Στο συμπέρασμα ότι οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της δικαιοσύνης παρέμειναν ψηλά στην πολιτική ατζέντα των κρατών-μελών της ΕΕ και η ΕΕ παραμένει μία από τις λιγότερο διεφθαρμένες περιοχές του κόσμου, καταλήγει, μεταξύ άλλων, η ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κράτος δικαίου στην ΕΕ το 2022, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η φετινή έκθεση περιέχει για πρώτη φορά ειδικές συστάσεις που απευθύνονται σε κάθε κράτος μέλος, οι οποίες στοχεύουν να ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να προωθήσουν τρέχουσες ή σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις και να εντοπίσουν πού απαιτούνται βελτιώσεις.
Όπως και σε προηγούμενες εκδόσεις, η παρούσα έκθεση εξετάζει τις εξελίξεις σε τέσσερις βασικούς τομείς του κράτους δικαίου: τα συστήματα δικαιοσύνης, το πλαίσιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, την πολυφωνία και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και άλλα θεσμικά ζητήματα που συνδέονται με τους ελέγχους και τις ισορροπίες.
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τα συστήματα δικαιοσύνης, η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει ότι οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα αυτό παρέμειναν ψηλά στην πολιτική ατζέντα κατά το τελευταίο έτος. Πολλά κράτη μέλη έχουν δρομολογήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, όπως μεταρρυθμίσεις σε σχέση με τη σύνθεση και τις εξουσίες των δικαστικών συμβουλίων, τη βελτίωση των διαδικασιών διορισμού των δικαστών ή την ενίσχυση της αυτονομίας των εισαγγελικών αρχών. Τα κράτη μέλη θέσπισαν επίσης μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της αποδοτικότητας και της ποιότητας της δικαιοσύνης, όπως η περαιτέρω ψηφιοποίηση των δικαστικών συστημάτων, και στη διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη.
Ταυτόχρονα, εξακολουθούν να υπάρχουν διαρθρωτικές ανησυχίες σε ορισμένα κράτη μέλη όσον αφορά την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Σε ορισμένα κράτη μέλη υπάρχουν προκλήσεις όσον αφορά τους διορισμούς σε ανώτερα δικαστήρια και σε θέσεις προέδρων δικαστηρίων. Σε άλλα, υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με την ανεξαρτησία/αυτονομία των εισαγγελικών αρχών και χρησιμοποιούνται πειθαρχικές διαδικασίες για τον περιορισμό της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης.
Σχετικά με την καταπολέμηση της διαφθοράς, η έκθεση τονίζει ότι η ΕΕ παραμένει μία από τις λιγότερο διεφθαρμένες περιοχές του κόσμου. Από τον Ιούλιο του 2021, πολλά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει νέες στρατηγικές ή έχουν αναθεωρήσει υφιστάμενες στρατηγικές για την καταπολέμηση της διαφθοράς, ή βρίσκονται στη διαδικασία της αναθεώρησής τους. Αρκετά κράτη μέλη έχουν ευθυγραμμίσει τα υφιστάμενα πλαίσια με τα διεθνή πρότυπα για την καταπολέμηση της διαφθοράς και το δίκαιο της ΕΕ.
Τα περισσότερα κράτη μέλη διαθέτουν εκτενή νομοθεσία που παρέχει στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης τα απαραίτητα εργαλεία για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Πολλά κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα για την αύξηση της ικανότητας των εισαγγελικών αρχών που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της διαφθοράς, όπως η παροχή πρόσθετων πόρων ή πρόσθετης κατάρτισης.
Ωστόσο, η διαφθορά εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για τους πολίτες της ΕΕ. Για παράδειγμα, το ευρωβαρόμετρο του 2022 δείχνει ότι το 68 % των ευρωπαίων πολιτών πιστεύουν ότι η διαφθορά είναι ευρέως διαδεδομένη στη χώρα τους. Σε ορισμένα κράτη μέλη, οι έρευνες και οι διώξεις σε υποθέσεις διαφθοράς είναι χρονοβόρες και οι δικαστικές αποφάσεις εξακολουθούν να μην έχουν εκδοθεί, ιδίως σε υποθέσεις υψηλού επιπέδου. Οι δημόσιοι υπάλληλοι υπόκεινται σε υποχρεώσεις γνωστοποίησης περιουσιακών στοιχείων και συμφερόντων σε όλα τα κράτη μέλη, αλλά οι υποχρεώσεις αυτές ποικίλλουν ως προς το πεδίο εφαρμογής, τη διαφάνεια και την προσβασιμότητα των γνωστοποιούμενων πληροφοριών, καθώς και ως προς το επίπεδο και την αποτελεσματικότητα της επαλήθευσης και της επιβολής.
Σχετικά με την ελευθερία και την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης, η έκθεση τονίζει ότι τόσο η πανδημία COVID-19, όσο και ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας κατέδειξαν τον καίριο ρόλο των δημοσιογράφων στον έλεγχο των γεγονότων και την ενημέρωση των πολιτών. Αρκετά κράτη μέλη έχουν εγκρίνει ή εντείνει ή εξετάζουν μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και των συνθηκών εργασίας των δημοσιογράφων, με βάση τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της Επιτροπής.
Επιπλέον, αρκετά κράτη μέλη έχουν καταβάλει προσπάθειες για τη βελτίωση της διαφάνειας της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης. Εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με την έλλειψη διαφάνειας στην κατανομή της κρατικής διαφήμισης, τη σύγκρουση συμφερόντων και τα εμπόδια που σχετίζονται με την πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα - αυτά είναι ορισμένα από τα σημαντικά ζητήματα που επισημαίνονται στην έκθεση και τα οποία χρήζουν προσοχής.
Για πρώτη φορά, η έκθεση εξετάζει επίσης τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, αναγνωρίζοντας τον ιδιαίτερο ρόλο τους για την κοινωνία και τη δημοκρατία. Απαιτούνται εγγυήσεις για να διασφαλιστεί ότι προστατεύεται η ανεξαρτησία των δημόσιων μέσων ενημέρωσης και ότι η δημόσια χρηματοδότηση είναι επαρκής και δεν χρησιμοποιείται για την άσκηση πολιτικής πίεσης στα εν λόγω μέσα ενημέρωσης, όπως περιγράφεται στα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Σχετικά με τους θεσμικούς ελέγχους, η έκθεση επισημαίνει ότι τα κράτη-μέλη συνέχισαν να βελτιώνουν την ποιότητα των νομοθετικών διαδικασιών τους - τάση που παρατηρήθηκε στις εκθέσεις του 2020 και του 2021 για το κράτος δικαίου. Τα συνταγματικά δικαστήρια εξακολουθούν να διαδραματίζουν καίριο ρόλο στο σύστημα ελέγχων και ισορροπιών, συμπεριλαμβανομένης της εποπτείας των μέτρων έκτακτης ανάγκης, καθώς και σε άλλους τομείς, όπως οι εκλογές. Σε ορισμένα κράτη μέλη το καθεστώς των οργανισμών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των διαμεσολαβητών και άλλων ανεξάρτητων αρχών ενισχύθηκε περαιτέρω. Στην πλειονότητα των κρατών μελών, υπάρχει ευνοϊκό και υποστηρικτικό περιβάλλον για την κοινωνία των πολιτών.
Ωστόσο, σε ορισμένα κράτη μέλη εξακολουθεί να μην υπάρχει επίσημο πλαίσιο διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη, γεγονός που αποτελεί πηγή ανησυχίας, και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις, όπως ζητήματα χρηματοδότησης, αρνητικά αφηγήματα και περιορισμούς στον λειτουργικό τους χώρο. Για πρώτη φορά, η έκθεση εξετάζει επίσης την εκτέλεση από τα κράτη μέλη των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η αντιπρόεδρος για θέματα Αξιών και Διαφάνειας, Βιέρα Γιούροβα, δήλωσε: «Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι μία ακόμη υπενθύμιση της σημασίας του έργου μας για την προάσπιση και την προώθηση του κράτους δικαίου στην ΕΕ και πέραν αυτής. Η φετινή έκθεση δείχνει ότι η συζήτηση σχετικά με το κράτος δικαίου στην Ευρώπη σημειώνει πρόοδο, καθώς τα κράτη μέλη επιφέρουν βελτιώσεις και αντιμετωπίζουν ζητήματα που αφορούν το κράτος δικαίου.
Δυστυχώς, εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες σε ορισμένα κράτη μέλη, ιδίως όσον αφορά την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Επίσης, για πρώτη φορά, η έκθεση εξετάζει τα δημόσια μέσα ενημέρωσης. Απαιτούνται περισσότερες εγγυήσεις για να διασφαλιστεί ότι προστατεύεται η ανεξαρτησία των δημόσιων μέσων ενημέρωσης και ότι η δημόσια χρηματοδότηση είναι επαρκής και δεν χρησιμοποιείται για την άσκηση πολιτικής πίεσης στα εν λόγω μέσα ενημέρωσης». Η Β. Γιούροβα κάλεσε τα κράτη-μέλη να ακολουθήσουν τις συστάσεις της Επιτροπής.
Από την πλευρά του, ο επίτροπος Δικαιοσύνης, Ντιντιέ Ρεντέρς, δήλωσε: «Η απρόκλητη και αδικαιολόγητη στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας δείχνει ότι η προστασία και η προώθηση του κράτους δικαίου είναι πιο σημαντικές από ποτέ. Ο μόνος τρόπος για να διατηρήσει η ΕΕ την αξιοπιστία της είναι να προασπίσουμε το κράτος δικαίου στο εσωτερικό και να συνεχίσουμε να ενισχύουμε τη νοοτροπία του κράτους δικαίου. Διαπιστώνω με ικανοποίηση ότι η έκθεσή μας συμβάλλει στην επίτευξη αυτού του στόχου».