Την πιστή τήρηση των μέτρων πρόληψης και προστασίας κατά του κορονοϊού ζήτησε ο πρωθυπουργός από τους ιεράρχες κατά τη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Ο Κυρ. Μητσοτάκης και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος αναγνώρισαν την ανάγκη να επιδειχθεί επιμονή στη γενική προσπάθεια για τον καθολικό εμβολιασμό του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου υπάρχει χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και έστειλαν από κοινού μήνυμα προς όσους εργαλειοποιούν την πανδημία, αναζητώντας ή ακόμη και υποδαυλίζοντας εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας.
Σύμφωνα με τη σχετική, κοινή, ανακοίνωση, διαπίστωση του πρωθυπουργού και του αρχιεπισκόπου αποτέλεσε η ανάγκη να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή και επιμονή στη γενική προσπάθεια για τον καθολικό εμβολιασμό του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου υπάρχει χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη. Αναγνωρίσθηκε επίσης η σημασία της πιστής τήρησης των μέτρων πρόληψης και προστασίας κατά του κορονοϊού. «Πολιτεία και Εκκλησία της Ελλάδος, πάντα στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων και αρμοδιοτήτων τους, αντιμετωπίζουν όχι μόνο την πανδημία, αλλά και όσους την εργαλειοποιούν, αναζητώντας ή ακόμη και υποδαυλίζοντας εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ευχαρίστησε θερμά τον αρχιεπίσκοπο για την ιδιαίτερα τιμητική πρόσκληση να παραστεί στις εργασίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, έκανε έναν απολογισμό των σημαντικών αλλαγών που προώθησε η παρούσα κυβέρνηση έως τώρα για την επίλυση προβλημάτων που ταλάνιζαν την Εκκλησία για πολλά χρόνια και συνεχάρη τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο για την υποστήριξη της Εκκλησίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Τέλος, επανέλαβε την πρόθεση έναρξης διαλόγου επί των προαναφερθέντων ζητημάτων, με άξονες την κοινωνική συνοχή, τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη διαφάνεια.
Από τη μεριά του ο αρχιεπίσκοπος ευχαρίστησε τον πρωθυπουργό και την υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων για την ειλικρινή συνεργασία προς την κατεύθυνση της επίλυσης χρονιζόντων προβλημάτων, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μεγάλη μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης.
Όπως αναφέρεται, έθεσε τα κύρια ζητήματα αφ’ ενός μεν της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας με στόχο την υποστήριξη του φιλανθρωπικού έργου και τη συμβολή στην εθνική προσπάθεια ανάκαμψης, αφ’ ετέρου δε του νομοθετικού εξορθολογισμού και επικαιροποίησης του πλαισίου του 1945, που αφορά στους Κληρικούς στη χώρα μας. Σε αυτό το πλαίσιο ο αρχιεπίσκοπος τόνισε ότι αυτό ουδεμία επιπλέον πρόσληψη, πέραν των τακτικών και κατ’ έτος προγραμματισμένων, συνεπάγεται, ουδεμίας μορφής μονιμοποίηση, και ως εκ τούτου ουδέν πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος. Τα ανωτέρω ζητήματα απασχολούν διαχρονικά την Εκκλησία της Ελλάδος και προφανώς δεν δύνανται να επιλυθούν στο πλαίσιο μίας συνάντησης, αλλά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ενδελεχούς και ρεαλιστικής μελέτης.
Η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων αναφέρθηκε στην επιβεβαίωση των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας και ευχαρίστησε τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο για τη γόνιμη συνεργασία.
Μετά την προσφώνησή του, ο Αρχιεπίσκοπος επέδωσε στον πρωθυπουργό το Αναμνηστικό Μετάλλιο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, την κοπή του οποίου αποφάσισε για να τιμήσει την Επέτειο των διακοσίων ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνοδευόταν από την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκη Κεραμέως, και τον Υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, Γιάννη Οικονόμου.