Το μεταρρυθμιστικό εγχείρημα του «νέου σχολείου»

Το μεταρρυθμιστικό εγχείρημα του «νέου σχολείου»

Εχθές ο πρωθυπουργός μαζί με την υπουργό Παιδείας ανακοίνωσαν ένα συνολικό σχέδιο αλλαγής του ελληνικού σχολείου, το οποίο περιλαμβάνει κρίσιμες παρεμβάσεις σε τρεις σημαντικούς και αλληλεσυνδεόμενους μεταξύ τους τομείς: α) την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, β) την αυτονομία της σχολικής μονάδας και γ) τα κριτήρια και τις διαδικασίες επιλογής στελεχών της εκπαίδευσης.

Ο όρος «μεταρρύθμιση» στην Ελληνική εκπαίδευση έχει κατά κόρον χρησιμοποιηθεί από όλους σχεδόν ανεξαιρέτως τους διατελέσαντες Υπουργούς Παιδείας, προκειμένου να περιγραφούν πολλές φορές ακόμα και εξαιρετικά ήσσονος σημασίας αλλαγές, όπως για παράδειγμα η αυξομείωση των διδακτικών ωρών ενός μαθήματος ή η εισαγωγή και η κατάργηση μεμονωμένων μαθημάτων σε μια εκπαιδευτική βαθμίδα.

Στη βιβλιογραφία ωστόσο ο όρος αποδίδεται μόνο σε συστημικού τύπου αλλαγές, οι οποίες αλλάζουν τη συνολική λογική λειτουργίας και το γενικό προσανατολισμό του εκπαιδευτικού συστήματος. Στην περίπτωση του κυβερνητικού σχεδίου πληρούνται σε μεγάλο βαθμό οι προδιαγραφές του παραπάνω ορισμού.

Με βάση το κυβερνητικό σχέδιο εισάγονται επιτέλους και στο ελληνικό σχολείο μια σειρά από λογικές και λειτουργίες, οι οποίες αποτελούν πλέον ρουτίνα σχεδόν για το σύνολο των υπολοίπων ευρωπαϊκών συστημάτων. Συγκεκριμένα:

  • Εισάγεται ένα σύστημα ελέγχου ποιότητας των εκπαιδευτικών (μέσω της ατομικής τους αξιολόγησης) και του σχολικού συστήματος συνολικά (μέσω της θέσπισης του Ελληνικού PISA), μετά από χρόνια απουσίας οποιουδήποτε τέτοιου συστήματος.
     
  • Δίνονται σημαντικές αρμοδιότητες στην κάθε σχολική μονάδα (διεύθυνση και διδάσκοντες) να διαμορφώσει η ίδια σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο της εκπαιδευτικής της λειτουργίας, αποκεντρώνοντας πολλές αποφάσεις οι οποίες μέχρι σήμερα είτε λαμβάνονται από το Υπουργείο Παιδείας, είτε από υπερκείμενα επίπεδα εκπαιδευτικής διοίκησης (περιφερειακές διευθύνσεις εκπαίδευσης). Έτσι μειώνεται σε σημαντικό βαθμό, αν και υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια ως προς αυτό, ο βαθμός συγκεντρωτικότητας του εκπαιδευτικού μας συστήματος, το οποίο είναι μακράν το πλέον συγκεντρωτικό ανάμεσα σε όλες τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ.
     
  • Ενισχύεται ο ρόλος των διοικητικών στελεχών της εκπαίδευσης, και ιδιαίτερα του διευθυντή της σχολικής μονάδας, μέσω της σημαντικής αύξησης της θητείας του, αλλά το σημαντικότερο, του πεδίου των αρμοδιοτήτων του.

Οι αλλαγές αυτές έχουν μεταξύ τους εσωτερική ενότητα καθώς η αξιολόγηση συνδέεται με την αξιολόγηση στις διαδικασίες επιλογής των στελεχών (για πρώτη φορά συνδέεται η επιλογή στελεχών με την αξία τους, σπάζοντας το γνωστό στην εκπαιδευτική κοινότητα φαύλο κύκλο κομματικού συνδικαλισμού-επιλογής στελεχών εκπαιδευτικής διοίκησης). Με τη σειρά της η αυξημένη αυτονομία διαμορφώνει συνθήκες όπου απαιτούνται στελέχη εκπαιδευτικής διοίκησης με όραμα και κύρος και όχι απλοί διεκπεραιωτές των εντολών άνωθεν.

Ο συνδυασμός ηγεσία-αυτονομία-αξιολόγηση αποτελεί τον ενάρετο κύκλο με βάση τον οποίο λειτουργούν εδώ και δεκαετίες όλα τα προηγμένα εκπαιδευτικά συστήματα του κόσμου.

Πρόκειται, σε πολύ μεγάλο βαθμό για μια σημαντική αλλαγή «παραδείγματος».

Επιχειρείται η μετάβαση από ένα υπερσυγκεντρωτικό σύστημα με στόχο την ομοιομορφία, ως δήθεν εχέγγυο της κοινωνικής δικαιοσύνης, το οποίο εν πολλοίς αδιαφορούσε για τα αποτελέσματα που παρήγαγε, σε ένα μεγαλύτερης αυτονομίας σχολείο με δυνατότητες προσαρμογής στις ανάγκες των μαθητών του το οποίο «μετρά» σε διαρκή βάση τα αποτελέσματά του και προσαρμόζει ανάλογα τη λειτουργία του.

Θα μπορούσε βέβαια να ρωτήσει κανείς. Καλά δεν υπάρχουν αδυναμίες στο κυβερνητικό σχέδιο;

Κατά την άποψη του γράφοντος ορισμένα πράγματα θα έπρεπε να είναι πιο τολμηρά, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τη διεύρυνση του βαθμού αυτονομίας των σχολικών μονάδων και της εν γένει αποκέντρωσης του συστήματος καθώς και με τις επιπτώσεις της ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Ας είναι... Κάθε αρχή και δύσκολη.

Η κυβέρνηση το αμέσως προσεχές διάστημα μέσω συστηματικής ενημέρωσης της κοινής γνώμης και ιδίως των εκπαιδευτικών, οφείλει να αναδείξει τη λογική του σχεδίου και τους τρόπους με τους οποίους αυτό αναδεικνύει τις ζωντανές δυνάμεις της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Τη συμμαχία πρωτίστως με αυτές τις δυνάμεις πρέπει να επιδιώξει για την επιτυχία του εγχειρήματος.

Κάθε προσπάθεια άλλωστε στο τέλος της ημέρας κρίνεται όχι από τις προθέσεις και τους σχεδιασμούς αλλά από την εφαρμογή και τα αποτελέσματά της.

Εκεί θα κριθεί και η παρούσα κυβέρνηση ώστε να μην έχουμε άλλη μια περίπτωση «Μιας μεταρρύθμισης που δεν έγινε» για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του αείμνηστου και βαθύ γνώστη της Ιστορίας της Ελληνικής Εκπαίδευσης Αλέξη Δημαρά.

Υ.Γ: Ελπίζω ότι δεν διέφυγε της προσοχής των αναγνωστών η σημειολογία δυο στοιχείων:

α) το ότι η κυβέρνηση επίγραψε το σχέδιό της με τον όρο «Νέο Σχολείο», όρο που είχε χρησιμοποιήσει και η Άννα Διαμαντοπούλου για το σχέδιο που είχε προωθήσει επί δικιάς της υπουργίας (η σύνδεση είναι ορατή)

και

β) το ότι η παρουσίαση του σχεδίου έγινε στο «Στρογγυλό Σχολείο», δηλαδή σε ένα σχολείο που σχεδίασε πριν 50 περίπου χρόνια ο μοντερνιστής αρχιτέκτονας Τάκης Ζανέτος, με στόχο να συνδέσει την άκαμπτη αρχιτεκτονική ενός δημοσίου κτιρίου σε μια λαϊκή γειτονιά της Αθήνας (όπως ο Αγ.Δημήτριος) με τις πιο σύγχρονες τάσεις της Ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής (ο συμβολισμός της επανασύνδεσης του εκπαιδευτικού μας συστήματος με τις σύγχρονες διεθνείς τάσεις είναι και πάλι εμφανής).

* Ο Κώστας Δημόπουλος είναι Καθηγητής Εκπαιδευτικής Πολιτικής στο Παν/μιο Πελοποννήσου και μέλος του Δ.Σ. του Δικτύου για την Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη