Σε ένα μετεωρολογικό ή κλιματικό κίνδυνο, είναι πάντα καλύτερα να πάρεις προληπτικά μια απόφαση, όπως το κλείσιμο ενός δρόμου, και ας αποδειχθεί τελικά ότι δεν χρειαζόταν, παρά να αγνοήσεις τα καμπανάκια, τονίζει ο Κώστας Καρτάλης. «Είναι πάντα προτιμότερο να έχεις ένα alarm που δεν σου βγήκε, παρά να χάσεις ένα alarm», λέει ο καθηγητής Φυσικής Περιβάλλοντος για τα σφάλματα της Αττικής Οδού, θυμίζοντας την σωστή απόφαση για το κλείσιμο του Κηφισού τον Οκτώβριο του 2021.
Μιλά για την ανάγκη συνεχών ασκήσεων στο πεδίο, όχι επί χάρτου, κυρίως όμως για τις δυο βασικές ερωτήσεις που ορίζουν τη σωστή διαχείρηση κάθε φυσικής καταστροφής: Σε ποιον τηλεφωνείς, ποιός παίρνει τις αποφασεις. «Αν το σύστημα έχει τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, είναι στο επίπεδο του συντονισμού που χρειάζεται, τότε οι λεπτομέρειες που το εξιδεικεύουν, μπορούν εύκολα να προσδιορισθούν», όπως σημειώνει.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Τρία ισχυρά φυσικά φαινόμενα σε ένα χρόνο («Μήδεια», mega fires το καλοκαίρι, «Ελπίδα»). Είναι πλέον κανονικότητα, τέτοιας έντασης φαινόμενα, δηλαδή θα τα βλέπουμε πλέον με ολοένα μεγαλύτερη συχνότητα κάθε χρόνο; Και αν ναι, τι σημαίνει αυτό;
Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η «Ελπίδα» δεν αποδίδεται με σιγουριά στην κλιματική αλλαγή, στην τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, επισημαίνεται ότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα ενισχύονται ως προς την ένταση, τη συχνότητα και τη διάρκεια τους. Ας κρατήσουμε λοιπόν αυτό.
Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί ότι στην ίδια Έκθεση γίνεται ειδική αναφορά στη Μεσόγειο ως κλιματικό hot spot, δηλαδή μία περιοχή στην οποία οι κλιματικές πιέσεις είναι περισσότερο έντονες και οι εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ιδιαίτερα «επιθετικές».
Ποια είναι τα διδάγματα από τη χιονοθύελλα κε Καρτάλη;
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα προειδοποιούν, όμως η πίστωση χρόνου μέχρι την εμφάνιση και την ανάπτυξη τους είναι περιορισμένη. Χρειάζεται κατά συνέπεια διαρκής ετοιμότητα, συχνές ασκήσεις πεδίου, προληπτικοί έλεγχοι, τεχνολογικός εξοπλισμός, έγκαιρη προειδοποίηση. Πιστεύω ότι με την κλιμακούμενη αύξηση στη συχνότητα και στην ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, θα άξιζε τον κόπο να ακολουθήσουμε το μοντέλο των σεισμών, εκεί δηλαδή που μία επιτροπή ειδικών αξιολογεί συλλογικά τον σεισμικό κίνδυνο. Αντίστοιχα πρέπει να αξιολογείται κατά συλλογικό τρόπο ο μετεωρολογικός ή ο κλιματικός κίνδυνος. Δεν μπορεί με άλλα λόγια, να είναι η εκτίμηση ενός και μόνο επιστήμονα ή ειδικού. Τα φαινόμενα είναι ιδιαίτερα ακραία και σύνθετα για να αντέχουν στην αυθεντία του ενός, ουσιαστικά χρειάζεται σύνθεση και συνδυασμός γνώσεων και εμπειρίας. Η επιστημονική κοινότητα έχει πολλά να προσφέρει προς αυτή την κατεύθυνση, όμως συχνά δεν ακούγεται.
Υπό ποιες προϋποθέσεις πιστεύετε ότι θα είναι σε θέση ο μηχανισμός να ξεπεράσει τις αστοχίες και τις ανεπάρκειες και να ανταπεξέρχεται με επιτυχία απέναντι σε τέτοια φαινόμενα;
Ο σχεδιασμός πρέπει να έχει ισχυρή προληπτική διάσταση (όπως για παράδειγμα η απόφαση που σωστά ελήφθη για το κλείσιμο του Κηφισού τον Οκτώβριο του 2021). Σε ένα μετεωρολογικό ή κλιματικό κίνδυνο (ή και σε ένα που αφορά δασικές πυρκαγιές), είναι πάντα προτιμότερο να έχεις ένα alarm που δεν βγήκε, παρά να χάσεις ένα alarm. Ο σχεδιασμός πρέπει να έχει και νέες προτεραιότητες, λ.χ. ως προς την ανθεκτικότητα των υποδομών, τη λειτουργία των πόλεων, τις μεταφορές αλλά και την ανακατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων.
Σίγουρα το Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας χρειάζεται παραπάνω αρμοδιότητες, τόσο κεντροβαρικές όσο και άλλες που είναι ενδεχομένως λιγότερο κρίσιμες, όμως είναι διάχυτα διασκορπισμένες με αποτέλεσμα στην κρίση να προκύπτουν αδύναμοι κρίκοι που αδυνατίζουν ή και ακυρώνουν το συνολικό σχεδιασμό.
Ένα θέμα που ανέδειξε ο ίδιος ο πρωθυπουργός είναι η ανάγκη, σε συνθήκες κρίσεων τα κέντρα, οι επικεφαλής όλων των δομών που εμπλέκονται στην πολιτική προστασία, να βρίσκονται μαζί, να αποφασίζουν και να δρουν αμέσως από κοινού. Τι άλλο μας λείπει ;
Σε κάθε κρίση (ακραίο καιρικό φαινόμενο, σεισμός, τρομοκρατία, …), χρειάζεται να υπάρχει ένα σύστημα που να απαντά σε δύο βασικές ερωτήσεις: «Σε ποιόν τηλεφωνείς όταν προκύπτει η κρίση» και «Ποιος λαμβάνει τις αποφάσεις». Αν το σύστημα έχει τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, είναι στο επίπεδο του συντονισμού που χρειάζεται και οι λεπτομέρειες που το εξειδικεύουν (το σύστημα) μπορούν εύκολα να προσδιορισθούν.