Την εβδομάδα 10 – 15 Μαΐου διεξήχθη το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Την Πέμπτη 13/5 μου είχε ανατεθεί η επιλογή τριών θεματικών ενοτήτων και ομιλητών στο πλαίσιο της Εκπαίδευσης.
Η δεύτερη θεματική ενότητα είχε ως θέμα «Τον Επανασχεδιασμό και τη Λειτουργία της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης». Προσκεκλημένοι ήσαν ο Άγγελος Συρίγος, καθηγητής και υφυπουργός Παιδείας, η Άννα Διαμαντοπούλου, π. υπουργός παιδείας και πρόεδρος του ΔΙΚΤΥΟΥ, ο Δημήτρης Μπερτσιμάς, καθηγητής του ΜΙΤ και πρώτος πρόεδρος του Συμβουλίου του ΕΚΠΑ και ο Richard Hunter, καθηγητής στο Cambridge University και πρώτος πρόεδρος του Συμβουλίου του ΑΠΘ. Η συζήτηση ήταν εποικοδομητική και αναδείχθηκαν οι αβελτηρίες, αλλά και οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, που ακόμη αναμένουν να υλοποιηθούν.
Ιδιαίτερα μετά την κατάργηση των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και την ένταξή τους στα πανεπιστήμια χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση του συνόλου των ιδρυμάτων (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ), έχει γίνει σαφές ότι η χώρα δεν μπορεί να πορεύεται πλέον με 24 πανεπιστήμια και 451 τμήματα διάσπαρτα σε δεκάδες πόλεων, αλλά με κανένα Τεχνολογικό Ίδρυμα και υποβαθμισμένη εκπαίδευση για εξειδικευμένους τεχνίτες για τη γεωργία, τη μεταποίηση και τα λοιπά επαγγέλματα, που έχουν προκύψει από τη μεγάλη τεχνολογική επανάσταση.
Η μεμονωμένη απόφαση του Πανεπιστημίου Πατρών για κατάργηση και συγχώνευση τεσσάρων τμημάτων (πρώην τμήματα του ΤΕΙ, που ενσωματώθηκε σε αυτό) αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση, που επιβεβαιώνει τον κανόνα της αδράνειας εκ μέρους των πανεπιστημίων και του υπουργείου Παιδείας.
Το σημαντικότερο, που οφείλουμε να επισημάνουμε είναι ότι η είσοδος των 78.000, από τους περίπου 105.000 διαγωνιζομένους ετησίως στα πανεπιστήμια, αφήνει ελάχιστους νέους ανθρώπους να οδηγηθούν προς την τεχνολογική εκπαίδευση. Σημειωτέον ότι η Ελλάδα διαθέτει πολλαπλάσιους νομικούς, γιατρούς, μηχανικούς, οικονομολόγους, αλλά και πτυχιούχους θετικών επιστημών από όσους μπορεί να απασχολήσει.
Συγχρόνως, είναι πλέον διαπιστωμένο τόσο από τις επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας όσο και από τους ερευνητές στα πανεπιστήμια ότι το εκπαιδευτικό σύστημα παράγει αποφοίτους, των οποίων οι ψηφιακές ικανότητες δεν είναι βιομηχανικού επιπέδου.
Αυτό αυξάνει για τις επιχειρήσεις το εσωτερικό κόστος μετεκπαίδευσης των προσλαμβανομένων επιστημόνων, μηχανικών και τεχνικών έως ότου γίνουν παραγωγικοί. Το αποτέλεσμα είναι να αυξάνεται η ανεργία, η υποαπασχόληση και η ετεροαπασχόληση.
Η πρόταση, που συζητήθηκε από τον εισηγητή, ήταν ότι θα πρέπει να επιταχυνθεί άμεσα η αξιολόγηση των γνωστικών αντικειμένων, των υποδομών, του επιστημονικού προσωπικού και των αναγκών της χώρας και στην συνέχεια η Πολιτεία να επιδείξει το πολιτικό θάρρος και να καταστρώσει ένα εθνικό σχέδιο για την κατάργηση, συγχώνευση, μετονομασία και αλλαγή γνωστικού αντικειμένου Πανεπιστημίων, Σχολών και Τμημάτων τους.
Η Ελλάδα των 10 εκατομμυρίων πολιτών δεν μπορεί να συντηρεί 24 πανεπιστήμια, να έχει καταργήσει την Τεχνολογική Εκπαίδευση και να προωθεί το 78% των αποφοίτων Λυκείου στα πανεπιστήμια.
Συζητήθηκε, επίσης, το νομικό πλαίσιο λειτουργίας και διοίκησης των ΑΕΙ και η ανάγκη αυτό να αλλάξει, προκειμένου να δίνει τη δυνατότητα σε αυτά να διατηρούν ένα υψηλό επίπεδο σπουδών, να περιορίζουν τη χρονική διάρκεια των σπουδών ή ακόμη και να τη διακόπτουν για κάποιον φοιτητή, ο οποίος αποδεδειγμένα αδυνατεί να ακολουθήσει το Πρόγραμμα Σπουδών.
Θα αναφέρω πέντε πυλώνες του νόμου 4009/2011, την επαναφορά των οποίων θεωρώ αδήριτη ανάγκη για την αναβάθμιση:
1. Τα Συμβούλια Ιδρυμάτων, τα οποία καταργήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν επανήλθαν. Είναι εκείνα, που προσέλκυσαν άτομα εγνωσμένης ακαδημαϊκής και επαγγελματικής αξίας, και τα οποία είχαν την ευθύνη του ελέγχου των πράξεων της Συγκλήτου και του πρύτανη, την επιλογή των υποψηφίων πρυτάνεων και κοσμητόρων, βάσει ακαδημαϊκών κριτηρίων, τον σχεδιασμό της ανάπτυξης του ιδρύματος, την προσέλκυση πόρων και δωρεών και την επιλογή του ΔΣ του ΝΠΙΔ, το οποίο θα διαχειριζόταν την έρευνα, την περιουσία και την αξιοποίηση της έρευνας και της καινοτομίας.
2. Ο περιορισμός της διάρκειας φοίτησης και ο έλεγχος της ακαδημαϊκής προόδου, προκειμένου να συνεχισθεί η φοίτηση. Δηλαδή η απαλλαγή των ιδρυμάτων από τους αιώνιους φοιτητές, ώστε αυτοί να διοχετεύονται σε επαγγελματικές σχολές.
3. Η πρόληψη της υβριδικής αναπαραγωγής των καθηγητών. Ένας απόφοιτος του πανεπιστημίου Χ δεν μπορούσε να εκλεγεί σε οιανδήποτε θέση διδάσκοντος στο ίδιο ίδρυμα, πριν παρέλθουν τουλάχιστον τρία χρόνια θητείας σε άλλο ισότιμο ίδρυμα. Είναι θλιβερό να βλέπεις τμήματα πανεπιστημίων να αποτελούνται κατά πλειοψηφία από αποφοίτους τους, οι οποίοι ουδέποτε δίδαξαν ή ερεύνησαν σε άλλο ίδρυμα (η γνωστή ως υβριδική αναπαραγωγή).
4. Η ίδρυση επιχορηγούμενων εδρών και καθηγητικών θέσεων (endowed chairs), ώστε ιδιώτες δωρητές ή μεγάλες επιχειρήσεις να χρηματοδοτούν θέσεις με συγκεκριμένη αποστολή και γνωστικό αντικείμενο.
5. Οι διακριτές ακαδημαϊκές βαθμίδες Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Η πελατειακού χαρακτήρα ανακήρυξη όλων των ΤΕΙ σε πανεπιστήμια (νόμος Γαβρόγλου 4559/2018), παραμένει ως έχει και ουδείς τολμά να τη θίξει. Έτσι, υποβαθμισμένα τμήματα, που έπρεπε να έχουν ενταχθεί στη διετή Επαγγελματική Εκπαίδευση, σήμερα αποτελούν πανεπιστημιακά τμήματα με τετραετείς σπουδές, ενώ η χώρα στερείται Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Η δε πρόθεση του υπουργείου παιδείας να διατηρήσει αυτή την κατάσταση, μειώνοντας τα έτη φοίτησης σε κάποια τμήματα αλλά διατηρώντας ως πανεπιστημιακά τμήματα, θα αποτελέσει παγκόσμια πρωτοτυπία μεν αντιακαδημαϊκή δε.
6. Το άρθρο 8, το οποίο προέβλεπε (α) ότι όλα τα τμήματα της ίδιας σχολής λειτουργούν στην ίδια πόλη και (β) με ΠΔ και κατόπιν εισήγησης της τότε ΑΔΙΠ θα υπήρχε συγχώνευση και κατάργηση τμημάτων και ΑΕΙ.
Η καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων έχει κόστος και μάλιστα μεγάλο. Τμήματα κατασκευής μουσικών οργάνων είναι πλέον πανεπιστημιακά, καθηγητές βιολογίας είναι μέλη ΔΕΠ σε τμήματα ηλεκτρολόγων μηχανικών και καθηγητές ανθοκομίας μέλη ΔΕΠ τμημάτων κοινωνικής εργασίας. Η υβριδική δε αναπαραγωγή είναι πλέον ο κανόνας στη στελέχωση των σχολών των πρώην ΤΕΙ και ο ΣΥΡΙΖΑ επιχαίρει για την μακροημέρευση του νόμου Γαβρόγλου.
Θα ήταν άδικο όμως να μη δεχθούμε ότι τα βήματα, που έγιναν έως σήμερα είναι προς τη θετική κατεύθυνση με κύριο αυτό της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής. Η εφαρμογή του θα αφήσει ενδεχομένως εκτός πανεπιστημίων περίπου 20.000 υποψηφίους, οι οποίοι θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να εγγραφούν στην επόμενη βαθμίδα, που είναι η Επαγγελματική Εκπαίδευση των διετούς φοίτησης ΙΕΚ.
Παρ' όλα αυτά, το πρόβλημα θα παραμείνει. Και η χώρα θα πορεύεται με ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που ίσως θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του 1980 ή του 1990. Μακράν όμως από τις απαιτήσεις της εποχής της παγκοσμιοποίησης και του μεγάλου ανταγωνισμού, της ψηφιακής μεταρρύθμισης, της πράσινης ενέργειας και των απαιτήσεων του νεωτερικού κοινωνικού κράτους του 21ου αιώνα.
* Ο Ιωακείμ Γρυσπολάκης είναι Ομότιμος καθηγητής, πρώην πρύτανης Πολυτεχνείου Κρήτης