«Θα εισέλθουμε σε συνθήκες κανονικότητας, όταν θα έχει εμβολιαστεί το 75% των ατόμων ηλικίας άνω των 50 ετών», τόνισε ο καθηγητής πολιτικής υγείας LSE Ηλίας Μόσιαλος στη διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα «Covid-19: Η επόμενη μέρα στην Υγεία», που φιλοξένησε η Affidea.
Μέσα από τα διδάγματα αυτής της πρωτόγνωρης πανδημίας, η πατρίδα μας καλείται να αποκρυσταλλώσει τις εμπειρίες και να προχωρήσει στην χάραξη πολιτικών υγείας για την επόμενη μέρα, έχοντας στον πυρήνα της στρατηγικής της τις συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, καθώς στην προάσπιση του αγαθού της υγείας κανείς δεν περισσεύει.
Τους πυλώνες που θα στηριχθεί αυτή η συνεργασία και τον νέο ρόλο των διαγνωστικών κέντρων στην πρόληψη, όπως αυτή διαγράφεται στην μετά Covid εποχή ανέλυσε ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας και Διευθυντής του κέντρου Οικονομικών της Υγείας του London School of Economics, Ηλίας Μόσιαλος.
Σε μια διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα «Covid-19: H επόμενη μέρα στην Υγεία», που φιλοξένησε η Affidea.
Η εκδήλωση που έγινε με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Υγείας, στις 7 Απριλίου, με τον Θεόδωρο Καρούτζο, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Affidea Ελλάδος να επισημαίνει ότι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αποτελεί τον «κυματοθραύστη» των περιστατικών, προκειμένου να μην καταλήγουν στα δημόσια νοσοκομεία και τα επιβαρύνουν. Στη δύσκολη αυτή συγκυρία, η Affidea βρίσκεται διαρκώς παρούσα στο πλευρό της ελληνικής κοινωνίας. Με αυτόν τον τρόπο είμαστε “όλοι μαζί” κι ας κρατάμε τις αποστάσεις!».
Από την πλευρά του ο κ. Θανάσης Λοπατατζίδης, Εμπορικός Διευθυντής Ευρώπης Ομίλου Affidea καλωσορίζοντας τον καθηγητή Ηλία Μόσιαλο στάθηκε στην περίτρανη απόδειξη ότι η διατήρηση καλής υγείας είναι συστατικό στοιχείο οικονομικής ανάπτυξης για οποιαδήποτε κοινωνία.
Ο καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος υπογράμμισε μεταξύ άλλων πώς ο πιο ουσιαστικός ρόλος του ιδιωτικού συστήματος υγείας στη χώρα μας και η σύμπραξη με το δημόσιο – όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες –πρέπει να είναι μέρος του στρατηγικού σχεδιασμού του συστήματος υγείας στην Ελλάδα. Αναφερόμενος στις δαπάνες υγείας, σημείωσε ότι η καλύτερη οργάνωση δημόσιου και ιδιωτικού κλάδου ασφάλισης και υγείας θα προσφέρει ακόμη καλύτερες υπηρεσίες στους πολίτες και θα επιτρέψει τη συμπληρωματικότητα και τον καλύτερο έλεγχο των δαπανών υγείας, οι οποίες σήμερα στο 40% αφορούν τις ιδιωτικές δαπάνες.
Όπως είπε, η επόμενη μέρα στην υγεία θα πρέπει να περιλαμβάνει, βάσει σύγχρονων επιδημιολογικών προτύπων, έμφαση στην πρόληψη και την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας τόσο σε δημόσιο όσο και σε ιδιωτικό επίπεδο. Επίσης, σημαντική είναι και η αναδιάταξη υπηρεσιών με τη συνεργασία διαφορετικών ειδικοτήτων και φορέων, για μία πιο ολιστική προσέγγιση στην αντιμετώπιση πιο σύνθετων θεμάτων υγείας, που αντιμετωπίζουν ακόμη και νεαρές σε ηλικία πληθυσμιακές ομάδες. Ενώ, σχετικά με τον ΕΟΠΥΥ ανέφερε ότι θα πρέπει να λειτουργεί όχι ως ένας παθητικός πληρωτής υπηρεσιών, αλλά ως ένας φορέας που θα θέτει ποιοτικά κριτήρια, τόσο για τον δημόσιο όσο και για τον ιδιωτικό τομέα, ώστε να παρέχονται καλύτερες υπηρεσίες συνολικά στους πολίτες στο πλαίσιο υγιούς ανταγωνισμού. Ο Ηλίας Μόσιαλος αναφέρθηκε στην ανάγκη στήριξης της εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης γιατρών σε δημόσιο και ιδιωτικό σύστημα υγείας, τονίζοντας ωστόσο ότι το 70% των προβλημάτων οφείλεται σε δομικές ανεπάρκειες στο σύστημα υγείας. Υπογράμμισε την ανάγκη ύπαρξης ενός εθνικού σχεδίου υγείας για ασθένειες όπως οι καρδιοπάθειες και ο καρκίνος που επηρεάζουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού και επισήμανε το σημαντικό ρόλο της ψηφιοποίησης της υγείας και τη δημιουργία υπηρεσιών, όπως ο ψηφιακός φάκελος υγείας, ως κοινό σημείο αναφοράς για την καλύτερη αντιμετώπιση του ασθενή και τη μείωση νοσηλειών. Όπως είπε, η ψηφιοποίηση σε συνδυασμό με τη φυσική επαφή μπορεί να συμβάλει σε κλάδους επιστήμης και εκπαίδευσης μειώνοντας τις ανισότητες και αυξάνοντας την προσβασιμότητα των πολιτών σε υπηρεσίες υγείας, όπως αυτές της τηλεϊατρικής και ιατρικής τηλε-συμβουλευτικής.
Self-test και covid εμβολιασμός
Απαντώντας στην ερώτηση του 1 εκατ. ευρώ «πότε θα εισέλθουμε σε συνθήκες κανονικότητας», ο κ. Μόσιαλος ανέφερε ότι αυτό θα συμβεί όταν θα έχει εμβολιαστεί ποσοστό μεγαλύτερο του 60% του ελληνικού πληθυσμού ή το 75% των άνω των 50 ετών. Ωστόσο, υπογράμμισε την ανάγκη μελέτης για ανοσία του πληθυσμού και την παρακολούθηση εξέλιξης των μεταλλάξεων του ιού, καθώς δεν αποκλείεται ένα τέταρτο κύμα της πανδημίας τον Δεκέμβριο, η οποία όμως θα επηρεάσει μικρότερες ομάδες πληθυσμού και ομάδες που δεν έχουν εμβολιαστεί (π.χ. οι αρνητές).
Αναφορικά με την μεγάλη εξέλιξη των τελευταίων ημερών, τα self-tests o καθηγητής χαρακτήρισε γενναία την απόφαση παροχής τους από την ελληνική κυβέρνηση, ωστόσο σημείωσε ότι ο έλεγχος είναι πιο αποτελεσματικός όταν γίνεται στοχευμένα σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες και όχι στον γενικό πληθυσμό. Περνώντας στο σημαντικό ερώτημα, αν οι άνθρωποι που έχουν εμβολιαστεί ή έχουν ήδη νοσήσει μεταδίδουν τη νόσο, ο Ηλίας Μόσιαλος τόνισε ότι το ιικό φορτίο του κορωνοϊού που μένει στον οργανισμό μας αν έχουμε νοσήσει είναι πολύ μικρό, με συνέπεια η πιθανότητα μετάδοσής του ιού σε τρίτους να είναι μόλις 20%. Για το λόγο αυτό, συνεχίζει να παραμένει προτεραιότητα η τήρηση μέτρων, μέχρι να εμβολιαστεί η πλειοψηφία του πληθυσμού. ‘Ένα σοβαρό ζήτημα που έχει ανακύψει από τις πρόσφατες μελέτες είναι οι καθυστερημένες επιπτώσεις του κορωνοϊού στον οργανισμό. Κλείνοντας, ο κ. Μόσιαλος ανέφερε ότι έχουν παρατηρηθεί νεφρολογικές, καρδιακές και νευρολογικές επιπτώσεις στην υγεία και ότι οι έρευνες βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη. Σημαντικές όπως είπε είναι και οι επιπτώσεις του Lockdown στην ψυχική υγεία, ειδικά σε νεότερες ομάδες πληθυσμού.