Τις τελευταίες ημέρες μετά την ανακοίνωση από την κυβέρνηση για την επιβολή του μέτρου για τον αναγκαστικό εμβολιασμό των υγειονομικών αναβρασμός επικρατεί στην περιορισμένη μερίδα του ιατρικού και νοσηλευτικού χώρου που αρνείται ή ακόμα και αντιτίθεται με φανατισμό στον εμβολιασμό. Μέχρι σήμερα έχει περάσει περίπου ενάμισης χρόνος από τότε που ξεκίνησε στη χώρα μας η μεγάλη περιπέτεια που λέγεται πανδημία του κορονοϊού.
Μέσα σε αυτό το διάστημα ζήσαμε απανωτά και ραγδαία γεγονότα όπου όσους βρεθήκαμε στην πρώτη γραμμή μας γέμισαν εμπειρίες και μας διδάξαν πολλά. Ας αφήσουμε όμως στην άκρη τις περισσότερες εμπειρίες: τους θανάτους, τον αγώνα για ένα κρεβάτι ΜΕΘ, την απεγνωσμένη κούραση πίσω από τις λευκές πλαστικές στολές, τον ήχο της δύσπνοιας που τον σκέπαζε το δυνατό σφύριγμα των μηχανών παροχής οξυγόνου. Ας τα αφήσουμε κατά μέρος όλα αυτά - τα όποια είναι υπέρ αρκετά για να πείσουν κάθε αρνητή - και ας κάνουμε μια χρονική ανασκόπηση στη στάση που τήρησε μια μικρή μερίδα υγειονομικών που χαρακτηρίζονται ως αρνητές.
Την άνοιξη του ’20 τα πράγματα ήταν ακόμα σχετικά χαλαρά με μόνο ελάχιστες περιοχές να είναι παροδικά κόκκινες τότε τα άτομα αυτά εξέφραζαν ανοικτή δυσπιστία για το κατά πόσο ο κορονοϊός ήταν θανατηφόρος. Το μένος τους είχε συγκεντρωθεί όλο γύρω από την υποχρεωτική χρήση της μάσκας. Το καλοκαίρι πέρασε και ήρθε το φθινόπωρο ώσπου τον Νοέμβριο του περασμένου χρόνου αρχίσαμε όλοι οι υγειονομικοί να κολλάμε ο ένας μετά τον άλλον. Αρνητές και μη, υπέρμαχοι της μάσκας και εχθροί, υποχόνδριοι και αμελείς όλοι βρεθήκαμε θετικοί με 14 ημέρες καραντίνας. Ο αρνητής στην αρχή ήταν έκπληκτος που βγήκε θετικός, μετά και πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα έλεγε με καμάρι:
«Καλύτερα που κόλλησα γιατί δεν περνάω κάτι το δραματικό έτσι θα έχω την ευκαιρία να το απομυθοποιήσω όλο αυτό».
Η απομυθοποίηση όμως δεν ήρθε ποτέ αντί για αυτήν ήρθαν μετά από λίγο τα σοβαρά συμπτώματα και το χαμηλό οξυγόνο στο αίμα. Και αμέσως μετά κατάφτασε η νοσηλεία της μοναξιάς και της ταλαιπωρίας σε ένα ΕΣΥ που είχε ξεπεράσει τα όρια του και μαζί της ο άμεσος κίνδυνος της διασωλήνωσης. Μετά από αυτά που είδε και πέρασε ο αρνητής έπαψε να είναι αρνητής έγινε υπέρμαχος της μάσκας και σώπασε επιτέλους ο φανατισμός των προηγουμένων μηνών.
Αλλά η εποχή της μετριοπάθειας κράτησε μόνον δύο μήνες γιατί τον Ιανουάριο νέος «εχθρός» εμφανίστηκε. Το εμβόλιο! Ο πληγωμένος εγωισμός των τέως αρνητών της πανδημίας βρήκε νέο στόχο και ο φανατισμός θέριεψε για ακόμα μια φορά. Τώρα πλέον δεν αρνούνται την πανδημία, αυτή υπάρχει και σκοτώνει κόσμο, αρνούνται το επάρατο εμβόλιο με την «άγνωστη» έως τώρα τεχνολογία παραγωγής. Να μην μας κάνει εντύπωση ότι από μια - ευτυχώς - ελάχιστη μερίδα αρνητών υγειονομικών ακουστήκαν τα μεσαιωνικά επιχειρήματα περί τέρατος της Αποκαλύψεως, Βελζεβούλ, μικροτσίπ κ.λπ.
Κανένας δεν σκέφτηκε τον μεγάλο άθλο που κλήθηκε να διεκπεραιώσει η επιστημονική κοινότητα παγκοσμίως βρίσκοντας μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα τρόπο για να αναχαιτίσει μια τρομερή υγειονομική απειλή. Και μπόρεσε να το κάνει αυτό η επιστήμη γιατί η παγκόσμια μεγάλη κοινωνικοοικονομική πίεση της επέτρεψε να το πράξει σε τόσο λίγο χρόνο.
Τώρα πλέον οι κλινικές έχουν χωριστεί στα δύο από την μια οι εμβολιασμένοι και από την άλλοι οι ανεμβολίαστοι. Καμία προσπάθεια να πείσεις τους αρνητές δεν έχει επιτευχθεί. Τα στρατόπεδα έχουν σχηματισθεί και ένας υποτυπώδης ψυχρός εμφύλιος πόλεμος έχει ξεκινήσει. Ας μην πιστεύουμε ότι και το μέτρο της αναγκαστικής αργίας θα κάμψει τον φανατισμό. Η εμπειρία ενός χρόνου έδειξε ότι αυτός δεν κάμπτεται με τίποτα απλώς μετασχηματίζεται.
Ολοκληρώνοντας ας θυμηθούμε την καλύτερη παρατήρηση που έχει κάνει πρόσφατα για το σύνολο των αρνητών των εμβολίων ο μεγάλος δάσκαλος της φιλοσοφίας και ακαδημαϊκός Θ. Τάσιος: « Αν είχαν αγάπη για τον συνάνθρωπο, δεν θα προσέφεραν στον εχθρό (σ.σ. στον ίο) φιλοξενία, δεν μας αγαπάνε. Μπορεί και να μας θεωρούν και κορόιδα»
*Ο Παύλος Ι. Αλεξιάδης είναι Ιατρός