Η αύξηση του ιικού φορτίου σε Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική, Κιλκίς και Λάρισα, πέρα από την εφαρμογή των γνωστών περιοριστικών μέτρων που ισχύουν σε όλες τις περιοχές οι οποίες μπαίνουν στο «κόκκινο» στον επιδημιολογικό χάρτη, προκαλεί αύξηση της ανησυχίας για το πώς θα μπορέσουν τα νοσοκομεία του ΕΣΥ να διαχειριστούν τις αυξημένες εισαγωγές. Την ίδια ώρα, η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων προτείνει να αυξηθεί ακόμα περισσότερο το υποχρεωτικό εργαστηριακό testing για τους ανεμβολίαστους πολίτες και εργαζόμενους στις δημόσιες υπηρεσίες, ώστε όσοι δεν διαθέτουν πιστοποιητικό εμβολιασμού ή νόσησης να προσέρχονται μόνο με rapid test. Έτσι, αυξάνονται οι περιορισμοί για τους μη εμβολιασμένους που θα πρέπει να κάνουν τρία rapid test την εβδομάδα, γεγονός που αντιστοιχεί σε έξτρα δαπάνη 120 ευρώ.
Καθώς προχωράμε προς εκείνο το διάστημα του φθινοπώρου που θα κρυώσει ο καιρός και μοιραία θα δούμε σημαντική αύξηση στην ημερήσια καταγραφή των κρουσμάτων, στο υπουργείο Υγείας εκπονούν σχέδια για να μη φρακάρουν οι ΜΕΘ και οι κλινικές COVID των νοσοκομείων του ΕΣΥ της Βορείου Ελλάδας εξαιτίας της μεταφοράς ασθενών από τις όμορες περιοχές προς την Θεσσαλονίκη.
Έχοντας πλέον την πολύτιμη πείρα των 19 μηνών συνεχόμενης μάχης με την πανδημία αλλά και το μεγάλο δίδαγμα του περσινού μαύρου Νοέμβρη της Θεσσαλονίκης και γνωρίζοντας ότι τα αυξημένα περιστατικά και περισσότερο τα παιδιατρικά περιστατικά που θα χρειαστούν νοσηλεία στα νοσοκομεία «Παπανικολάου» και Ιπποκράτειο της Θεσσαλονίκης θα δημιουργήσουν έλλειψη κλινών, ομάδες γιατρών από την Αθήνα ετοιμάζονται να ταξιδέψουν προς τον Βορρά, προκειμένου να εκπαιδεύσουν τους συναδέλφους τους υγειονομικούς στη διαχείριση των Covid ασθενών.
Οι ασθενείς με Covid πνευμονία κι επιπλοκές διαφέρουν από τους ασθενείς με απλές αναπνευστικές λοιμώξεις και στο τέταρτο κύμα -όπως και στο αναμενόμενο πέμπτο κύμα- το ζητούμενο είναι τα περιφερειακά νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας να κρατήσουν τα περιστατικά Covid (κατ’ αναλογία με τη δυναμικότητά τους), ώστε να μην διακομισθούν όλα στη συμπρωτεύουσα. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στις παιδιατρικές κλινικές και τις παιδιατρικές ΜΕΘ, μια και η μετάλλαξη Δέλτα μεταδίδεται εύκολα στον παιδικό και εν πολλοίς ανεμβολίαστο πληθυσμό.
Πότε θα τελειώσει η πανδημία
Στην εύλογη ερώτηση «πότε θα μας αφήσει η πανδημία», ο αναπληρωτής καθηγητής ΕΚΠΑ Δημήτρης Παρασκευής απαντά: «Όταν όλοι όσοι δεν έχουν θωρακιστεί με τον εμβολιασμό και δεν έχουν ακόμα νοσήσει, κολλήσουν. Θα πρέπει όλοι πανελλαδικά στον μικρόκοσμό μας να έχουμε κάποιας μορφής ανοσία - είτε με τον εμβολιασμό είτε με την νόσηση - για να ολοκληρωθεί ένας κύκλος και να περάσουμε στην επόμενη φάση όπου η νόσος θα γίνει εποχική και θα αντιμετωπίζεται με ένα ετήσιο αναμνηστικό εμβολιασμό».
Ακόμα και τότε θα εξακολουθήσουν να μας «βρέχουν» κύματα, χωρίς όμως να υφιστάμεθα την ψυχρολουσία των προηγούμενων ορμητικών κυμάτων της πανδημίας.
Στο μεταξύ, οι ειδικοί θυμίζουν στους γονείς ότι έχουμε πλέον ξεπεράσει το στάδιο που θα θέλαμε να εμβολιάσουμε τα παιδιά και τους εφήβους για λόγους αλτρουισμού (για να προστατέψουν τους ανεμβολίαστους συγγενείς) και ότι πρέπει να σκεφτούμε να τα εμβολιάσουμε καθώς αυξάνονται πολύ οι μακροπρόθεσμες επιπλοκές της Covid είτε πρόκειται για τα long Covid συμπτώματα που επίσης ταλαιπωρούν τα παιδιά είτε πρόκειται για την υπερφλεγμονώδη αντίδραση που μοιάζει με τη νόσο Kawasaki.
Από τη μεριά τους οι υγειονομικοί ξεκινούν από σήμερα να κάνουν την τρίτη δόση καθώς ανοίγει εντός της ημέρας η πλατφόρμα γι αυτούς όπως και για όλα τα άτομα άνω των 60 ετών, με την προϋπόθεση ότι θα έχει παρέλθει διάστημα έξι μηνών από την τελευταία δόση που έκαναν και με τα εμβόλια mRNA να χρησιμοποιούνται για την αναμνηστική δόση, στις περισσότερες δε περιπτώσεις ο εμβολιασμός γίνεται με το σκεύασμα της Pfizer.
Μαζί με την πλατφόρμα που έχει ανοίξει για την τρίτη δόση ξεκίνησε ήδη από χθες η νέα δωρεάν διάθεση των self test από τα φαρμακεία για τους μαθητές, με την ελπίδα να αυξηθεί περαιτέρω η εμβολιαστική κάλυψη στα παιδιά ηλικίας 12 έως 17 ετών καθώς με τα υπάρχοντα επιδημιολογικά στοιχεία ένα στα τέσσερα κρούσματα είναι παιδιά και μέχρι το τέλος του 2021 αναμένεται να έχουν κολλήσει κορονοϊό 74.000 παιδιά.