Να εκδοθεί στην Κροατία όπου καταζητείται για να δικαστεί για εγκλήματα πολέμου πριν από 31 χρόνια, την περίοδο του εμφυλίου πολέμου στην άλλοτε Γιουγκοσλαβία, αποφάσισε το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης για τον 59χρονο Σέρβο, ο οποίος είχε συλληφθεί τον προηγούμενο μήνα, στους Ευζώνους Κιλκίς, σε εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος, καθώς ερχόταν για διακοπές στην Ελλάδα μαζί με τη σύζυγό του και την ανήλικη κόρη του.
Κατά της απόφασης ο εκζητούμενος άσκησε έφεση, η οποία θα κριθεί από τον Άρειο Πάγο και μέχρι τότε παραμένει κρατούμενος στις ελληνικές φυλακές.
Κρατώντας στα χέρια του φωτογραφία της 11χρονης κόρης του, ο 59χρονος J.C. υπεραμύνθηκε των κατηγοριών που τού καταλογίζουν οι κροατικές Αρχές, λέγοντας ότι δεν είναι εγκληματίας πολέμου ούτε συμμετείχε σε τέτοιου είδους πράξεις.
Ο ίδιος ανέφερε ότι ζει και εργάζεται ως οδηγός φορτηγού σε μία μικρή σερβική πόλη στην περιφέρεια της Βοϊβοντίνα και τόνισε ότι ζητείται η έκδοσή του ύστερα από 30 και πλέον χρόνια, την ώρα που διάγει μια φιλήσυχη ζωή, προσπαθώντας να κλείσει τις πληγές του πολέμου.
«Με έδιωξαν από το χωριό όπου ζούσα στην Κροατία με την κροατικής καταγωγής σύζυγό μου. Έκαψαν το σπίτι μου και ξεκίνησα καινούργια ζωή στη Σερβία με την οικογένειά μου», τόνισε, απευθύνοντας έκκληση προς τους δικαστές να τον «εκδώσουν» στην πατρίδα του ώστε να αποφανθούν τα εκεί δικαστήρια για την τύχη του.
«Είναι βέβαιο ότι δεν θα τύχει δίκαιης δίκης στην Κροατία και ότι θα θυσιαστεί στον βωμό πολιτικών σκοπιμοτήτων και σε διαθέσεις ρεβανσισμού», ανέφερε, μεταξύ άλλων, στην αγόρευσή του ο συνήγορος του 59χρονου.
Για μη «σωστή δίκη» σε περίπτωση έκδοσής του, μίλησε και η πρόξενος της Σερβίας στη Θεσσαλονίκη, η οποία εξετάστηκε ως μάρτυρας από το Δικαστήριο. Επικαλέστηκε δε, διμερή συμφωνία μεταξύ Σερβίας και Κροατίας που αποφαίνεται για τέτοιες πράξεις, προσθέτοντας ότι οι Αρχές της χώρας της δεν δίστασαν κατά το παρελθόν να εκδώσουν Σέρβους υπηκόους.
Ως αβάσιμο και αυθαίρετο χαρακτήρισε η εισαγγελέας της έδρας το επιχείρημα της «μη δίκαιης δίκης» στην Κροατία, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρόσθεσε δε, ότι ο εκζητούμενος έχει επιπλέον τη δυνατότητα να προσφύγει σε άλλα ανώτερα (ευρωπαϊκά) δικαστήρια και να κριθεί απ' αυτά. «Εάν συμμετείχε σε εγκλήματα πολέμου είναι θέμα απόδειξης, τα ελληνικά δικαστήρια δεν έχουν αρμοδιότητα να το κρίνουν», συμπλήρωσε, ζητώντας να εκτελεστεί το κροατικό ένταλμα, θέση με την οποία συντάχθηκε και το Δικαστήριο.
Γιατί κατηγορείται
Όπως προκύπτει από δικαστικά έγγραφα, το ένταλμα σύλληψης ενεργοποιήθηκε μέσω του τμήματος SIReNe της Κροατίας στις 13 Μαΐου του 2019. Ως αρχή έκδοσης αναφέρεται η Νομαρχιακή Εισαγγελία του Ζάγκρεμπ.
Σύμφωνα με το ένταλμα, κατηγορείται για πράξεις που διώκονται με τα άρθρα 120 και 130 παρ. 2 του Κροατικού Βασικού Ποινικού Δικαίου του 1993 και περιγράφονται αντιστοίχως ως «εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων» και «καταστροφή των πολιτισμικών και ιστορικών μνημείων». Η δε ποινή που σύμφωνα με τα ίδια έγγραφα επιβάλλεται δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 20 χρόνια φυλάκιση.
O 59χρονος κατηγορείται ότι «κατά την περίοδο από 19/8 1991 έως τις 14/12 του ίδιου έτους, μαζί με συνεργούς του, έκαψαν, ναρκοθέτησαν και με άλλους τρόπους κατέστρεψαν ή προκάλεσαν ζημιές σε ταχυδρομείο, ξενοδοχείο, δημοτικό σχολείο, αστυνομικό τμήμα, εκκλησία, η οποία ανακηρύχθηκε πολιτισμικό μνημείο, βενζινάδικο και κατοικίες στους κροατικές οικισμούς Voicin και Hum».
Επιπλέον, περιγράφεται ότι το διάστημα 12-14/12 του ίδιου έτους «ο ίδιος και οι συνεργοί του», εισήλθαν οπλισμένοι σε σπίτια σκοτώνοντας πάνω από 30 άμαχους (αναφέρονται ονομαστικά), μεταξύ αυτών και έναν πολιτικό.