Οι πρόσφατα επικαιροποιημένες εκτιμήσεις για την εξέλιξη του παγκόσμιου πληθυσμού αναθεωρούνται (για άλλη μια φορά) προς τα κάτω. Υπολογίζεται ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός δε θα ξεπεράσει τα 10 δισ. πριν αρχίσει η σταδιακή μείωσή του. Η εκτίμηση αυτή που βρίσκεται σε πλήρη αντιδιαστολή με την αγωνία του υπερπληθυσμού, δεν αποδίδεται στην επίπτωση της πανδημίας. Η προς τα κάτω αναθεώρηση της πορείας του παγκόσμιου πληθυσμού οφείλεται στη γενικευμένη μείωση της γονιμότητας. Σε όλο τον κόσμο η γονιμότητα πέφτει. Σήμερα, 7 στις 10 χώρες καταγράφουν γονιμότητα χαμηλότερη του απαιτούμενου για την αναπλήρωση του πληθυσμού επιπέδου των 2,1 παιδιών ανά γυναίκα.
Αυτή τη στιγμή μια στις 3 χώρες στον κόσμο εφαρμόζει ενεργές πολιτικές στήριξης της οικογένειας και ενίσχυσης των γεννήσεων. Πολιτικές που μπορεί να συμβάλουν στη βελτίωση των συνθηκών ζωής των νέων γονέων, δεν καταφέρνουν όμως να αυξήσουν τη γονιμότητα γιατί απλά δεν θεραπεύουν τις πραγματικές αιτίες πίσω από τον περιορισμό των γεννήσεων. Οι γεννήσεις θα παραμείνουν χαμηλές για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Λόγους πρακτικούς όπως τα περισσότερα χρόνια σπουδών, οι επαγγελματικές φιλοδοξίες, το υψηλό κόστος ζωής. Ιδεολογικούς αφού οι Millenials και η Γενιά Ζ έχουν άλλες αξίες για τη ζωή, διαφορετικές προτεραιότητες, είναι πιο ανοικτοί στη διαφορετικότητα και δίνουν έμφαση στην ποιότητα ζωής. Οι λόγοι επίσης μπορεί να είναι συγκυριακοί: η δημιουργία οικογένειας είναι χαμηλά μεταξύ των προτεραιοτήτων των νέων πριν τα 30-35 υποτιμώντας όμως έτσι τις βιολογικές δυσκολίες που συνεπάγεται η καθυστέρηση αυτή.
Στους παραπάνω λόγους προστίθεται και η αριθμητική (ή αλλιώς η εκδίκηση της δημογραφίας): η ιδιαίτερα χαμηλή γονιμότητα των τεσσάρων τελευταίων δεκαετιών έχει σχηματίσει μικρές γενιές νέων σε αναπαραγωγική ηλικία. Οι σημερινοί εν δυνάμει γονείς είναι λίγοι και τα παιδιά τους δεν επαρκούν να αντισταθμίσουν τους αναμενόμενους θανάτους. Με τα σημερινά ηλικιακή δομή, η διατήρηση του πληθυσμού της Ελλάδας θα απαιτούσε 2,5 παιδιά ανά γυναίκα, επίπεδα εντελώς ουτοπικά για οποιαδήποτε ανεπτυγμένη χώρα.
Με απλά λόγια, ο πληθυσμός της Ελλάδας θα συνεχίσει να μειώνεται ακόμα κι αν η γονιμότητα αυξηθεί.
Με αυτά τα δεδομένα είναι τουλάχιστον οξύμωρο να αναζητούμε δημογραφική βιωσιμότητα μέσα από την αύξηση των γεννήσεων. Στο σημερινό συνέδριο με θέμα το Δημογραφικό –Η μεγάλη πρόκληση, με την παρουσία του πρωθυπουργού και πολλών μελών της Κυβέρνησης η ενίσχυση των γεννήσεων αποτέλεσε κεντρικό θέμα συζήτησης. Χωρίς να παραβλέπεται η ανάγκη ουσιαστικής πολιτικής ενίσχυσης των γεννήσεων πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως η λύση για μια βιώσιμη δημογραφική πολιτική δεν περνά από τις γεννήσεις. Άλλωστε οι γεννήσεις δεν αποτελούν ούτε ικανή ούτε αναγκαία συνθήκη για να διασφαλισθεί μια ευνοϊκή αναλογία ανάμεσα στον οικονομικά ενεργό και τον οικονομικά εξαρτημένο πληθυσμό. Υψηλή διαρθρωτική ανεργία, στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας, αναντιστοιχία εκπαίδευσης με ανάγκες της αγοράς κρατούν το δείκτη χαμηλά ακόμα και όταν οι γεννήσεις είναι πολλές.
Η βιώσιμη προοπτική οφείλει να αναζητηθεί στη διαχείριση της ηλικιακής δομής του πληθυσμού. Υγιής τρόπος ζωής, διατροφή, άθληση, προληπτική ιατρική συμβάλλουν στην καθυστέρηση της γήρανσης και βοηθούν στο να μειώνονται οι επιπτώσεις της γήρανσης στον τομέα της υγείας.
Εκπαίδευση, προγράμματα σύνδεσης της παιδείας με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, δια βίου κατάρτιση ενισχύουν το ανθρώπινο κεφάλαιο και βοηθούν την αύξηση της παραγωγικότητας σε όλες τις ηλικίες.
Ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας και νέες τεχνολογίες μπορούν αφ’ενός μεν να αντισταθμίσουν τις συνέπειες της μείωσης εργατικού δυναμικού και αφ’ετέρου να ενισχύσουν την παραγωγικότητα των μεγαλύτερων ηλικιών.
Η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας στους άνω των 55 ετών, οι οποίου διαθέτουν τεχνογνωσία, εμπειρία, έχουν τις απαραίτητες γνωριμίες και ίσως και τα διαθέσιμα κεφάλαια για να επενδύσουν με αξιώσεις και προοπτικές σε μια ιδέα. Οι start-ups δεν είναι αποκλειστικότητα των νέων, αντίθετα η εμπειρία των ΗΠΑ δείχνει πως οι νεοφυείς εταιρείες με ιδρυτή άτομο άνω των 45 ετών έχουν πολύ υψηλότερες πιθανότητες επιβίωσης μετά τα 3 πρώτα χρόνια και μεγαλύτερο κύκλο εργασιών.
Η συντονισμένη προσέλκυση και αξιοποίηση μεταναστών με ειδικότητες συμπληρωματικές αυτών του ντόπιου πληθυσμού, μπορεί να καλύψει κενά σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας αλλά και γεωγραφικές περιοχές της χώρας. Κίνητρα προσέλκυσης ψηφιακών νομάδων αλλά και συνταξιούχων αλλοδαπών μπορούν να δώσουν ώθηση στην οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη.
Καμία από τις παραπάνω προτάσεις δεν θα συμβάλει στην αντιστροφή των δημογραφικών εξελίξεων που είναι σε μεγάλο βαθμό προδιαγεγραμμένες μέχρι το 2050. Συντονισμένες δράσεις, όμως, συμβάλουν στην προσαρμογή στις νέες συνθήκες που θα επικρατούν στο εξής, στο μετριασμό των συνεπειών της δημογραφικής γήρανσης, και στη δημιουργία βιώσιμων προοπτικών για το μέλλον.
*Η Αλεξάνδρα Τραγάκη είναι Καθηγήτρια Οικονομικής Δημογραφίας στο Τμήμα Γεωγραφίας (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο).