Τα εμβόλια κατά του κορονοϊού δεν σχετίζονται με την εμφάνιση εκ γενετής ελαττωμάτων ανιχνεύσιμων στα υπερηχογραφήματα, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, που επιβεβαιώνει ανάλογα παλαιότερα συμπεράσματα των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ. Τα ευρήματα κλείνουν πλέον ένα κενό που είχε μείνει, επειδή οι έγκυες γυναίκες είχαν εξαιρεθεί από τις αρχικές μελέτες των εμβολίων Covid-19.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την επίκουρη καθηγήτρια μαιευτικής-γυναικολογίας Έμιλι Μίλερ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Northwestern του Σικάγου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό παιδιατρικό περιοδικό «JAMA Pediatrics», ανέλυσαν στοιχεία για 3.156 έγκυες που είχαν κάνει υπερηχογράφημα την 19η εβδομάδα της κύησης.
Από αυτές, οι 2.622 (το 83%) είχαν κάνει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου Covid-19 και οι 1.149 (44%) είχαν εμβολιαστεί στο συνιστώμενο από τους επιστήμονες χρονικό διάστημα από 30 μέρες πριν τη σύλληψη έως την 14η εβδομάδα της εγκυμοσύνης.
Αναζητήθηκαν εκ γενετής ελαττώματα και ανωμαλίες, όπως η καρδιά ή η σπονδυλική στήλη του μωρού να μην έχει σχηματιστεί σωστά. Στις ΗΠΑ και άλλες ανεπτυγμένες χώρες το 3% έως 5% των μωρών μπορεί να εμφανίσουν τέτοια προβλήματα, πράγμα που αυξάνει την πιθανότητα θανάτου τους. Ο εμβολιασμός κατά του κορονοϊού δεν βρέθηκε -με βάση την ανάλυση των υπερηχογραφημάτων- να αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης εκ γενετής ελαττωμάτων.
«Μία από τις αιτίες που οι γυναίκες διστάζουν να κάνουν το εμβόλιο όταν είναι έγκυες, είναι ότι ανησυχούν για τα μωρά τους και δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν. Η νέα μελέτη δείχνει ότι πραγματικά δεν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εκ γενετής ελαττωμάτων, υποστηρίζοντας έτσι άλλα ευρήματα ότι το εμβόλιο αυτό είναι ασφαλές και ωφέλιμο για τη μαμά και το μωρό», ανέφερε η ερευνήτρια γυναικολογίας-μαιευτικής δρ Ρέιτσελ Ράντερμαν του ίδιου Πανεπιστημίου.
Το CDC είχε δημοσιεύσει πέρυσι τον Σεπτέμβριο παρόμοια ευρήματα από τη μελέτη του σε έγκυες. Ενώ το CDC είχε συγκρίνει στοιχεία εμβολιασμένων εγκύων με παλαιότερα ιστορικά στοιχεία προ πανδημίας, η νέα μελέτη του Northwestern χρησιμοποίησε ως ομάδα ελέγχου για τη σύγκριση έγκυες που εν μέσω πανδημίας δεν είχαν εμβολιαστεί κατά του κορονοϊού ή είχαν εμβολιαστεί μεν αλλά όχι εντός του συνιστώμενου χρονικού «παραθύρου» (από 30 μέρες πριν τη σύλληψη έως την 14η εβδομάδα της κύησης). Η ανάλυση δεν έδειξε αυξημένη συχνότητα εκ γενετής ανωμαλιών στις εμβολιασμένες γυναίκες.