Μεθυσμένοι από την εύκολη νίκη τους, όταν η σοβιετική αυτοκρατορία έπεσε μόνη της χωρίς να χρειαστεί να κουνήσουν ούτε το δαχτυλάκι τους, οι Δυτικοί έκαναν το ένα λάθος μετά το άλλο. Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μετά από πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη, για μέτρα έκτακτης ανάγκης στην Ενέργεια βάζει τέρμα στην ευρωπαϊκή ανεμελιά. Και για πρώτη φορά η Ευρώπη απαντά στον εκβιασμό διαρκείας του Πούτιν όχι μόνο με κυρώσεις, αλλά και με παράλληλη στήριξη των λαών της.
Είναι αυτή η πιο δυνατή απάντηση στον ιμπεριαλισμό του Πούτιν: Να νιώσει πως η δυνατότητά του να προχωρά σε αντίποινα ανοιγοκλείνοντας την στρόφιγγα του φυσικού αερίου δεν θα λυγίσει την γηραιά ήπειρο – αντίθετα η Ρωσία θα νιώσει στο πετσί της τις συνέπειες των δυτικών οικονομικών κυρώσεων. Δυστυχώς θα περάσει άσχημα και ο ρωσικός λαός.
Κοιτάζοντας πίσω, μπορούμε τώρα να πούμε με σιγουριά πως η Δύση αντιμετώπισε την κατάρρευση της ΕΣΣΔ περίπου ως ένα φολκλορικό γεγονός. Σα να της το χρώσταγε η Ιστορία!
Τον καιρό της περεστρόικα και της διάλυσης της σοβιετικής αυτοκρατορίας, η κρατούσα άποψη στην Μόσχα ήταν πως όλα συνέβησαν επειδή οι διάφορες Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες καθώς και οι χώρες δορυφόροι ευθύνονταν για την κατάρρευση. Η Ρωσία έπρεπε να σηκώνει όλα τα βάρη πληρώνοντας βαρύ τίμημα για να διατηρεί στη ζωή το Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Έτσι, μετά την διάλυση της αυτοκρατορίας, για ένα διάστημα ένιωσε ανακούφιση που απαλλάχθηκε από τα «παράσιτα», όπως αποκαλούσαν τότε αυτές τις χώρες.
Ανακούφιση ένιωσαν και οι Δυτικοί. Έκαναν πως δεν έβλεπαν ότι στο εσωτερικό της αχανούς αυτοκρατορίας αναπτύσσονταν μια σειρά αποσχιστικά, κυρίως φιλορωσικά, κινήματα: Οι αυτονομιστές της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας στην Γεωργία, η Υπερδνειστερία στην Μολδαβία (που με το δημοψήφισμα του 2006 ζήτησε την ένωσή της με την Ρωσία), οι αποσχιστές της Τσετσενίας (όπου η Ρωσία έχει διεξαγάγει δύο πολέμους, το 1996 και το 1999), οι Ούγγροι της Ρουμανίας, της Σλοβακίας και της Σερβίας και βέβαια η Κριμαία και οι άλλες ρωσόφωνες περιοχές στην Ουκρανία.
Από την «εθνική μοναξιά» στον ιμπεριαλιστικό εθνικισμό
Είχε ανοίξει από την αρχή ο ασκός του Αιόλου, αλλά η ανεμελιά συνεχίστηκε ακόμη κι’ όταν στο προσκήνιο έκανε την εμφάνισή του ο Πούτιν. Τότε ήταν που ο εθνικός απομονωτισμός των πρώτων χρόνων της «εθνικής μοναξιάς», έδωσε την θέση του στον ιμπεριαλιστικό εθνικισμό του Πούτιν.
Πολιτική είναι η τέχνη του προβλέπειν, αλλά η Δύση συνέχισε να εθελοτυφλεί και να μην μελετά τις κινήσεις του Πούτιν, ο οποίος ήδη από το 2006 (όταν έκλεισε πρωτοχρονιάτικα την στρόφιγγα του φυσικού αερίου στην Ουκρανία και κυρίως μετά την επέμβασή του στην Γεωργία τον Αύγουστο του 2008, στον «πόλεμο των πέντε ημερών» ως απάντηση στις επιχειρήσεις του Γεωργιανού Σαακασβίλι στη Νότια Οσετία), έγινε απόλυτα προβλέψιμος.
Την ίδια ώρα, η Δύση συνέχισε να αντιμετωπίζει τον Πούτιν ως… φολκλορική φιγούρα – φρόντισε και ο ίδιος γι’ αυτό με την επιτηδευμένα εκκεντρική συμπεριφορά του – και να καλοδέχεται τη νέα ρωσική νομενκλατούρα, τους Ρώσους ολιγάρχες και τα αμύθητα πλούτη τους.
Στριμώχνοντας τον αρουραίο στη γωνία
Δεν μελέτησαν τον αντίπαλο, αν και οι ιστορίες από τα παιδικά χρόνια του Βλαντιμίρ Πούτιν έχουν αποκτήσει διαστάσεις αστικού μύθου. Μία απ’ αυτές θα μπορούσε να έχει τίτλο «Ο Βλαντιμίρ και το ποντίκι». Σαν παιδί, ζούσε κι’ αυτός σε μια από εκείνες τις μονότονες λαϊκές πολυκατοικίες της σοβιετικής εποχής. Το πιο διασκεδαστικό – και… διδακτικό – παιχνίδι με τους συνομηλίκους του ήταν να κυνηγούν τα ποντίκια, για την ακρίβεια τους καλοθρεμμένους αρουραίους, που κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους ενοίκους.
Για τον μικρό Βλαντιμίρ δεν ήταν ένα απλό παιχνίδι. Φαίνεται ότι αφιέρωσε πολύ χρόνο για να μελετήσει την ψυχολογία των αρουραίων και τον τρόπο που συμπεριφέρονται όταν νιώθουν πως γίνονται θηράματα. Ο ίδιος έχει διηγηθεί πως σ’ εκείνα τα παιδικά παιχνίδια είχε διαπιστώσει ότι ο χειρότερος τρόπος για να πιάσεις έναν ποντικό είναι να τον στριμώξεις στην γωνία. Είναι η στιγμή που καταλαβαίνει πως έχει παγιδευτεί. Και τότε, ανασυντάσσεται και επιτίθεται.
Ίσως σήμερα να παρακολουθούμε μια τέτοια μορφή δράσης. Καιρό τώρα, η Δύση στριμώχνει τον ποντικό στην γωνία. Μια πρακτική που αρχικά, ήδη από το 1989 όταν κατέρρευσε η σοβιετική αυτοκρατορία, είχε αποφευχθεί. Υπήρξε τότε μια μυστική, ανομολόγητη συμφωνία πως η Δύση δεν θα χρησιμοποιούσε το όπλο που ακούει στο όνομα ΝΑΤΟ για να στριμώξει την Ρωσία.
Ωστόσο, οι πρώην σοβιετικοί δορυφόροι πίεζαν – να μπουν στην ΕΕ, να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Λιθουανία και πρώτη και καλύτερη η Πολωνία, που μετά την είσοδό της στο ΝΑΤΟ, δημιούργησε μια δική της στρατηγική: Να μην αποτελεί το όριο ανάμεσα στην Δύση και στην Ανατολή.
Για να το πετύχει, άρχισε να πιέζει ώστε αυτός ο ρόλος να ανατεθεί στην Ουκρανία, την οποία έβλεπε και βλέπει ως μαξιλάρι ασφαλείας ανάμεσα στην ίδια και στη Ρωσία.
Το 2008, η Πολωνία και η Σουηδία, πρότειναν μια ειδική σχέση της ΕΕ με τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες όπως η Ουκρανία, η Μολδαβία, η Λευκορωσία, το Αζερμπαϊτζάν, η Γεωργία, η Αρμενία. Θα άνοιγε έτσι ο δρόμος για την είσοδο όλων στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ και θα στριμωχνόταν ο «μεγάλος ρωσικός αρουραίος». Γαλλία και Γερμανία δεν συμφώνησαν με το σχέδιο καθώς δεν ήθελαν να εκνευρίσουν το Κρεμλίνο. Μάλιστα, στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008, Μπους και Μέρκελ είχαν συγκρουστεί σκληρά με αφορμή την Ουκρανία και την Γεωργία.
Ωστόσο, η Πολωνία συνέχισε μόνη της. Με κεντρικό στόχο να πολωνοποιήσει την Ουκρανία. Έτσι, εκατομμύρια Ουκρανοί μετανάστευσαν στην Πολωνία και σήμερα είναι πανταχού παρόντες σε κάθε πτυχή της πολωνικής οικονομικής και κοινωνικής ζωής, με την Βαρσοβία να έχει προσφέρει πάνω από 500.000 διαβατήρια. Παράλληλα, οι Ουκρανοί μετανάστευαν σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες – κάτι που αρχικά είχε ενθαρρυνθεί από το Κίεβο, καθώς οι μετανάστες στέλνουν χρήματα στην πατρίδα, ενισχύοντας την οικονομία της.
«Η Ρωσία έχει μόνο δύο συμμάχους»…
Ό,τι έπρεπε για να νιώσει στριμωγμένος ο Πούτιν. Η ρωσική αρκούδα μεταμορφώθηκε σε αρουραίο. Στον εσωτερικό κόσμο του Πούτιν ωστόσο, δεν ζωντάνεψε μόνο ο αρουραίος που αντεπιτίθεται. Αλλά και ο τσάρος Αλέξανδρος Γ΄ (1845-1894), η περίοδος της βασιλείας του οποίου ταυτίστηκε με την εθνική αναγέννηση, μέσω ενός απολυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης που στηρίχθηκε στην στρατιωτική ισχύ και στην ενότητα του ρωσικού έθνους.
«Η Ρωσία έχει μόνο δύο συμμάχους – τον στρατό και το ναυτικό», έλεγε ο τσάρος Αλέξανδρος – και φαίνεται πως ο Πούτιν συμφωνεί απόλυτα. Έχουν άλλωστε πολλά κοινά σημεία: Η προβολή ισχύος, η επιβολή της ισχύος τους, η αποκατάσταση της Ρωσίας ως παγκόσμιας δύναμης, ο απόλυτος έλεγχος των υπηκόων. Ο Αλέξανδρος δημιούργησε την τρομερή και φοβερή μυστική αστυνομία Οχράνα, στα πρότυπα της οποίας ο Λένιν δημιούργησε την Τσεκά, για να ακολουθήσει η ΚΑ ΓΚΕ ΜΠΕ, επίλεκτο στέλεχος της οποίας υπήρξε ο Πούτιν.
Καθώς, όμως, είχε παραλάβει μια εντελώς διαλυμένη χώρα, με όλες τις Δημοκρατίες της σοβιετικής αυτοκρατορίας να ανεξαρτητοποιούνται η μία μετά την άλλη και όλους τους δορυφόρους της να ξεφεύγουν από την επιρροή της και να περνούν στο αντίπαλο στρατόπεδο, διαπίστωσε πως το τελευταίο ανάχωμά του ήταν η Ουκρανία.
Δεν είχαν την ίδια γνώμη οι Ουκρανοί. Τον Φεβρουάριο του 2014 ξεσηκώθηκαν κατά του φιλορώσου προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς και η πλατεία Μαϊντάν έγινε το σύμβολο της εξέγερσής τους. Ο Γιανουκόβιτς εξεδιώχθη και ανέλαβε μια προσωρινή φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση που δεν αναγνωρίστηκε από την Μόσχα. Τον Μάρτιο του 2014 η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία και ενθάρρυνε την εξέγερση των φιλορώσων αποσχιστών του Ντονμπάς των μεγάλων ανθρακωρυχείων και λίκνο της ρωσικής ορθόδοξης Εκκλησίας.. Μέχρι σήμερα, οι νεότεροι Ουκρανοί πιέζουν για στροφή προς την Ευρώπη, κάτι που συμμερίζεται και ο εκλεγμένος το 2019 πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκι.
Δώρο του Χρουστσόφ στο Κίεβο η Κριμαία
Μήλο της έριδος και θέατρο πολέμων και εκστρατειών, η Κριμαία δόθηκε το 1954 ως δώρο στο Κίεβο από τον (Ουκρανό) Σοβιετικό ηγέτη Νικήτα Χρουστσόφ. Γι’ αυτό και ο Ρώσος πρόεδρος θεωρεί πως η προσάρτηση της Χερσονήσου, το 2014, αποτελεί την διόρθωση μιας «ιστορικής αδικίας», ενός… ιστορικού λάθους.
Την ίδια εκείνη χρονιά αρχίζουν οι συγκρούσεις ανάμεσα στους αποσχιστές φιλορώσους της ανατολικής ρωσόφωνης περιοχής του Ντονμπάς, και στον ουκρανικό τακτικό στρατό. Τότε οι φιλορώσοι έθεσαν υπό τον έλεγχο τους και κήρυξαν την ανεξαρτησία του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, «λαϊκές δημοκρατίες» που ο Πούτιν αναγνώρισε κατά την παρούσα κρίση.
Το 2014 και το 2015, Μόσχα και Κίεβο προχώρησαν σε ανακωχή και υπέγραψαν τις δύο Συμφωνίες του Μινσκ που προέβλεπαν εκλογές στις αποσχισθείσες περιοχές και την απόσυρση των φιλορωσικών στρατευμάτων. Η πρώτη συμφωνία απέτυχε αμέσως και η δεύτερη δεν τηρήθηκε ποτέ από καμία πλευρά. Στα τελευταία οκτώ χρόνια 22.000 άνθρωποι έχουν χάσει την ζωή τους στον εμφύλιο του Ντονμπάς, ενώ η Ρωσία έχει προσφέρει στους κατοίκους του 700.000 διαβατήρια.
Οι βαθιές ρίζες της σύγκρουσης
Οι ρίζες της διένεξης είναι βαθιά ιστορικές. Ο Ρώσος πρόεδρος επιμένει – το έπραξε και στο διάγγελμα αναγνώρισης της αυτονομίας του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ – πως η Ρωσία διατηρεί ιστορικά δικαιώματα επί της Ουκρανίας. Ήδη σε περσινό άρθρο του, υποστήριξε πως Ρωσία και Ουκρανία αποτελούν ένα έθνος.
Σύμφωνα με την θεωρία του, Ρώσοι, Ουκρανοί και Λευκορώσοι συναποτελούν τον ίδιο λαό και είναι απόγονοι των Ρως του Κιέβου, ένα σύνολο σλαβικών, βαλτικών και φιννικών φυλών που κατά τον 9ο αιώνα δημιούργησαν ένα βασίλειο με τμήματα ρωσικών, ουκρανικών και λευκορωσικών εδαφών. Τότε γεννήθηκε, επί ουκρανικού εδάφους, η ρωσική ταυτότητα, με τον Βλαδίμηρο του Κιέβου να βαπτίζεται χριστιανός και να ανοίγει τον δρόμο για την ίδρυση της Ορθόδοξης Ρωσικής Εκκλησίας.
Όσο υπήρχε η ΕΣΣΔ αυτά τα θέματα ήταν λυμένα. Η διάλυση έφερε τα προβλήματα εθνικής ταυτότητας.
Γι’ αυτό και ο Πούτιν έχει αποκαλέσει την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης την «μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή», με την Ουκρανία να αποτελεί την πιο οδυνηρή απώλεια.
Δύσκολο αν σκεφθούμε πως η Ουκρανία κάνει τα πάντα για να επιτύχει το ακριβώς αντίθετο. Πέρσι, η ουκρανική Βουλή ψήφισε νόμο με τον οποίο απαγορεύεται σε δεκατρείς ολιγάρχες να έχουν στην κατοχή τους μέσα ενημέρωσης και άρα επιρροή στην κοινή γνώμη. Ένας από αυτούς τους ολιγάρχες είναι ο φίλος του Πούτιν, ο Βίκτορ Μεντβέντσουκ, ο ζάπλουτος αρχηγός του μεγαλύτερου ουκρανικού φιλορωσικού κόμματος, της Πλατφόρμας της Αντιπολίτευσης. Συνελήφθη και τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό, γεγονός που για τον Πούτιν υπήρξε από την αρχή casus belli.
Η μάχη του ΝΑΤΟ
Όσο για την διακαή επιθυμία της Ουκρανίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, κάτι που το Κίεβο προσπαθεί από την Σύνοδο του Βουκουρεστίου το 2008, είναι γνωστό πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί – ο ίδιος ο πρόεδρος Μπάιντεν είπε πως «η πιθανότητα η Ουκρανία να εισέλθει στο ΝΑΤΟ σε σύντομο χρόνο είναι απομακρυσμένη» - καθώς το καταστατικό της Συμμαχίας δεν επιτρέπει είσοδο νέων μελών που εμπλέκονται σε συγκρούσεις.
Και οπωσδήποτε κάτι τέτοιο απορρίπτεται από την Ρωσία – αν και πρακτικά δεν μπορεί να το αποτρέψει παρά μόνο με… διαρκή πόλεμο. Μέχρι σήμερα μόνο το 6% των ρωσικών συνόρων βρίσκεται σε επαφή με χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, αλλά με την Ουκρανία είναι διαφορετικά, αφού οι δύο χώρες μοιράζονται σύνορα μήκους 2.200 χιλιομέτρων.
Επιθυμία της Ρωσίας είναι να επιστρέψει το ΝΑΤΟ στην κατάσταση του 1997. Μετά το 1997 μέλη της Συμμαχίας έγιναν η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Λεττονία, η Λιθουανία, η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Αλβανία, η Κροατία, το Μαυροβούνιο και τα Σκόπια.
Επιστροφή στην προ του 1997 κατάσταση, θα σήμαινε ότι το ΝΑΤΟ θα έπρεπε να αποσύρει της δυνάμεις του από την Πολωνία και από τις τρεις Δημοκρατίες της Βαλτικής, αλλά να αποσύρει και τους πυραύλους του από την Πολωνία και την Ρουμανία.
Στη συνάντησή του με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν, στις 7 Φεβρουαρίου, ο Πούτιν ήταν σαφής: «Το καταλαβαίνετε πως αν η Ουκρανία εισέλθει στο ΝΑΤΟ και προσπαθήσει να επανακαταλάβει την Κριμαία με στρατιωτικά μέσα, οι ευρωπαϊκές χώρες αυτόματα θα σύρονταν σε πόλεμο με την Ρωσία;». Δεν παρέλειψε μάλιστα να πει ότι η Ρωσία διαθέτει πυρηνικά όπλα, προσθέτοντας πως ένας τέτοιος πόλεμος δεν θα είχε νικητές.
Ούτε για τον ίδιο θα ήταν εύκολο. Υποστηρίζει τους αυτονομιστές του Ντονμπάς, αλλά έχει ήδη επιτεθεί στην Τσετσενία το 1999, στην Γεωργία το 2008, στη Συρία το 2015, ενώ το 2014 προσάρτησε την Κριμαία και σήμερα επιτίθεται από ξηρά, θάλασσα και αέρα στην Ουκρανία σε έναν κεραυνοβόλο πόλεμο βασισμένο στο δόγμα του Σουν Τσου «Σοκ και δέος».
Με αυτόν τον τρόπο, ο Πούτιν στέλνει το ιμπεριαλιστικό του μήνυμα. Για την Γεωργία είναι μια «αναμνηστική δόση», για την Μολδαβία και τους υπόλοιπους μια πολεμική προειδοποίηση.
Αλλά και για τον πρόεδρο Μπάιντεν δεν είναι απλά τα πράγματα. Ήταν από την αρχή βέβαιος πως μια πολεμική εμπλοκή στην Ουκρανία θα έκρυβε πολλούς κινδύνους. Θα προτιμούσε μια συμφωνία έστω και τώρα που ο πόλεμος έχει ανάψει για τα καλά.
Ωστόσο η Δύση θέλει να υπερασπιστεί την Ουκρανία. Παρά τις αδυναμίες της, είναι μια δημοκρατική χώρα, με ελευθερίες, εκλογές, διαδηλώσεις. Ουσιαστικά, αποτελεί το σύνορο ανάμεσα στην Δημοκρατία και τον αυταρχισμό.
Δεν ενδιαφέρεται για τέτοια πράγματα ο Πούτιν. Αντίθετα τα πολεμάει. Και με χίλια δυο τερτίπια και εναλλαγή ρόλων καταφέρνει να παραμένει στο Κρεμλίνο από το 2000.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας η δημοτικότητά του έφτασε το 80%. Και το 2008, όταν εισέβαλε στην Γεωργία απογειώθηκε στο 88%...
*Η Σοφία Βούλτεψη είναι βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου και δημοσιογράφος