Στην Ελλάδα παρατηρούνται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού υψηλές θερμοκρασίες, ενώ υπάρχουν εναλλαγές με κακοκαιρία που δεν είχαμε συνηθίσει κατά τους θερινούς μήνες. Η Ευρώπη δοκιμάζεται από ξηρασία, με τα ποτάμια σε μεγάλες πόλεις να στερεύουν, ενώ mega fires (μεγάλες πυρκαγιές) καίνε μεγάλες εκτάσεις στη Μεσόγειο. Όλα αυτά αποδεικνύουν πως η κλιματική κρίση είναι εδώ και δυστυχώς πιστεύω πως δεν μπορεί να αναστραφεί. Το στοίχημα όλων πρέπει να είναι ο μετριασμός της και αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο με διεθνή συνεργασίας και εθνικές πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος.
Οι επιστήμονες αναμέναμε η κλιματική κρίση να κάνει αισθητή την εμφάνισή της το 2030-2040 και τελικά εξελίχθηκε πιο γρήγορα. Ειδικότερα, η ένταση των φαινομένων, απόρροια της κλιματικής κρίσης, άρχισε να παρατηρείται από το 2017 και έπειτα. Αυτό που μας ανησυχεί είναι πως τα ακραία καιρικά φαινόμενα καταγράφονται με μεγάλη συχνότητα. Λόγω της κλιματικής κρίσης διαπιστώνουμε ότι έχουμε να κάνουμε με πιο μεγάλη συχνότητα των φαινομένων, με εξάπλωσή τους σε περιοχές που δεν εμφανίζονταν μέχρι σήμερα, ενώ τα φαινόμενα αυτά έχουν ιδιαίτερη ένταση και εναλλάσσονται με υψηλή ταχύτητα. Αυτά συνιστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κλιματικής κρίσης.
Στην Ελλάδα αυτό που βιώνουμε με υψηλές θερμοκρασίες και καύσωνες, οι οποίοι εναλλάσσονται με σφοδρές κακοκαιρίες όπως αυτή που διανύουμε τις τελευταίες μέρες, αποτελούν την επιβεβαίωση της κλιματικής κρίσης. Όπως επίσης και η ξηρασία, η χαμηλή υγρασία στον αέρα και στο έδαφος, οι δασικές πυρκαγιές, οι έντονες βροχοπτώσεις το καλοκαίρι και χιονοπτώσεις το χειμώνα, η παράταση των ημερών ξηρασίας τους καλοκαιρινούς μήνες, όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης.
Δυστυχώς πιστεύω πως αναστροφή της κατάστασης που επικρατεί δεν μπορεί να υπάρξει. Θα πρέπει να προσαρμοστούμε στα νέα αυτά δεδομένα και να δείξουμε ευελιξία. Η μη αναστροφή της κλιματικής κρίσης οφείλεται στο γεγονός πως έχουν ενεργοποιηθεί φαινόμενα που είναι άλλης κλίμακας, συγκριτικά με τις ανθρώπινες δυνατότητες. Μιλάμε για δυνάμεις που είναι πολλαπλάσια πιο ισχυρές συγκριτικά με την ανθρώπινη δραστηριότητα. Αυτό που μπορούμε όμως να κάνουμε είναι να μετριάσουμε την κλιματική κρίση, δηλαδή να αντιμετωπίσουμε αυτά τα φαινόμενα.
Και αυτό όμως δεν είναι εύκολο. Απαιτούνται δράσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, τις οποίες δεν βλέπω να υλοποιούνται και ορισμένες δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη. Βεβαίως, εκτός από τη διεθνή συνεργασία και τους κανονισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος κρίνονται αναγκαίες και εθνικές πολιτικές.
Ο περιορισμός των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και της εξάντλησης των φυσικών πόρων, είναι δύο μέτρα αναγκαία ώστε να αναστείλουμε την εξέλιξη της κλιματικής κρίσης. Απαιτείται όμως η συνεργασία χωρών που εκπέμπουν τις μεγαλύτερες ποσότητες CO2, όπως η Ινδία και η Κίνα. Αυτές οι δύο χώρες έχουν το μισό σχεδόν πληθυσμό, παράγουν τη μεγαλύτερη ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα και καταναλώνουν τους περισσότερους πόρους στον κόσμο.
Τέλος, σε εθνικό επίπεδο θα μπορούσε επίσης να περιοριστούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και η μείωση κατανάλωσης των καυσίμων. Επιπροσθέτως, στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης συμβάλλουν η υιοθέτηση της κυκλικής οικονομίας, η ενίσχυση των δομών και χρήσης ανακύκλωσης, η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και η μη σπατάλη της. Τα παραπάνω μπορούμε να τα δρομολογήσουμε με στόχο όμως να αναστείλουμε την εξέλιξη της κλιματικής κρίσης, όχι να την αντιστρέψουμε.
* Ο Ευθύμιος Λέκκας είναι Καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών