Ο Τραμπ άφησε πίσω του για τον Μπάιντεν έναν «λογαριασμό» από πολλές και σοβαρές ζημιές στην σχέση με την Ευρώπη. Για τον Τραμπ η σημερινή μέρα μπορεί να χαρακτηριστεί και ως αυτή «της κρίσης», αφού στις 10-11 το βράδυ θα έρθει αντιμέτωπος με το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την παραπομπή του στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Μάλιστα, σύμφωνα με όσα είναι γνωστά μέχρι αυτή τη στιγμή, το κατηγορητήριο δεν υποστηρίζεται μόνο από την συντριπτική πλειοψηφία των Δημοκρατικών, αλλά και από Ρεπουμπλικανούς.
Τα πρόσφατα γεγονότα στην Αμερική περιπλέκουν ακόμα περισσότερο το έργο του νεοεκλεγέντα προέδρου, που έχει δεσμευθεί να αποκαταστήσει όσες συμμαχίες τραυμάτισε ο Τραμπ. Η εισβολή στο Καπιτώλιο, η ανεξήγητη αποτυχία της αστυνομίας στην Ουάσινγκτον να αποτρέψει τους διαδηλωτές να μπουκάρουν στο Καπιτώλιο και μια δεύτερη πρόταση μομφής κατά του Τραμπ στις τελευταίες ώρες του στην εξουσία, περνούν το μήνυμα όχι μόνο μιας κρίσης στην αμερικανική δημοκρατία αλλά και μιας κρίσης στην αμερικανική ισχύ. Κάνουν την Αμερική να δείχνει πιο αδύναμη στα μάτια των εχθρών της και πιο αναξιόπιστη στα μάτια των συμμάχων της.
Οι Αμερικανοί θα έχουν σύντομα έναν νέο πρόεδρο αλλά δεν θα έχουν μια νέα χώρα. Τα τέσσερα χρόνια της προεδρίας του Τραμπ θα συνεχίσουν να «αντηχούν» στον υπόλοιπο κόσμο παρά την διακαή επιθυμία Μπάιντεν να κάνει μια νέα αρχή. Αυτό, όπως έγραψαν χαρακτηριστικά οι New York Times, είναι βέβαιο πως θα επηρεάσει τις δύο βασικές προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής της νέας διοίκησης: την ελπίδα της να οικοδομήσει μια αποτελεσματική συμμαχία δημοκρατιών για την υπεράσπιση μιας φιλελεύθερης τάξης και την προσπάθειά της να συνθέσει μια κοινή αμερικανο-ευρωπαϊκή απάντηση στην άνοδο της Κίνας και των αυταρχικών ηγετών.
Η επιδιόρθωση του ευρωατλαντικού ρήγματος είναι επείγουσα προτεραιότητα και για τις δυο πλευρές. Ευρωπαϊκή Ένωση και ΗΠΑ μαζί αντιπροσωπεύουν πάνω από το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ, και, αν προσθέσουμε και την Βρετανία, σχεδόν το ήμισυ των αμυντικών δαπανών παγκοσμίως.
Οι τρεις «πίστες» για τον Μπάιντεν
Υπό την προεδρία Μπάιντεν, οι σχέσεις Ευρώπης - Αμερικής θα ενταχθούν ουσιαστικά σε τρεις κατηγορίες, τρεις «πίστες» θα μπορούσαμε να πούμε, η κάθε μια με αύξοντα βαθμό δυσκολίας.
- Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει σχετικά «εύκολα» θέματα όπου η επίτευξη συνεννόησης θεωρείται σχεδόν δεδομένη. Ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει την ΕΕ ως «εχθρό» που δημιουργήθηκε για να φτωχοποιήσει την Αμερική και το ΝΑΤΟ ως παρωχημένο. Από τον Μπάιντεν οι Ευρωπαίοι αναμένουν ότι θα επιβεβαιώσει την δέσμευση των ΗΠΑ στο άρθρο 5 του ΝΑΤΟ και θα ακολουθήσει μια πιο προβλέψιμη πολιτική έναντι της Ρωσίας. Ο Μπάιντεν θα επιδιώξει να επεκτείνει την συμφωνία ελέγχου πυρηνικών όπλων με τη Ρωσία (New Start), που λήγει στις 5 Φεβρουαρίου, θα επανέλθει στην συμφωνία των Παρισίων για το κλίμα, θα ανακαλέσει την απόσυρση Τραμπ από τον ΠΟΥ και πιθανόν να άρει τους δασμούς που είχε βάλει ο Τραμπ στον χάλυβα και το αλουμίνιο της ΕΕ.
- Στην δεύτερη, πιο φιλόδοξη κατηγορία ζητημάτων, ο βαθμός δυσκολίας ανεβαίνει. Ο Μπάιντεν έχει δεσμευτεί για μια «Σύνοδο Κορυφής για τις Δημοκρατίες», με σκοπό την αντιμετώπιση των αυταρχικών χωρών. Πρακτικά αυτό θα πάρει την μορφή μιας συμφωνίας σε ένα σύνολο αρχών που θα χρησιμεύσουν ως πυξίδα για την πολιτική σε ένα φάσμα θεμάτων. Εδώ, σύμφωνα με τους New York Times, προκύπτουν δυο απορίες:
Πρώτον, θα μπορέσει η νέα διοίκηση να επαναφέρει την Αμερική στον ρόλο του ηγέτη του ελεύθερου κόσμου όταν το δικό της δημοκρατικό σύστημα περνάει κρίση;
Και δεύτερον, τι θα γίνει με τους πολιτικούς ηγέτες στυλ Τραμπ; Θα έπρεπε ή όχι να προσκληθούν σε μια τέτοια σύνοδο κορυφής ηγέτες όπως π.χ. ο Ερντογάν της Τουρκίας; Η πρόσκλησή τους δεν θα θεωρηθεί σαν να δίνει δημοκρατική νομιμότητα στον αυταρχισμό; Από την άλλη, αν η Αμερική τούς κρατήσει έξω από το δημοκρατικό «κλαμπ», μήπως αυτό θα είναι σα να κάνει δώρο στην Ρωσία και την Κίνα που ψάχνουν να δημιουργήσουν το δικό τους κλαμπ χωρών;
Έρευνα που διενεργήθηκε από το European Council on Foreign Relations μετά τις αμερικανικές εκλογές και που πρόκειται να δημοσιευθεί την ημέρα της ορκωμοσίας Μπάιντεν, καταγράφει ότι η πλειοψηφία των Ευρωπαίων αμφιβάλει κατά πόσο θα μπορέσει ο νέος πρόεδρος να αποκαταστήσει την παγκόσμια ηγεσία. Στην Γερμανία, μάλιστα, η πλειοψηφία πιστεύει ότι αφότου οι Αμερικανοί εξέλεξαν τον Τραμπ το 2016, δεν μπορούν πια να τους εμπιστεύονται ως προβλέψιμο σύμμαχο.
- Η τρίτη κατηγορία περιέχει «ευαίσθητα» ζητήματα κι εντάσεις που πρέπει να απαλυνθούν. Οι διαχρονικές αμερικανικές ανησυχίες ότι κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως η Γερμανία, είναι πίσω στις στρατιωτικές δαπάνες δεν θα τελειώσουν με την αποχώρηση Τραμπ. Η Ευρώπη θέλει την συνεργασία της Αμερικής σε θέματα ασφάλειας, άμυνας στον κυβερνοχώρο και καταπολέμησης της διαφθοράς. Από την άλλη, οι προσπάθειες για ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία αναμένεται ότι θα συναντήσουν αντίσταση στην Αμερική, αν θεωρηθούν ότι υπονομεύουν το ΝΑΤΟ.
Υπάρχει και το ζήτημα επιβολής κυρώσεων σε οντότητες (εταιρίες κλπ) που συνδέονται με projects, τα οποία δεν καλοβλέπει το Κογκρέσο, όπως για παράδειγμα ο αγωγός Nord Stream 2, για τη μεταφορά φυσικού αερίου από τη Ρωσία στη Γερμανία. Σημειωτέον ότι πρόσφατα το Κογκρέσο έδωσε στον Τραμπ την εξουσία να επιβάλει κυρώσεις σε εταιρίες που συνδέονται με τον Nord Stream 2. Αν και είναι με το ένα πόδι στην έξοδο, σε περίπτωση που το ασκήσει πριν αποχωρήσει, θα έχει δημιουργήσει ένα πρόωρο δίλημμα για τον Μπάιντεν και μια πρόωρη τριβή με τη Γερμανία.
Η μεγαλύτερη δοκιμασία
Ωστόσο, η μεγαλύτερη δοκιμασία για τις σχέσεις ΕΕ-Αμερικής θα αποδειχθεί μάλλον το ζήτημα της Κίνας. Η ΕΕ θεωρεί την Κίνα «συστημικό αντίπαλο». Ο Μπάιντεν θέλει να υπάρξει ένα «ενωμένο μέτωπο» δημοκρατικών χωρών έναντι της Κίνας.
Όμως, στις 30 Δεκεμβρίου η ΕΕ συμφώνησε με το Πεκίνο το περίγραμμα μιας επενδυτικής συμφωνίας που ξεσήκωσε κριτική στην Αμερική αλλά και εντός Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι είναι διχασμένοι όσον αφορά την Κίνα. Πολλές ευρωπαϊκές εταιρίες ενισχύουν τις κινεζικές επενδύσεις τους και κανείς δεν γνωρίζει τι θα κάνει η ΕΕ αν της ζητήσει ο Μπάιντεν να αποσυνδεθεί πλήρως από την Κίνα. Πάντως η αποχώρηση, όταν πραγματοποιηθεί, της Άνγκελα Μέρκελ, υπερμάχου των σχέσεων με την Κίνα, μπορεί να αλλάξει την πολιτική ισορροπία στην Ευρώπη, όπως εκτιμά ο Economist.
Φόβοι ότι ο Τραμπ ή κάποιος σαν τον Τραμπ, μπορεί να επιστρέψει σε τέσσερα χρόνια από τώρα, θα μπορούσαν να ωθήσουν την Ευρώπη σε ένα στρατηγικό αντιστάθμισμα, από το να ενισχύσει τις ικανότητές της στην άμυνα μέχρι να αναζητήσεις νέες συμμαχίες. Πολλά θα εξαρτηθούν από το αν στο εξής οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα μπορέσουν να θεωρήσουν δεδομένη την ανθεκτικότητας της δημοκρατίας στην Αμερική.