Με σημερινό πρωτοσέλιδο της, η εφημερίδα Le Figaro παίρνει θέση για το ζήτημα με την Αγία Σοφία και επισημαίνει χαρακτηριστικά πως η μετατροπή της σε τζαμί αποτελεί ένα εντυπωσιακό βήμα οπισθοδρόμησης και επίδειξη ισλαμικής δύναμης του Τ. Ερντογάν. Το κύριο άρθρο της εν λόγω εφημερίδας έχει τίτλο «Το τέλος του Atatürk» και φωτογραφία από τη χθεσινή προσευχή του Ερντογάν.
Στο δισέλιδο αφιέρωμα σχετικά με το θέμα στην ενότητα διεθνή (σελ. 8-9) που υπογράφει ο Patrick Saint-Paul υπογραμμίζεται πως τον 10ο αιώνα, οι επισκέπτες είχαν εκπλαγεί από την θέα του κεντρικού τρούλου της Αγίας Σοφίας, καλυμμένου με εκατομμύρια χρυσέ πλάκες. «Δεν ξέραμε πού βρισκόμασταν, στον παράδεισο ή στη Γη», έλεγαν οι Rousskié του Κιέβου. Έντεκα αιώνες αργότερα, ο Ερντογάν «ο κατακτητής» μόλις την έφερε πίσω στους κόλπους των Μουσουλμάνων, εξασφαλίζοντας για τον εαυτό του ένα θεαματικό χτύπημα που θα μείνει στην ιστορία. «Η βασιλική είναι το σύμβολο του χριστιανικού παρελθόντος της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέχρι την κατάκτησή της από τους Οθωμανούς. Ο νέος σουλτάνος έχει χτυπήσει διπλά: δημιουργεί μια πολιτική εκτροπή και, πάνω απ 'όλα, βλέπει την ολοκλήρωση, μετά από δεκαοκτώ χρόνια βασιλείας, του ισλαμο-εθνικιστικού του ονείρου», επισημαίνεται.
Επιπλέον αναφέρεται ότι «ο Ερντογάν ακολουθεί τα βήματα του Μεχμέτ Β', ο οποίος, το βράδυ της κατάκτησής του της Κωνσταντινούπολης το 1453, περπάτησε προς τη χριστιανική βασιλική για να την μετατρέψει στο μουσουλμανικό τελετουργικό». Κατά τon Saint-Paul μάλιστα, το μήνυμα είναι σαφές: «η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα είναι το νέο μοντέλο για τη σύγχρονη Τουρκία. Η κοσμική χώρα του Mustafa Kemal Atatürk , που μετέτρεψε το τζαμί σε μουσείο το 1934, πέρασε. Με την πάροδο του χρόνου, η Αγία Σοφία είχε γίνει ζωντανή μαρτυρία για την αναζήτηση της συμφιλίωσης μεταξύ του χριστιανικού και μουσουλμανικού μονοθεϊσμού. Αυτή το εντυπωσιακό βήμα οπισθοδρόμησης είναι ένα καρφί στο φέρετρο του Atatürk,, του οποίου ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν σταματά να αποδομεί τα αγάλματα. Δυσφημισμένος για την κοσμική του πολιτική, εκπροσωπεί μια Τουρκία που στερείται οποιασδήποτε αυτοκρατορικής φιλοδοξίας».
Επιπροσθέτως, ο Saint-Paul υποστηρίζει πως «ο νέος σουλτάνος μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει επανακτήσει πλήρως την Κωνσταντινούπολη και έτσι κολακεύει το τουρκικό εθνικιστικό πνεύμα ... και τους απαραίτητους ακροδεξιούς συμμάχους του. Αφού μετέτρεψε το κοινοβουλευτικό καθεστώς σε μια αυταρχική Προεδρία, ολοκλήρωσε με τη δημιουργία μιας χώρας του χεριού του», ενώ προσθέτει πως έτσι «ο Ερντογάν αποσπά την προσοχή από την οικονομική κρίση και την εξασθενημένη υποστήριξη προς το κόμμα του, το AKP, το οποίο έχασε την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα και άλλες μεγάλες πόλεις στις δημοτικές εκλογές».
Τέλος, το εν λόγω δημοσίευμα καταλήγει τονίζοντας ότι «ο Ερντογάν λέει δυνατά και ξεκάθαρα ότι δεν θα εμποδίζεται πλέον από δυτικές αξίες όπως η δημοκρατία. Υπονομεύει την εικόνα μιας σχετικά ανοιχτής μουσουλμανικής κοινωνίας. Αυτός ο ενοχλητικός σύμμαχος ανοίγει μια ανεπανόρθωτη ρήξη με τη Δύση».