Της Αγγελικής Κώττη
Τέσσερις κορμοί Κούρων εντοπίσθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Αταλάντης στη Φθιώτιδα ύστερα από έρευνες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας σε οικόπεδο ιδιώτη, που ειδοποίησε μόλις έπεσε τυχαία πάνω στον πρώτο. Πρόκειται για τους πρώτους Κούρους που βρίσκονται σε ολόκληρη την περιοχή, κάτι που κάνει τη σημασία τους ακόμα σπουδαιότερη. Ομως, καθώς τα αρχαϊκά αγάλματα είναι πώρινα, όχι μαρμάρινα, η κατάσταση διατήρησής τους δεν είναι άριστη. Αποτελούν ωστόσο εξαιρετικά ευρήματα από κάθε πλευρά. Φαίνεται, μάλιστα, να υποδεικνύουν την τοποθεσία ως το μέρος όπου βρισκόταν η αρχαία πόλη του Οπούντα, η οποία, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα ευρήματα στους τάφους που ανεσκάφησαν, ήταν εύπορη.
Η αρχαιολογική έρευνα ξεκίνησε με αφορμή την υπόδειξη νέας αρχαιολογικής θέσης από ιδιοκτήτη αγροτεμαχίου της κτηματικής περιφέρειας Αταλάντης, όταν κατά τη διάρκεια άροσης (και κατ'' άλλες πηγές, προσπαθώντας να φυτέψει μια ελιά) εντόπισε πώρινο κορμό γυμνού ανδρικού αγάλματος αρχαϊκών χρόνων στον τύπο του Κούρου (σωζόμενου ύψους 0,86 μ.) και ειδοποίησε την Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Μετά την παράδοση και μεταφορά του γλυπτού στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αταλάντης, η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φθιώτιδας και Ευρυτανίας, κα Ε. Καράντζαλη, ανέθεσε στην αρχαιολόγο κα Μαρία Παπαγεωργίου τη διεξαγωγή δοκιμαστικών τομών στον αγρό, κατά τη διάρκεια των οποίων αποκαλύφθηκαν κατά χώρα άλλα τρία πώρινα γλυπτά αρχαϊκών χρόνων και τμήμα τριεδρικής βάσης αγάλματος.
Στην πρώτη δοκιμαστική τομή στο βόρειο τμήμα του αγροτεμαχίου βρέθηκε πώρινο γλυπτό φυσικού μεγέθους αρχαϊκών χρόνων (σωζόμενου ύψους 1,22 μ.), που σώζεται από την κεφαλή ώς το ύψος των μηρών και παριστάνει όρθια, γενειοφόρο μορφή νεαρού άνδρα με προτεταμένο το αριστερό σκέλος. Το παραπάνω γλυπτό βρέθηκε μαζί με τμήμα κάτω κορμού μικρότερου πώρινου αναγλύφου, που απεικονίζει ιστάμενη γυμνή ανδρική μορφή από την οσφυϊκή χώρα ώς τις κνήμες (σωζομένου ύψους 0,82 μ.), το οποίο επίσης φέρει συμφυή πλίνθο στην οπίσθια επιφάνεια.
Κατά τη διάρκεια της χθεσινής ανασκαφικής έρευνας εντοπίσθηκε ένας ακόμη Κούρος σε φυσικό μέγεθος (σωζόμενου ύψους 0,95 μ. εικ. 6-7) που σώζεται από το ύψος του λαιμού ώς τους μηρούς, απεικονίζει γυμνό νέο με ελαφρά προτεταμένο το αριστερό σκέλος και διατηρείται σε καλή κατάσταση. Η τριεδρική πλίνθος που βρέθηκε ακριβώς δίπλα του πιθανόν ανήκει στο ίδιο γλυπτό. Αυτή υποδηλοί πως ίσως δεν ήταν μόνος του ο συγκεκριμένος Κούρος, αλλά ανήκε σε σύμπλεγμα τριών αγαλμάτων. Μέχρι στιγμής, είχαμε μόνο δίδυμους Κούρους, όπως της αρχαίας Κλένιας (Νεμέα Κορινθίας), τώρα ίσως έχουμε πλέον τρίδυμους. Οι Κούροι ιδρύονταν επάνω σε τάφους νεαρών ανδρών, μερικοί από τους οποίους είχαν σκοτωθεί σε ανδραγαθήματα.
Η πρόσφατη ολιγοήμερη ανασκαφική έρευνα, που έχει διενεργηθεί σε μικρό μόνον τμήμα του αγρού, αποκάλυψε σε βαθύτερα στρώματα από αυτό της ανεύρεσης των αρχαϊκών γλυπτών οργανωμένο νεκροταφείο, στο οποίο μέχρι στιγμής διερευνήθηκαν επτά τάφοι που έχουν χρησιμοποιηθεί από τον 5ο αι. π.Χ. έως τον 2ο αι. π.Χ. με αξιόλογα ευρήματα.
Η ύπαρξη του αρχαίου νεκροταφείου σε εγγύτητα με τη σύγχρονη πόλη της Αταλάντης υποδηλώνει ότι πιθανότατα έχει εντοπισθεί τμήμα του οργανωμένου νεκροταφείου του αρχαίου Οπούντα. Οσο για τους Κούρους, καθώς δεν έχει γίνει ανασκαφή κάτω από τον χώρο όπου βρέθηκαν τα αγάλματα, οι αρχαιολόγοι δεν γνωρίζουν εάν βρίσκονταν στο νεκροταφείο -σε προγενέστερους τάφους φυσικά- ή εάν είχαν μεταφερθεί από κάπου. Η ύπαρξη στρωμάτων άμμου κάτω από τα αγάλματα δεν τους λύνει τα ερωτήματα. Προφανώς, οι απορίες θα λυθούν μετά την ολοκλήρωση της ανασκαφήςΚούροι ονομάζονται τα μεγάλων διαστάσεων μαρμάρινα αγάλματα ανδρικής μορφής, τα οποία μετά τη μέση αρχαϊκή περίοδο 580 π.Χ. δεσπόζουν στην ελληνική τέχνη. Οι Κούροι είναι γυμνοί, ενώ οι Κόρες (θηλυκό) είναι ντυμένες, όπως η Πεπλοφόρος στο Μουσείο Ακρόπολης. Πολλοί Κούροι εκτίθενται σήμερα, κυρίως στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ενώ οι περισσότερες Κόρες στο Μουσείο Ακρόπολης. Η ονομασία προέρχεται από τη δωρική λέξη Κώρος που σημαίνει παιδί, ανδρόπαις, νέος έφηβος, παλικάρι. Στην ιωνική διάλεκτο ονομάζονταν Κούρος.
Οι Κούροι είναι εμπνευσμένοι από αιγυπτιακά πρότυπα αγαλμάτων. Επαναλαμβάνουν τη μνημειακότητα, τη στάση του προτεταμένου αριστερού ποδιού και των κλεισμένων σε γροθιά χεριών που ακουμπούν στους μηρούς, διαφέρουν όμως σημαντικά από αυτά. Τα πέτρινα αγάλματα των Φαραώ έχουν καλυμμένα τα γεννητικά όργανα, ενώ τα αντίστοιχα μαρμάρινα του ελλαδικού χώρου είναι γυμνά. Είναι αγάλματα που στήνονταν στα ιερά για τον θεό ή σε τάφους ανδρών με τους οποίους όμως δεν έμοιαζαν· θύμιζαν τη νεότητα, τη δύναμη και την ομορφιά τους. Σε πρώτη φάση, ήταν άκαμπτοι, όπως και τα κολοσικά αγάλματα των Φαραώ, που σκαλίζονταν σε σκληρή πέτρα. Σιγά σιγά, άρχισαν να απεικονίζουν κίνηση, ενώ, όσο περνούσαν οι δεκαετίες, άλλαζαν το πρόσωπο και τα μαλλιά τους.
Γενικά, οι Κούροι έχουν αυστηρή μετωπικότητα, δηλαδή είναι φτιαγμένοι να αντικρίζουν τον θεατή κατά μέτωπον (κατ'' ενώπιον), έχουν πλατείς ώμους και λεπτή μέση. Τα χέρια, με σφιγμένες γροθιές, είναι τεντωμένα και συνήθως κολλημένα στους μηρούς (σπάνια κάμπτονται οι αγκώνες). Το αριστερό πόδι φέρεται ελαφρά προς τα εμπρός, σε μια απόπειρα κίνησης. Τα μαλλιά είναι μακριά, τραβηγμένα πίσω στην πλάτη, και πολλές φορές δεμένα με ταινία προς τα πίσω. Αποτελούνται από κατακόρυφους πλόκαμους (βοστρύχους), οι οποίοι δημιουργούνται από κατακόρυφες σειρές ανάγλυφων σφαιριδίων. Κύριο χαρακτηριστικό της μορφής των Κούρων είναι το «αρχαϊκό μειδίαμα», ένα ανεπαίσθητο αινιγματικό χαμόγελο που σχηματίζεται από το τραβηγμένο στις άκρες στόμα. Εχουν μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια, που στην αρχή θυμίζουν τα μακιγιαρισμένα μάτια των Αιγυπτίων.
Εδωσαν αφορμή να διαδοθεί η γυμνότητα ευρύτερα στην τέχνη. Ετσι, ακόμη και για τους θεούς, τους ήρωες, τους μαχητές κ.τ.λ. η γυμνότητα αποτέλεσε κατόπιν ένα χαρακτηριστικό της ελληνικής γενικά τέχνης. Η γυμνότητά τους δεν οφείλεται σε αδυναμία της πρωτόγονης τέχνης. Οι Ελληνες αγωνίζονταν γυμνοί από τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες 776 π.Χ. και ίσως νωρίτερα.