναι Δικηγόρος, Διοικητής Υ.Ο.Τ., υποψήφιος ευρωβουλευτής το 2019 με το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας