«Και στο μέλλον θα χρειασθούν θυσίες για να μη χαθή ο,τι έζησε πάμπολλους αιώνες και κινδύνευσε να εξαφανισθή μετά το σκοτεινό 1964 και τώρα ξαναζωντανεύει. Συνεχίζομε όλοι μαζί. Κανείς δεν περισσεύει. Η Ίμβρος ανήκει σε αυτούς που ανήκουν σε αυτήν». Πύρινος ήταν ο λόγος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου μετά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας, στον Ναό της Αγίας Μαρίνας στην Ίμβρο, στην οποία χοροστάτησε, σήμερα, Παρασκευή, ημέρα που η Εκκλησία τιμά τη μνήμη της Αγίας Μεγαλομάρτυρος.
«Για όλους εμάς τους Ιμβρίους, η χαμένη μέσα στα κύματα του Βορείου Αιγαίου πατρίδα μας είναι ο κόσμος όλος, είπε ο κ. Βαρθολομαίος και συνέχισε:« Παρά τα ανείπωτα δεινά, η Ίμβρος επεβίωσε. Οι Ίμβριοι, εδώ και στην ξενητιά, διετήρησαν αλώβητη την ταυτότητά τους. Όμως ο αγώνας δεν τελείωσε. Απαιτείται εγρήγορση. Και στο μέλλον θα χρειασθούν θυσίες για να μη χαθή ο,τι έζησε πάμπολλους αιώνες και κινδύνευσε να εξαφανισθή μετά το σκοτεινό 1964 και τώρα ξαναζωντανεύει. Συνεχίζομε όλοι μαζί. Κανείς δεν περισσεύει. Η Ίμβρος ανήκει σε αυτούς που ανήκουν σε αυτήν».
«Η λαοφιλής Αγία Μεγαλομάρτυς Μαρίνα να μεταδίδη σε όλους το ανέσπερο φως του Χριστού, να μεσιτεύη στον Σωτήρα μας για να μας χαρίζη υγεία και κάθε άνωθεν ευλογία, και να προστατεύη το νησί μας, το νησί μας που το αγαπούμε περισσότερο από τον εαυτό μας και νοιαζόμαστε γι᾿ αυτό. Γιατί εμείς ερχόμεθα και παρερχόμεθα, ενώ η Ίμβρος προώρισται να ζήση εις τους αιώνας».
Στην ομιλία του, ο Παναγιώτατος, υπενθύμησε ότι ο ναός της Αγίας Μαρίνης ήταν Μητροπολιτικός Ναός μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε μεταφέρθηκε η έδρα της Μητροπόλεως στην Παναγία, διοικητικό κέντρο του νησιού.
«Ο ωραίος αυτός ναός υπήρξε θύμα των τραγικών περιπετειών που γνώρισε το νησί μας κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Το Κάστρο είναι το πρώτο χωριό της Ίμβρου, το οποίο εγκατελείφθηκε από τους γηγενείς κατοίκους του. Τη νύκτα της 20ης Ιουλίου 1974, οι Καστρινοί εξεδιώχθησαν βίαια από εποίκους, οι οποίοι κατέλαβαν και λεηλάτησαν τα σπίτια τους. Μαζί με ολόκληρο τον οικισμό βεβηλώθηκε και ο ναός αυτός της Αγίας Μαρίνης και μετετράπη σε αχυρώνα. Είχε αυτή την τραγική κατάληξη ένα μνημείο, εις το οποίον είναι ενσωματωμένα πολλά παλαιοχριστιανικά γλυπτά, κίονες, κιονόκρανα, θωράκια και άλλα, τα οποία συνθέτουν μοναδική μαρτυρία για το πως ήσαν διακοσμημένοι οι παλαιοί ναοί του νησιού. Πριν μερικά χρόνια, ανεκαινίσθη ο ναός αυτός δαπάναις του Τουρκικού Δημοσίου, επειδή είναι κατειλημμένος Ναός, Mazbut, και έκτοτε δυνάμεθα να τον λειτουργούμε, δηλώνοντάς το απλώς στις αρχές. Βεβαίως και ασφαλώς θα ήταν πολύ προτιμότερο, προτιμότερο από το να ανακαινισθή από τις Αρχές του τόπου, ο Ναός να μην είχε βεβηλωθεί, να μην είχε καταστραφεί, να μην είχε εκκενωθεί το Κάστρο βιαίως από τους παλαιούς, γνησίους, παραδοσιακούς κατοίκους του, αλλά εν πάση περιπτώσει, καλύτερα που είναι όπως τον βλέπουμε και τον λειτουργούμε σήμερα το Ναό της Αγίας Μαρίνης, παρά όπως ήταν στάβλος και αχυρώνας όπως τον θυμούμαστε πολλοί από εμάς. Ερχόμουν πάντοτε και έψαλλα το απολυτίκιο της Αγίας Μαρίνης και λυπόμουνα κατάβαθα βλέποντας το κατάντημα του παλαιού Μητροπολιτικού Ναού του νησιού μας, και ήρθε η ημέρα κατά την οποία επεσκευάσθη και μακάρι να μην αργήσει η ημέρα κατά την οποία θα επιστραφεί εις το στοιχείον μας η διοίκησις και η διαχείρισις του Ναού αυτού, που σημαίνει ότι θα έχει το δικαίωμα να αποκτήσει και πάλι την ιδικήν του εκκλησιαστικήν Επιτροπή και ο,τι περιουσιακό στοιχείο έχει να μπορεί να το διαχειρίζεται η Επιτροπή αυτή, η οποία θα αναδειχθεί από δημοκρατικές εκλογές. Αυτό που περιμένουμε όχι μόνον για τα κατειλημμένα Βακούφιά μας, όπως είναι εδώ το Κάστρο, η Αγία Βαρβάρα στο Ευλάμπιο, και πολλές, γύρω στις 25 Εκκλησίες και Ιδρύματά μας στην Κωνσταντινούπολη, όχι μόνον σε αυτά τα λεγόμενα Μazbut Βακούφια, αλλά να επιτραπούν οι εκλογές, οι οποίες αυθαιρέτως απηγορεύθησαν τα τελευταία έξι-επτά χρόνια, όχι μόνον για την Ρωμαίηκη Κοινότητα της χώρας μας, αλλά και για την Αρμενική και την Εβραϊκή και τις άλλες μειονότητες».
Τέλος, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ευχήθηκε, σύντομα να διοριστεί νέος εφημέριος στην Αγία Μαρίνα, και να λειτουργείται επί μονίμου βάσεως, και να αποκτήσει και πάλι, επανέλαβε, «την εκκλησιαστικήν της Επιτροπή, να έχει τα περιουσιακά της στοιχεία, να έχει όλες τις δημοκρατικές ελευθερίες και τις θρησκευτικές ελευθερίες που προβλέπονται και θεωρούνται αυτονόητες για μία δημοκρατική χώρα, όπως είναι η χώρα μας».