Μεταξύ Τρίτης και Σαββάτου, 6 και 10 Ιουνίου του 1944, προτελευταία χρονιά του πολέμου, χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από το βορειοδυτικότερο άκρο της ηπείρου, τη Νορμανδία, μέχρι το νοτιοανατολικό της σύνορο, τη Στερεά Ελλάδα και συγκεκριμένα το Δίστομο.
Η πρώτη περίπτωση αφορούσε στην απόβαση των Συμμάχων, την επιχείρηση «Όβερλορντ», που έμεινε γνωστή με την κωδική της ονομασία D-Day. Η επιχείρηση εκείνη δεν έκρινε μόνο την πορεία του πολέμου, αλλά της ίδιας της ιστορίας της ανθρωπότητας. Επρόκειτο για αναμέτρηση γιγάντων.
156.000 άνδρες αποβιβάστηκαν σε διάφορους όρμους της Νορμανδίας: 83.000 Βρετανοί και Καναδοί, στα ανατολικά, και 73.000 Αμερικανοί στα δυτικά υπό τον Αϊζενχάουερ και διοικητή τον Μοντγκόμερι.
Ο μόνος που δεν έσφαλε για το σημείο της απόβασης ήταν ο Χίτλερ με δεύτερον τον Ρόμελ. Όλοι οι άλλοι Γερμανοί επιτελείς πίστευαν ότι η απόβαση θα γινόταν μεταξύ Καλαί και Διέπης.
Μέσα σε ένα πρωινό με ακατάπαυστη βροχή, η θάλασσα και η άμμος που σκέπαζε τις ακτές βάφτηκαν στο αίμα αμέτρητων θυμάτων που γάζωναν τα γερμανικά πολυβόλα από ξηρά. Επρόκειτο στην κυριολεξία για ανθρωποθυσία, που έμελλε να περάσει για πάντα στις πιο εφιαλτικές σελίδες της παγκόσμιας Ιστορίας.
Χωρίς εκείνη τη θυσία και την απειλή που προκάλεσε η συμμαχική απόβαση στον Χίτλερ, αποσπώντας σημαντικές δυνάμεις του γερμανικού στρατού στο Δυτικό Μέτωπο και καθυστερώντας την επιχείρηση για κατάληψη της Μόσχας, είναι αβέβαιο εάν ο κόσμος μας θα αποκτούσε ποτέ την ελευθερία του.
Την ίδια εβδομάδα, που τα πρωινά στη Νορμανδία έκρυβε τον ήλιο πυκνό πέπλο ομίχλης και βροχής, στην άλλη άκρη της Ευρώπης, την Ελλάδα, ο ήλιος εξακολουθούσε ακούραστα και με πείσμα να ανεβαίνει ψηλά στον ουρανό σαν να ήθελε να γίνει μάρτυρας όσων τρομερών θα ακολουθούσαν.
Ήταν ένα ζεστό και ηλιόλουστο πρωϊνό Σαββάτου, στις 10 Ιουνίου του 1944, όταν ενώ όλα φαινόταν να κυλούν ήσυχα στο Δίστομο, ορεινό χωριό έξω από τη Λιβαδειά, μέσα σε ελάχιστη ώρα χίλιοι περίπου άνθρωποι, βρέφη, γέροι και παιδιά, άνδρες και γυναίκες πάνω στον ανθό της πιο δημιουργικής τους ηλικίας, θα έχαναν για πάντα τη ζωή κι εκείνο το υπέροχο φως του ελληνικού ήλιου, βάφοντας με το αίμα τους το ίδιο χώμα που καλλιεργούσαν χρόνια οι ίδιοι κι οι πατεράδες τους για να βγάλει καρπούς και να τους θρέψει.
«Ενώθηκε το κρασί που έτρεχε από τα τρυπημένα από τις σφαίρες κελάρια με το αίμα των σκοτωμένων. Μια πηχτή κρέμα που πάνω της έπλεαν πτώματα και μεις σερνόμασταν μωροζώντανοι…» γράφει στις αναμνήσεις της η Παναγούλα Σκούτα, το γένος Μαλάμου, δεκατριών ετών τη μέρα της σφαγής.
Αιτία του λουτρού αίματος ήταν ο θάνατος μερικών Γερμανών στρατιωτών από ανταλλαγή πυρών με αντάρτες στα γύρω ορεινά.
Η σφαγή του Διστόμου πέρασε και αυτή στην Ιστορία ως ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Και, όμως ! Ο μοναδικός Γερμανός που καταδικάστηκε στη Νυρεμβέργη ήταν ο στρατηγός Χέλμουτ Φελμ . Από τα δέκα πέντε χρόνια, έμεινε μόνο τα δέκα στη φυλακή.
Ο επικεφαλής των Ες Ες Φριτς Λάουτενμπαχ ελέγχθηκε…για λανθασμένη υπηρεσιακή αναφορά, και ο διοικητής των Ες Ες Λιβαδειάς Χάιντς Ζάμπελ απελευθερώθηκε από τις φυλακές Αβέρωφ το 1953 με τη γερμανική διαβεβαίωση πως η εναντίον του διαδικασία θα συνεχιζόταν στην Ομοσπονδιακή Γερμανία.
Συνεχίστηκε, όμως, τόσο αργά με αποτέλεσμα το 1964 η Εισαγγελία Μονάχου να ανακοινώσει ότι…μετά είκοσι χρόνια η σφαγή στο Δίστομο εθεωρείτο πως είχε παραγραφεί !
Αυτά για τους επιλήσμονες Γερμανούς εταίρους μας που αγαπούν να μας υψώνουν τη φωνή και το δάχτυλο…
* Η Φωτεινή Τομαή είναι συγγραφέας, πρέσβης ε.τ.