Αυτό που έζησε η χώρα, ολόκληρη την εβδομάδα, αποχαιρετώντας τον Μίκη Θεοδωράκη ήταν ένα αυθεντικό λαϊκό ξέσπασμα. Λες και ξαφνικά συνειδητοποίησαν όλοι ότι μαζί με τον Μίκη αποχαιρετούσαν μια κρίσιμη ιστορική περίοδο, έναν ολόκληρο αιώνα που καθόρισε, με τα θετικά και τα αρνητικά του γεγονότα, την πορεία της χώρας και ότι χωρίς τον Μίκη η Ελλάδα θα ήταν αλλιώς. Γι' αυτό και ο δρόμος προς την τελευταία του κατοικία ήταν τόσο μακρύς, γεμάτος τραγούδια, ζητωκραυγές, λουλούδια, γεμάτος ατέλειωτο πένθος για τον τελευταίο «μεγάλο» της εποχής του.
Η παλλαϊκή ενότητα που πέτυχε να συμβολίσει ο Μίκης με τα τραγούδια του, με τον ενθουσιασμό και την ασυμβίβαστη ζωή του εκφράστηκε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο τις μέρες του αποχαιρετισμού του. Ένα πολύχρωμο πλήθος έσπευδε να του πει το τελευταίο αντίο με όποιον τρόπο μπορούσε, σε όποιο μέρος μπορούσε. Γέμισε την Μητρόπολη της Αθήνας, το λιμάνι του Πειραιά, τους δρόμους της Κρήτης.
Το πιο σπουδαίο είναι ότι την ενότητα αυτή ο Μίκης δεν την πέτυχε στρογγυλεύοντας τα λόγια του ούτε προσπαθώντας να γίνει αρεστός σε όλους ή κουτσουρεύοντας την ιστορία και τους αγώνες του. Τραγούδησε ως το τέλος «κι εσύ λαέ βασανισμένε μην ξεχνάς τον Ωρωπό» γνωρίζοντας ότι η ενότητα ενός λαού χτίζεται πάνω στη γνώση της ιστορίας και όχι στην άγνοια και το κουκούλωμά της.
Ίσως να ήταν αυτός ο συμβολισμός της επιστολής του προς τον Γ.Γ. του ΚΚΕ, ζητώντας του να επιληφθεί προσωπικά την κηδεία του ώστε «να γίνει σεβαστή όχι μονάχα η ιδεολογία μου αλλά και οι αγώνες μου για την ενότητα των Ελλήνων». Δυστυχώς, ο Δημήτρης Κουτσούμπας δεν φάνηκε αντάξιος της μεγάλης τιμής αφήνοντας να πάει χαμένη η ευκαιρία να στείλει, μέσα από τον επικήδειο που εκφώνησε, ένα ενωτικό μήνυμα που να αντανακλά την προσωπικότητα και τους αγώνες του Μίκη για την ενότητα των Ελλήνων.
Αντίθετα, επιχείρησε να τον «μικρύνει» για να τον χωρέσει στην κομματική γραμμή και όπου δεν γινόταν ξεμπέρδεψε λέγοντας «δεν συμφωνήσαμε πάντα με τις πρωτοβουλίες σου». Παραλείποντας να πει ότι στις περιπτώσεις αυτές η πολεμική του ΚΚΕ απέναντι στον «κομμουνιστή» Μίκη υπήρξε αδυσώπητη.
Το ενωτικό μήνυμα του Μίκη Θεοδωράκη ενόχλησε και όλους εκείνους που στηρίζουν τις πολιτικές τους φιλοδοξίες στη διάσπαση και τον διχασμό του λαού. Γι αυτό και φρόντισαν, όσο τους έπαιρνε φυσικά, να αμαυρώσουν την ενωτική ατμόσφαιρα του αποχαιρετισμού. Όταν ο σύμβουλος του αρχηγού της αντιπολίτευσης ανασύρει εξώφυλλα εφημερίδων του ‘65 με τίτλο «Μητσοτάκη κάθαρμα», δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για το ποιος υποκίνησε τις αποδοκιμασίες σε βάρος του Πρωθυπουργού στη Μητρόπολη. Ή ακόμα, όταν προσκείμενη στην αξιωματική αντιπολίτευση εφημερίδα γράφει ότι η επιτύμβια επιγραφή που θα ήθελε ο Μίκης ήταν «Πολέμησε τον Δεκέμβρη», είναι φανερό ποιος εξακολουθεί να καλλιεργεί το εμφυλιοπολεμικό κλίμα στη χώρα.
Το αντιενωτικό μένος ορισμένων δεν δίστασε να στοχοποιήσει ακόμα και τον Διονύση Σαββόπουλο για τον τρόπο που ο τροβαδούρος της γενιάς του Πολυτεχνείου αποχαιρέτησε τον μεγάλο φίλο και δάσκαλό του, εκφράζοντας τον σεβασμό και την αναγνώρισή του στο πρόσωπο και το έργο του Μίκη. Ακριβώς γιατί και ο Νιόνιος έχει στείλει κατά καιρούς, με τον δικό του ιδιαίτερο και προικισμένο τρόπο, εμφατικά μηνύματα για την ενότητα των Ελλήνων.
Αυτό που θα μας μείνει από το κατευόδιο του Μίκη δεν είναι βέβαια τα λίγα, ακραία και περιθωριακά παρατράγουδα αλλά τα τραγούδια του Μίκη που κράτησαν όρθια τη ζωή ενός λαού που αγωνίστηκε σκληρά για τη Δημοκρατία και την Ελευθερία. Γι' αυτό και θα τον ευγνωμονούμε και θα τον τιμούμε για πάντα.