Στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας μετά τον κορονοϊό αναφέρθηκαν οι συμμετέχοντες εκπρόσωποι της βιομηχανίας και του τουρισμού στη διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε σήμερα το βράδυ το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής επισημαίνοντας ότι η ανάπτυξη της παραγωγικής υποδομής είναι απαραίτητη για να υπάρξει ένα αναπτυξιακό αποτέλεσμα που θα διαχυθεί σε όλους τους κλάδους.
Στη συζήτηση, στην οποία συντονιστής ήταν ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Θεόδωρος Πελαγίδης, συμμετείχαν ο διευθυντής του Τομέα Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών του ΣΕΒ, Μιχάλης Μητσόπουλος, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), Θανάσης Σαββάκης.
Η επόμενη ημέρα για την οικονομία, είπε ο πρόεδρος του ΣΟΕ, είναι η φάση της ανάκαμψης. «Καλώς εχόντων των πραγμάτων, περιμένουμε να αρχίσει εντός του δεύτερου τριμήνου», εξ αιτίας αφενός της εποχικότητας που έχει δείξει ο ιός και αφετέρου της διαθεσιμότητας του εμβολίου, σημείωσε, προσθέτοντας ότι βασική προϋπόθεση για γρηγορότερη ανάκαμψη είναι η επιτυχία του προγράμματος εμβολιασμών και η απουσία αρνητικών ιατρικών εξελίξεων. Η κρατική στήριξη, είπε, θα συνεχισθεί και στη φάση της ανάκαμψης, τονίζοντας ότι αναμένονται σημαντικές αποφάσεις σε μακροοικονομικό και μικροοικονομικό επίπεδο από την ΕΕ.
Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η ΕΕ θα πρέπει να αποφασίσει για τον χρόνο έναρξης της απόσυρσης των δημοσιονομικών και νομισματικών μέτρων και την ταχύτητά της και το ζητούμενο, είπε, είναι μία χρυσή τομή, ώστε η απόσυρση να μην είναι πρόωρη, ώστε να επηρεάσει αρνητικά την ανάκαμψη, αλλά ούτε και να παραταθεί τόσο που να δημιουργήσει δημοσιονομικές ανισορροπίες. Σε μικροοικονομικό επίπεδο, η ΕΕ θα πρέπει να λάβει αποφάσεις για την παραμετροποίηση της στήριξης των επιχειρήσεων στη φάση της ανάκαμψης, με την κατεύθυνση να αναμένεται ότι θα είναι η στήριξη υγιών επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, καθώς και αποφάσεις για την αγορά εργασίας.
Ο κ. Αργυρού σημείωσε ότι η ανάκαμψη θα έχει το σχήμα Κ, δηλαδή κάποιοι κλάδοι θα κινηθούν ταχύτερα και πιο δυναμικά, ενώ άλλοι θα συρρικνωθούν. Διεθνείς αναλύσεις, πρόσθεσε, δείχνουν - αν και είναι πολύ νωρίς για να βγουν βέβαια συμπεράσματα - ότι μόνιμες επιδράσεις από την πανδημία αναμένονται κυρίως σε υπηρεσίες διαμεσολαβητικού χαρακτήρα και σε κλάδους που στηρίζονται στη φυσική παρουσία που μπορούν να υποκατασταθούν από ψηφιακές τεχνολογίες, όπως ο κλάδος των επιχειρηματικών ταξιδιών. Οι αλλαγές αυτές, πρόσθεσε, θα επηρεάσουν δευτερογενώς και άλλους κλάδους, όπως τo real estate, τις ασφάλειες και το finance που πρέπει να αλλάξουν το επιχειρηματικό μοντέλο που ακολουθούν σήμερα.
Η πανδημία, πρόσθεσε ο πρόεδρος του ΣΟΕ, δεν αναμένεται να επηρεάσει μεσοπρόθεσμα δύο βασικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, τον τουριστικό και τον ναυτιλιακό. Τόνισε, όμως, ότι παράλληλα χρειάζεται διαφοροποίηση της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας και στην κατεύθυνση αυτή θα είναι καθοριστική η σημασία του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, προσχέδιο του οποίου έχει κατατεθεί στην ΕΕ από τον Νοέμβριο και το οποίο έχει αποσπάσει θετικά σχόλια από Ευρωπαίους αξιωματούχους και τον διεθνή Τύπο.
Όπως είπε, βασικός στόχος του Ταμείου Ανάκαμψης είναι η χρηματοδότηση στοχευμένων δράσεων, ενώ σημείωσε ότι στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης περιλαμβάνονται και δράσεις που αφορούν στον τουρισμό, τη μεταποίηση και τις υποδομές. Η βασική κατεύθυνση της ελληνικής πρότασης, είπε, είναι τα δάνεια ύψους 12,4 δις. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης να χρηματοδοτήσουν κυρίως ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ οι επιχορηγήσεις ύψους 19,6 δις. ευρώ να χρηματοδοτήσουν μεταρρυθμίσεις και δημόσιες επενδύσεις, περιλαμβανομένων των ΣΔΙΤ (συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα) και στοχευμένες ιδιωτικές επενδύσεις.
Ο εκπρόσωπος του ΣΕΒ
Ο εκπρόσωπος του ΣΕΒ τόνισε ότι την τελευταία διετία υπήρξε η βούληση να αρθούν αντικίνητρα δεκαετιών, που τιμωρούσαν τη μεταποίηση, και ότι «έχουν μπει τόσα κομμάτια στη θέση τους» ώστε είναι ορατός ο στόχος να φύγει η Ελλάδα από την ομάδα των αναπτυσσόμενων χωρών και να μπει στην κατηγορία των αναπτυγμένων.
Αναφέρθηκε ειδικότερα στην πρόοδο που έγινε όσον αφορά τον χωροταξικό σχεδιασμό, σημειώνοντας ότι ο σχετικός νόμος που ψηφίσθηκε στα τέλη του 2020 θέτει υγιείς βάσεις για να ολοκληρωθεί τα επόμενα χρόνια η χωροταξία στο 60-70% της χώρας. Αναφερόμενος στα προβλήματα που παραμένουν ακόμη, είπε, μεταξύ άλλων, ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν Βιομηχανικές Περιοχές (ΒΙΠΕ) χωρίς φως, νερό και τηλέφωνο και χωρίς πρόσβαση σε τρένα και καλούς δρόμους.
Ο κ. Μουτσόπουλος εκτίμησε ότι με τις παρεμβάσεις που γίνονται θα μπορούμε να φέρουμε ξένες επενδύσεις στη μεταποίηση, αλλά δεν είναι δεδομένο ότι αυτές θα είναι εντάσεως εργασίας. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να μην αντιμετωπίζεται, είπε, τιμωρητικά το εισόδημα από την εργασία, τονίζοντας την ανάγκη να μειωθεί το tax wedge (φορολογική σφήνα), δηλαδή η συνολική φορολογική επιβάρυνσή του που αντιστοιχεί στη διαφορά του ποσού που πληρώνει ο εργοδότης και αυτού που εισπράττει ο εργαζόμενος. Εξέφρασε την ελπίδα ότι η προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα θα δημιουργήσει τα δημοσιονομικά περιθώρια που θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να μειώσει μεσοπρόθεσμα τη φορολογική σφήνα. Ο εκπρόσωπος του ΣΕΒ αναφέρθηκε και στην ανάγκη να κλείσει ο κύκλος της μεταρρύθμισης στη Δικαιοσύνη, η οποία είναι αναγκαία για να υπάρχει ισότιμος ανταγωνισμός.
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ είπε ότι η ανάκαμψη του τουρισμού θα είναι σταδιακή τα επόμενα χρόνια και ότι ο κλάδος θα φθάσει σε 3-4 χρόνια τα επίπεδα - ρεκόρ του 2019. Εκτίμησε ότι ο τουρισμός θα «ταλαιπωρηθεί» και το 2021 και ότι το αποτέλεσμα θα είναι κατώτερο των προσδοκιών καθώς τα δεδομένα της πανδημίας δεν είναι καλά, αλλά τόνισε τη βεβαιότητά του ότι θα ανακάμψει. Ο κλάδος, είπε, έχει καταρρίψει πολλούς μύθους, τονίζοντας ότι η Ελλάδα έφθασε στην 25η θέση διεθνώς όσον αφορά την ανταγωνιστικότητά της στον τουρισμό, ενώ βρίσκεται στην 59η θέση στην ανταγωνιστικότητα για το σύνολο της οικονομίας. Το brand, πρόσθεσε, της Ελλάδας είναι το πέμπτο ισχυρότερο παγκοσμίως, θέση στην οποία διατηρήθηκε και το 2020. Σε αυτό, είπε, φαίνεται ότι βοήθησε η διαχείριση της πανδημίας.
Η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, απαιτεί υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, ενώ σημείωσε και το ενδεχόμενο ο τουρισμός να επηρεασθεί από την κλιματική αλλαγή. Όπως είπε, τα έργα που έχει υπόψη του ο ΣΕΤΕ συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό με τις προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη και μπορούν να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάπτυξης και το ΕΣΠΑ. Ο κ. Ρέτσος στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη δημιουργίας υποδομών της χώρας, όπως η δημιουργία μητροπολιτικού συνεδριακού κέντρου της Αθήνας, που συζητείται εδώ και περισσότερο από 30 χρόνια. Έκανε λόγο για την ανάγκη επενδύσεων σε αεροδρόμια, λιμάνια και μαρίνες, σε στοχευμένες παρεμβάσεις στο οδικό δίκτυο, στη διασύνδεση των μεταφορών, στη βελτίωση των οδικών σημάνσεων, σε αντιπλημμυρικά έργα και σε έργα που δημιουργούν εμπειρίες. Ο κ. Ρέτσος είπε ότι η Ελλάδα έχει τεράστιες προοπτικές για να προσελκύσει ξένους που θα αφήσουν τις χώρες τους για να εργάζονται από την Ελλάδα, τους αποκαλούμενους και «ψηφιακούς νομάδες». Σημείωσε δε ότι το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και ο υπουργός Κυριάκος Πιερρακάκης, «έχουν κάνει θαύματα» στον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας.
Ο πρόεδρος του ΣΒΕ
Ο πρόεδρος του ΣΒΕ είπε ότι η προοπτική της βιομηχανικής βάσης της Βόρειας Ελλάδας είναι σημαντική, ενώ σημείωσε ότι η διαμόρφωση μίας βιομηχανικής πολιτικής αποτελεί κυβερνητική προτεραιότητα, όπως φαίνεται από την έκθεση Πισσαρίδη. Η Βόρεια Ελλάδα, είπε, έχει σημαντικές εξωστρεφείς επιχειρήσεις. Το μεγάλο στοίχημα, πρόσθεσε, είναι η ανάπτυξη συνολικά της μεταποιητικής βάσης με τη διαμόρφωση συγκεκριμένης βιομηχανικής πολιτικής.
Ο κ. Σαββάκης αναφέρθηκε ειδικότερα στην ανάγκη δημιουργίας ενός τεχνολογικού πάρκου πέμπτης γενιάς για την εγκατάσταση μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων, σημειώνοντας ότι η ζήτηση είναι πολύ έντονη και ήδη γίνονται πράξη οι πρώτες συνεργασίες.
Όσον αφορά το κυβερνητικό σχέδιο απολιγνιτοποίησης, σημείωσε ότι κινείται στη σωστή κατεύθυνση και μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για δίκαιη μετάβαση. Υλοποιείται, είπε, ένα συγκεκριμένο σχέδιο με πολύ υψηλή χρηματοδότηση και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό.