Συρία: Μετά την αν. Γούτα επόμενος στόχος της Δαμασκού είναι η επαρχία Ντεράα

Συρία: Μετά την αν. Γούτα επόμενος στόχος της Δαμασκού είναι η επαρχία Ντεράα

Η ανακατάληψη της ανατολικής Γούτα, που βρίσκεται στις πόρτες της Δαμασκού, ανοίγει τον δρόμο για την ανάπτυξη του συριακού στρατού σε άλλες περιοχές με πιθανότερο στόχο τη νότια επαρχία Ντεράα, ένα από τα τελευταία προπύργια των Σύρων ανταρτών.

Αφού αντιστάθηκε επί πέντε χρόνια στην πιο παρατεταμένη πολιορκία της συριακής σύγκρουσης, η Γούτα κηρύχθηκε επισήμως «εκκαθαρισμένη» το βράδυ του Σαββάτου έπειτα από μια επιχείρηση που ξεκίνησε στις 18 Φεβρουαρίου στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν περισσότεροι από 1.700 άμαχοι, σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η ανακατάληψη της ανατολικής Γούτα ήταν κρίσιμη για τη συριακή κυβέρνηση.

Πρωτίστως σημαίνει ότι θα σταματήσουν να εκτοξεύονται ρουκέτες και όλμοι από την περιοχή εναντίον της Δαμασκού. Επίσης επιτρέπει στον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ να ελέγχει πλέον περισσότερη από τη μισή Συρία, όπου ζουν τα δύο τρίτα του πληθυσμού.

Η φιλοκυβερνητική εφημερίδα al Watan εκτιμά ότι προτεραιότητα πλέον ενδέχεται να δοθεί «στην οριστική διευθέτηση του θέματος νότια της πρωτεύουσας», κυρίως του καταυλισμού Παλαιστίνιων προσφύγων στο Γιαρμούκ, όπου εξακολουθεί να έχει παρουσία το Ισλαμικό Κράτος.

Σύμφωνα με πολλούς ειδικούς, επόμενος στόχος ενδέχεται ωστόσο να είναι η επαρχία Ντεράα, ένα από τα λίκνα της εξέγερσης εναντίον του Άσαντ το 2011.

Στην επαρχία αυτή, που βρίσκεται κοντά στην Ιορδανία και στα υψίπεδα του Γκολάν τα οποία έχει προσαρτήσει το Ισραήλ, έχουν παρουσία διάφορες ομάδες των ανταρτών, οι οποίες ελέγχουν το 70% της περιοχής, αλλά και το ΙΚ και ο κυβερνητικός στρατός που έχουν όμως μικρότερη παρουσία.

«Η απελευθέρωση της ανατολικής Γούτα σημαίνει το τέλος της απειλής εναντίον της Δαμασκού. Θα ήταν λογικό η συριακή κυβέρνηση να αναπτύξει τις δυνάμεις της νότια, για να τελειώνει με την κατάσταση στην Ντεράα», εκτιμά ο Μπασάμ Αμπού Αμπντάλα, διευθυντής του Κέντρου Στρατηγικών Ερευνών Δαμασκού.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το καθεστώς θα ακολουθήσει την ίδια τακτική «της στρατιωτικής πίεσης για να καταλήξει σε μια διευθέτηση».

Ο Ζιλίεν Τερόν, ειδικός στην κρίση στη Συρία, υπενθυμίζει ότι «το καθεστώς επικεντρώνεται εδώ και καιρό στην Ντεράα προσπαθώντας να σπάσει τη ζώνη των ανταρτών έως την ομώνυμη πόλη», κάποιες συνοικίες της οποίας είναι υπό τον έλεγχο των ανταρτών και κάποιες άλλες του στρατού.

Ο αναλυτής αυτός σημειώνει ότι το γεγονός ότι οι Σύροι αντάρτες ελέγχουν τα νότια σύνορα της χώρας «αμαυρώνει την εικόνα ενός καθεστώτος που έχει ξαναγίνει κυρίαρχος του εδάφους του».

Και η επανέναρξη του χερσαίου εμπορίου με την Ιορδανία, κυρίως μέσω του συνοριακού περάσματος Νάσιμπ, θα προσφέρει πολύτιμη οικονομική στήριξη στη Δαμασκό.

Όμως οι περιοχές αυτές στη νότια Συρία είναι «ιδιαίτερα ευαίσθητες», προειδοποιεί ο Σαμ Χέλερ, αναλυτής του International Crisis Group.

«Βρίσκονται μεταξύ της Δαμασκού και των συνόρων με το Ισραήλ και την Ιορδανία και κάθε στρατιωτική ενέργεια ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στην εσωτερική ασφάλεια των τριών αυτών χωρών», τονίζει.

Στη βορειοδυτική Συρία, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, βρίσκεται η επαρχία Ιντλίμπ η οποία επίσης δεν είναι υπό τον έλεγχο της Δαμασκού.

Το μεγαλύτερο μέρος της ελέγχεται από την τζιχαντιστική οργάνωση Χάιατ Ταχρίρ αλ Σαμ, στην οποία κυριαρχεί το συριακό παρακλάδι της αλ Κάιντα, και η οποία εμπλέκεται σε σφοδρές συγκρούσεις με άλλες ισλαμιστικές οργανώσεις.

Όμως η Ιντλίμπ «δεν βρίσκεται στο στόχαστρο της Δαμασκού μέχρι νεοτέρας, διότι χρειάζονται περισσότεροι γεωπολιτικοί υπολογισμοί από στρατιωτικοί», διαβεβαιώνει ο Χέλερ.

«Η τύχη της Ιντλίμπ συνδέεται με όσα διαδραματίζονται στους διαδρόμους μεταξύ της Τουρκίας (που στηρίζει τους Σύρους αντάρτες) και της Ρωσίας», υπογραμμίζει.

Σε αυτή την επαρχία, η οποία μετρά 2,5 εκατομμύρια κατοίκους εκ των οποίων περισσότερο από ένα εκατομμύριο εκτοπισμένους, το καθεστώς στέλνει συστηματικά τους μαχητές και τις οικογένειές τους που απομακρύνονται από τις περιοχές που ανακαταλαμβάνει η Δαμασκός.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ