Ποιος από τους Έλληνες καλλιτέχνες είναι σήμερα το πρώτο όνομα στη διεθνή αγορά; Ο Τάκις μου απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη, ένας γνωστός δημοπράτης. Ο γλύπτης που κατόρθωσε να γίνει διεθνής με το μικρό του όνομα, παίζει πλέον παντού κι αυτό είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Μετά την αναδρομική που του αφιέρωσε η Tate Modern το καλοκαίρι του ’19, μια άλλη μητρόπολη της τέχνης, το Χονγκ Κονγκ, συστήνει τον Takis στο κοινό της Ασίας. Βεβαίως, ο καλλιτέχνης δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις στους υποψιασμένους, αλλά το γεγονός ότι μια τόσο δυνατή γκαλερί όπως η «White Cube», αποφάσισε στην πρωτοφανή συνθήκη της εποχής να βγει μπροστά με έργα του Τάκι, μόνο τυχαία δεν είναι.
Όσοι δεν γνωρίζουν την White Cube, αρκεί να λεχθεί ότι το πρόγραμμα της γκαλερί εκτείνεται σε τρεις χώρους: εκτός από την κεντρική συνοικία του Hong Kong, εδράζεται στο Bermondsey στο Νότιο Λονδίνο και στο Mason’s Yard στο St. James του Λονδίνου, ενώ δραστηριοποιείται και σε online εκθέσεις. Από το ξεκίνημά της το 1993, η γκαλερί έχει συνδεθεί με το έργο πολλών από τους πιο καταξιωμένους σύγχρονους καλλιτέχνες στον κόσμο. Η συνεργασία της γνωστής αίθουσας με το ίδρυμα που διαχειρίζεται την κληρονομιά του καλλιτέχνη («Takis – Κέντρο Ερευνών για την Τέχνη & τις Επιστήμες»), ανακοινώθηκε πριν από λίγους μήνες και αμέσως έγινε πρώτη είδηση στα διεθνή sites για την σύγχρονη τέχνη.
Η έκθεση στο Χονγκ Κονγκ περιλαμβάνει έργα από την πιο γνωστή ίσως σειρά του καλλιτέχνη, τα «Σινιάλα» («Signals»), την οποία ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1950. Είναι τα χαρακτηριστικά κινούμενα/δονούμενα κεραιόμορφα γλυπτά τα οποία ο Takis είδε ως συσκευές αποστολής και λήψης αόρατων ενεργειών. Με αυτή τη βασισμένη σε μαγνήτες και ηλεκτρομαγνήτες σειρά, ο καλλιτέχνης έδειξε τον τρόπο με τον οποίο η τέχνη μπορεί να εισχωρήσει σε άλλες σφαίρες που ανήκουν στη φυσική ή την μηχανική. Τα έργα αυτά «ζέσταναν» το παγωμένο από την πανδημία χρηματιστήριο της Ασίας και δεν πέρασαν απαρατήρητα στους δυνατούς «παίχτες» της. Πάντοτε τα γλυπτά του είναι ψηλά σε ζήτηση στις διεθνείς δημοπρασίες, αλλά η παρούσα έκθεση αναμένεται να εκτινάξει τις τιμές των έργων του.
«Ηταν μία από τις πιο τολμηρές και αυθεντικές καλλιτεχνικές φωνές στην Ευρώπη, που είχε τη φιλοδοξία να επαναπροσδιορίσει τη φύση της γλυπτικής» έχει πει εύστοχα ο επιμελητής της Tate Modern, Μάικλ Ουέλεν για τον Τάκι, ενώ πιο ποιητικά ο Marcel Duchamp τον είχε αποκαλέσει «ζευγολάτη των μαγνητικών πεδίων».
Ο ίδιος ο καλλιτέχνης είναι από τους λιγοστούς που είχε την τύχη να δει το έργο του να αναγνωρίζεται τόσο σε σπουδαίες συλλογές, όσο και στο δημόσιο χώρο (όχι στον τόπο του, αλλά στο εξωτερικό). Γλυπτά του κοσμούν τις μόνιμες συλλογές των σπουδαιότερων μουσείων του κόσμου όπως το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης George Pompidou στο Παρίσι, το ΜΟΜΑ και το Guggenheim Museum της Νέας Υόρκης, τη De Menil Collection στο Χιούστον, την Tate Modern του Λονδίνου, την Peggy Guggenheim Collection στη Βενετία. Στη Γαλλία, το Μουσείο του Jeu de Paume, το Palais de Tokyo και το Fondation Maeght έχουν οργανώσει μεγάλες αναδρομικές εκθέσεις αφιερωμένες στον καλλιτέχνη. Το έργο του επίσης εκτίθεται στους κήπους της UNESCO στο Παρίσι και στην περιοχή της La Défense, όπου η γαλλική κυβέρνηση του παραχώρησε τον μεγαλύτερο δημόσιο χώρο που δόθηκε ποτέ στην ιστορία του Παρισιού σε καλλιτέχνη, 3500 τμ για ένα «δάσος» από 49 Φωτεινά Σινιάλα. Έχει επίσης συμμετάσχει δύο φορές στη Documenta στο Κάσελ, μια φορά στην Biennale της Βενετίας και το 1985 στην Biennale του Παρισιού όπου τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο.
Παρά το γεγονός ότι η αναγνώριση και η φήμη του ήταν μεγάλη στη Γαλλία, ο ίδιος θέλησε να ζει στην Ελλάδα και να περνάει τον περισσότερο χρόνο στο ατελιέ που κρατούσε στο Γεροβουνό, σε μια έκταση 10 στρεμμάτων επάνω στην Πάρνηθα. Το ίδρυμά του εξακολουθεί να στεγάζεται εκεί και να λειτουργεί με όραμα και ουσιαστική δράση.