Τις αντιρρήσεις τους για την συνταγματικότητα του νόμου Παρασκευόπουλου αναφορικά με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα για αποφυλακίσεις μέσω αναπηρίας, έχουν εκφράσει εμπράκτως, ήδη από το 2016, λειτουργοί της Δικαιοσύνης.
Όπως αποκαλύπτει το dikastiko.gr το συγκεκριμένο άρθρο αρνούνται ήδη να εφαρμόσουν οι δικαστές με χαρακτηριστική την περίπτωση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Λάρισας , το οποίο με το υπ΄αριθμόν 373 /2016 βούλευμά του δεν προχώρησε στην εφαρμογή του για κρατούμενο ο οποίος ζητούσε αποφυλάκιση λόγω αναπηρίας 67% «επειδή συγκρούεται με την συνταγματική αρχή και παρεμβαίνει στη δικαιοδοτική κρίση του δικαστή μεταβάλλοντας την ποινή που έχει επιβληθεί».
Η αποφυλάκιση κρατουμένων με προβλήματα υγείας, προβλεπόταν και παλαιότερα στον Ποινικό Κώδικα, ωστόσο μέχρι το 2015 υπήρχαν με σαφήνεια καταγεγραμμένα βαριά νοσήματα (AIDS, φυματίωση, τετραπληγία, κ.λπ.) για τα οποία παίρνουν υφ' όρων απόλυση οι κρατούμενοι.
Με την τροποποίηση του κ. Παρασκευόπουλου δίδεται το δικαίωμα της εξόδου από τις φυλακές για κάθε κρατούμενο που παρουσιάζει αναπηρία άνω του 67% για οποιοδήποτε ασθένεια. Πρόκειται για την ίδια διάταξη πάνω στην οποία δομήθηκε η αίτηση αποφυλάκισης Φλώρου.
Πρόταση αντισυνταγματικότητας
Η αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Αγορή Παπακώστα, ήταν αυτή η οποία εισηγήθηκε στο Δικαστικό Συμβούλιο Λάρισας την αντισυνταγματικότητα του επίμαχου άρθρου και η πρότασή της έγινε δεκτή (2-1 μειοψήφησε η πρόεδρος) από τους δικαστές. Η πρότασή της είναι η εξής:
«…..γ) της παραγράφου 2 περ. β του άρθρου 110Α Ποινικού Κώδικα, στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι κατάδικοι με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω. Στην περίπτωση αυτή ο νομοθέτης όχι μόνον δεν απαριθμεί κάποια νοσήματα (όπως στην παράγραφο 1) τα οποία κατά γενική ομολογία επιδεινώνονται όταν ο ασθενής βρίσκεται σε συνθήκες κράτησης, αλλά δεν θέτει καν ως κριτήριο η αναπηρία να είναι μόνιμη και σοβαρή ούτε και παρέχει στο συμβούλιο τη δυνατότητα να κρίνει εάν εν πάση περιπτώσει η συνέχιση της κράτησης του κρατουμένου θα είναι επαχθής για αυτόν. Μάλιστα ακόμα και εάν ο κρατούμενος έχει καταδικαστεί σε πρόσκαιρη κάθειρξη, αρκεί να έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο (ακόμα και με ευεργετικό υπολογισμό) το ένα πέμπτο της ποινής ......
Ο νομοθέτης με την προεκτεθείσα ισοπεδωτική νομοθετική ρύθμιση που οδηγεί σε αδικαιολόγητη άνιση μεταχείριση των κρατουμένων επιτρέπει την απόλυση πάσχοντος λ.χ. από ορθοπεδική – νευρολογική πάθηση εκ γενετής, όπως εν προκειμένω παράλυση βραχιώνιου πλέγματος, λόγω της οποίας αναγνωρίστηκε στον κρατούμενο ποσοστό αναπηρίας 67% λόγω αδυναμίας εργασίας και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, ωστόσο χωρίς να ελέγχεται κατ' ελάχιστο εάν η πάθηση είναι ιάσιμη ή εάν κατά το υπέρμετρα μεγάλο χρονικό διάστημα της πενταετίας μειωθεί το ποσοστό αναπηρίας λόγω των ραγδαίων εξελίξεων στην ιατρική και φαρμακευτική επιστήμη.
.....
Μάλιστα στις ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης ο νομοθέτης απαιτεί να έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μόνον το ένα πέμπτο της ποινής (δηλαδή με ευεργετικό υπολογισμό λιγότερο από το 1/5), ακόμα και εάν πρόκειται για κρατουμένους που καταδικάσθηκαν για τέλεση σοβαρών αδικημάτων όπως ληστειών (ακόμα και κατ' εξακολούθηση), βιασμών, διακεκριμένων περιπτώσεων διακίνησης ναρκωτικών με τη μορφή της μεταφοράς, διακομιδής, πώλησης και κατοχής κ.λπ., ανθρωποκτονιών, κατάχρησης σε ασέλγεια κ.λπ., ενώ απαγορεύει την επιβολή οποιουδήποτε όρου (πλην της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα), δηλ. ακόμα και της απαγόρευσης προσέγγισης ορισμένων χώρων (π.χ. κάποιος που καταδικάσθηκε για αποπλάνηση ανηλίκων ή κατοχή παιδικής πορνογραφίας, να μην προσεγγίζει σχολεία ή κάποιος που καταδικάστηκε για απόπειρα ανθρωποκτονίας να μην προσεγγίζει το θύμα).
Άλλωστε, ο νομοθέτης για την πιστοποίηση της αναπηρίας αρκείται στην επισύναψη απλής βεβαίωσης του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), η οποία ως δημόσιο ιατρικό έγγραφο που κατά νόμο αποτελεί τη μοναδική προϋπόθεση για την απόλυση κρατουμένου, κρίνεται ως αόριστη και αναιτιολόγητη, καθώς λόγω της προδιατυπωμένης έντυπης μορφής της αναγράφει κατ' επιταγή του νόμου τηλεγραφικά και μονολεκτικά ή με ελάχιστους ιατρικούς όρους μόνο το είδος της πάθησης και το ποσοστό αναπηρίας, ενώ δεν αναφέρει κατ' ελάχιστο τα συμπτώματα και τις επιπλοκές της πάθησης του συγκεκριμένου ασθενούς, τα κλινικά και παρακλινικά ευρήματα, την πρόγνωση για ίαση, τα επίπεδα βαρύτητας της πάθησης, προηγούμενη αναγνώριση αναπηρίας και κυρίως εάν η συνέχιση της κράτησης μπορεί να επιδεινώσει την υγεία του κρατουμένου και να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του.
.........
Κατόπιν των ανωτέρω, με τη διάταξη της περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 110 Α του Ποινικού Κώδικα, ο νομοθέτης υπεισέρχεται ανεπίτρεπτα στη δικαστική κρίση, αναιρεί πλήρως την αμετάκλητη δικαιοδοτική κρίση ως προς τη αναγνώριση της ενοχής και την επιβολή ποινής, κατά την οποία πιθανώς συνεκτιμήθηκε και το πρόβλημα υγείας του κατηγορουμένου, καθιστά την επιβληθείσα ποινή χωρίς περιεχόμενο, καταργεί οποιαδήποτε πιθανότητα ειδικής ή γενικής πρόληψης και τελικώς μεταβάλλει την ποινή όπως στην περίπτωση 47 του Συντάγματος με την απονομή της χάριτος».
Το Συμβούλιο αποτελούμενο από τους Δικαστές Φωτεινή Καρανικόλα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Μαρία Γάκη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια και Ιωάννη Χήνο Πρωτοδίκη κατά πλειοψηφία 2-1 έκανε δεκτή την πρόταση. Εναντίον του Βουλεύματος ασκήθηκε έφεση.