Στην πορεία της Covid πανδημίας, όλους αυτούς τους 18 πρωτόγνωρους μήνες, ο κόσμος ολόκληρος και η Ελλάδα ανάμεσα στις άλλες χώρες διδάχθηκαν πολλά από το παράδειγμα του Ισραήλ, μια χώρας που τα έκανε όλα πρώτη σε αυτή την υγειονομική κρίση οπότε αποτέλεσε κράτος-πρότυπο σε διεθνές επίπεδο.
Τώρα, σε αυτό το 4ο κύμα της covid, με την εξαιρετικά μεταδοτική μετάλλαξη Δέλτα να επελαύνει, αλλάζοντας συσχετισμούς και ισορροπίες, υποχρεώνοντάς μας να σηκώσουμε τον πήχη για το τείχος ανοσίας στο 95% της εμβολιαστικής κάλυψης, -όπως ισχύει για την ιλαρά, δεν έχουμε παρά να στρέψουμε το βλέμμα στα νότια της Επικράτειας, στο νησί της Κρήτης. Έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως, προκειμένου να δούμε τι ακριβώς έχουμε να αντιμετωπίσουμε, ώστε να ελαχιστοποιήσουμε λάθος χειρισμούς που ενδέχεται να πληρώσουμε ακριβά αργότερα.
Το πρώτο δίδαγμα για την διασπορά κατά τη νυχτερινή διασκέδαση
Στην Κρήτη λοιπόν που η τουριστική κίνηση βρίσκεται στο κορύφωμά της, μετά τα Χανιά και το Ηράκλειο που ήδη έχουν κοκκινίσει στον επιδημιολογικό χάρτη του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Λοιμωδών Νοσημάτων ECDC, κοκκίνισε και το Ρέθυμνο, καθιστώντας κατακόκκινο όλο το νησί από την αύξηση του επιδημιολογικού φορτίου.
Μόνο στην περιφέρεια των Χανίων η αύξηση του ιικού φορτίου του κορονοϊού στα λύματα άγγιξε το 103%, με 470 κρούσματα να καταγράφονται το τελευταίο 24ωρο στο νησί και τη νυχτερινή διασκέδαση να αποτελεί ξεκάθαρα το «όχημα» μετάδοσης του κορονοϊού ειδικά στις νεαρές ηλικίες εκεί που μόνο το 40% του εγχώριου πληθυσμού είναι εμβολιασμένο.
Αυτό είναι και το πρώτο δίδαγμα που μας έρχεται από το νησί, πως πρέπει οπωσδήποτε να αυξηθεί η εμβολιαστική κάλυψη στις παραγωγικές ηλικίες με την μεγαλύτερη κινητικότητα προκειμένου να …φρενάρουμε την φόρα της μετάλλαξης Δέλτα η οποία μεταδίδεται με ταχύτητα πυρκαγιάς, σαν την ανεμοβλογιά στα παιδιά!
Το δεύτερο δίδαγμα για την προστασία από τον εμβολιασμό
Η αύξηση των κρουσμάτων, που ως επί το πλείστον αφορά Έλληνες και όχι ξένους μοιραία επέφερε αύξηση στις εισαγωγές με συνέπεια τα νοσοκομεία της Κρήτης να στενάζουν. Συνολικά στα νοσοκομεία της Κρήτης νοσηλεύονται 198 ασθενείς με λοίμωξη covid, εκ των οποίων οι 170 βρίσκονται σε απλές κλίνες, ενώ οι υπόλοιποι 28 ασθενείς νοσηλεύονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας κι από αυτούς οι 23 είναι διασωληνωμένοι.
Στο Πανεπιστημιακό νοσοκομείο Ηρακλείου (ΠΑΓΝΗ) είναι κατειλημμένες οι 15 από τις 16 κλίνες ΜΕΘ, με όλους τους ασθενείς που βρίσκονται στην Εντατική να μην είναι εμβολιασμένοι, όπως επισημαίνει ο διοικητής του ΠΑΓΝΗ Γιώργος Χαλκιαδάκης. Αυτό είναι το 2ο μεγάλο δίδαγμα που μας στέλνει η Κρήτη, πως οι εμβολιασμένοι ασθενείς ακόμα και αν κολλήσουν ξανά κορονοϊό -λόγω της ικανότητας ανοσιακής διαφυγής που χαρακτηρίζει τη μετάλλαξη Δέλτα-δεν κινδυνεύουν να διασωληνωθούν.
Μάλιστα το μάθημα αυτό μας έρχεται και με μια ακόμα διαβεβαίωση, από το γεγονός πως στις απλές κλίνες του ΠΑΓΝΗ νοσηλεύεται μια αιωνόβια γιαγιά ηλικίας 101 ετών, η οποία είναι πλήρως εμβολιασμένη και νοσεί ήπια. Τα ευρήματα δείχνουν πως οι πλήρως εμβολιασμένοι είναι 4 φορές πιο προστατευμένοι από την βαριά νόσηση, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Γιώργος Ατσαλάκης από το Πολυτεχνείο της Κρήτης.
Το 3ο δίδαγμα για τις εφεδρείες του ΕΣΥ
Τα διδάγματα στη ζωή καμιά φορά έρχονται και με μια δόση… υπερβολής. Έτσι η δήλωση του διευθυντή της ΜΕΘ στο Βενιζέλειο νοσοκομείο πως αν δεν εμβολιστούν τάχιστα οι πολίτες -ειδικά στο νησί όπου τα ποσοστά εμβολιασμού είναι από τα χαμηλότερα στην Ελλάδα- θα δούμε νέο Μπέργκαμο το φθινόπωρο κρίθηκε από αρκετούς επιστήμονες ως λίγο υπερβολική, με τον καθηγητή πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Νίκο Τζανάκη, αντιπρόεδρο της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρίας να απαντά καθησυχαστικά λέγοντας πως είναι σε αυτή τη δεδομένη στιγμή κατειλημμένο το 60% των κλινών Covid του νησιού που έχουν αναπτυχθεί για κανονικές συνθήκες (καλοκαιριού).
Αν όμως παραστεί ανάγκη η Κρήτη έχει εφεδρείες και μπορεί να αναπτύξει διπλάσιο αριθμό κλινών ΜΕΘ και να αντέξει την πίεση 56 ασθενών στην Εντατική. Το μάθημα αυτό το ξέρουμε όλοι-το διδαχτήκαμε στο 2ο κύμα, που το ΕΣΥ έφτασε στα όριά του, αλλά με την αξιοποίηση των εφεδρειών και την ανάπτυξη νέων κλινών (σε χειρουργεία, και αίθουσες ανάνηψης και με την ανταλλαγή κλινών μεταξύ κλινικών), άντεξε την πίεση.