Επενδυτική ευκαιρία το Χρηματιστήριο Αθηνών;
Eurokinissi
Eurokinissi

Επενδυτική ευκαιρία το Χρηματιστήριο Αθηνών;

Ο γενικός δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών βρίσκεται περίπου 200 μονάδες πιο χαμηλά από την τιμή του στο τέλος του Ιουλίου, όταν είχε αγγίξει τις 1.350 μονάδες και πλησίαζε ακάθεκτος (έτσι νομίζαμε εμείς τουλάχιστον) προς τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων δώδεκα ετών.

Η πτώση του γενικού δείκτη είναι της τάξης του 15% αλλά για πολλές από τις μετοχές των μεγάλων επιχειρήσεων του αθηναϊκού χρηματιστηρίου τα πράγματα έχουν εξελιχθεί πολύ χειρότερα, καθώς για μερικές από αυτές η πτώση έχει ξεπεράσει και το 25%. Δεν έχει πολύ νόημα να αναφερθούμε διεξοδικά στους λόγους που έχουν προκαλέσει τη σημαντική πτώση στο χρηματιστήριο μας, θα κάνουμε όμως μία συνοπτική αναφορά.

Ο πιο βασικός λόγος, κατά την άποψή μας τουλάχιστον, είναι η εξαιρετική άνοδος που είχε σημειώσει ο δείκτης από το περσινό φθινόπωρο και η μετεωρική άνοδος πολλών μετοχών, χωρίς να έχει μεσολαβήσει μία πραγματικά σημαντική διόρθωση. Αυτό σήμαινε, και σημαίνει ακόμα, πως σε πολλές περιπτώσεις μεγάλοι επενδυτές «κάθονται πάνω σε κέρδη» της τάξης του 100% ή ακόμα μεγαλύτερα. Αυτό τους έδινε, και τους δίνει ακόμα, την ευκαιρία να πουλάνε μετοχές χωρίς στην ουσία να τους ενδιαφέρει η τιμή τους, καθώς το αν θα πουλήσουν με κέρδος 95% ή 75% δεν τους απασχολεί και πολύ.

Μόλις λοιπόν χάθηκε η ορμή της αγοράς και όλες οι προσδοκίες των επενδυτών έγιναν πραγματικότητα (εκλογικό αποτέλεσμα, πολιτική σταθερότητα, αναβαθμίσεις, καλές οικονομικές επιδόσεις των επιχειρήσεων και του δημοσίου), απλά λειτούργησε ο νόμος της βαρύτητας και ο πιο εύκολος δρόμος ήταν πλέον προς τα κάτω. Όπως συμβαίνει πάντα στο χρηματιστήριο, και στη φύση, η πορεία που ακολουθεί είναι η πιο εύκολη πορεία.

Από το τέλος του Ιουλίου λοιπόν και μετά, όλο και περισσότεροι επενδυτές κάνουν την εκτίμηση πως η πιο εύκολη πορεία είναι η πτωτική. Φυσικά, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως η ανησυχία για τις επιπτώσεις των μεγάλων καταστροφών από τις φωτιές και τις πλημμύρες στον κρατικό προϋπολογισμό και τις επιδόσεις των επιχειρήσεων και φυσικά το αρκετά κακό κλίμα που επικρατεί στις διεθνείς αγορές και η διάθεση μείωσης του επενδυτικού κινδύνου από διεθνείς επενδυτές που επενδύουν σε αναδυόμενες αγορές. Πρέπει να παραδεχθούμε όμως πως ο πρώτος λόγος είναι εσωτερικής προελεύσεως, όπως μας δείχνει η σταθερά χειρότερη πορεία της δικής μας αγοράς σε σχέση με τις ξένες τις τελευταίες ημέρες. 

Αφήνοντας πίσω τα αίτια της πτώσης, το ερώτημα είναι πολύ απλό; Τι κάνει κάποιος που έχει αυτή τη στιγμή τη δυνατότητα να αγοράσει μετοχές στο Χρηματιστήριο Αθηνών; Αγοράζει ή περιμένει; Παρατηρώντας τις τιμές στόχους για την πλειοψηφία των βασικών μεγάλων μετοχών στο Χ.Α. βλέπει πως τις περισσότερες φορές είναι πλέον πολύ υψηλότερα από τις τιμές στο ταμπλό της αγοράς.

Σε μερικές περιπτώσεις βλέπουμε και στόχους που είναι 50% (ή και περισσότερο) πάνω από τις τωρινές τιμές. Θεωρητικά λοιπόν κάποιος πρέπει να αγοράσει «με κλειστά μάτια» τις μετοχές που έχει εντοπίσει από παλαιότερα ή τουλάχιστον να αρχίσει να προετοιμάζεται γι’ αυτό.

Οι πολύ καλές προοπτικές των εταιρειών, σε συνδυασμό με τις καλές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και τις αισιόδοξες εκτιμήσεις για την πορεία της τα επόμενα χρόνια υπόσχονται πολύ δυνατές αποδόσεις για τις μετοχές του Χρηματιστηρίου Αθηνών στα παρόντα επίπεδα.

Από εκεί και πέρα, το μόνο που θα πρέπει να κάνει κανείς είναι να δείξει υπομονή μέχρι να ξεπεράσουμε τα τωρινά άμεσα προβλήματα της αγοράς μας, δηλαδή μέχρι να «χωνευτούν» οι πωλήσεις εξαιρετικά κερδοφόρων θέσεων και να μετριαστεί η αναστάτωση που φέρνει στο χρηματιστήριο η φιλολογία που έχει αναπτυχθεί σχετικά με την τιμή πώλησης του 50% της συμμετοχής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην Εθνική Τράπεζα.

Και βέβαια μέχρι να ηρεμήσει λίγο και η κατάσταση στα ξένα χρηματιστήρια τα οποία αντιμετωπίζουν τα δικά τους προβλήματα, και λόγω εποχικότητας και λόγω του προβληματισμού για την επίδραση της παραμονής των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα πάνω στην οικονομία και τις επιχειρήσεις. 

Αυτό βέβαια είναι το απλό σενάριο, που είναι και το πιο αισιόδοξο. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά γιατί υπάρχει πλέον ένας σημαντικός κίνδυνος: να έχουν μεταβληθεί κάποια βασικά δεδομένα στον διαδικασία υπολογισμού της αξίας μίας επιχείρησης.

Αυτό φυσικά δεν είναι υποχρεωτικό να συμβαίνει, αν συμβαίνει όμως μπορεί να οφείλεται ή σε κάτι σχετικό με τις μεγάλες φυσικές καταστροφές που έπληξαν τη χώρα ή στις πιέσεις που έχουν αρχίσει να ασκούν στην παγκόσμια και στην ελληνική οικονομία τα υψηλά επιτόκια.

Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως ο κάθε επενδυτής θα πρέπει να προσπαθήσει να εκτιμήσει, στο μέτρο του δυνατού βέβαια, σε ποιο βαθμό μπορεί να έχουν αλλάξει οι προοπτικές κάποιας επιχείρησης εξαιτίας κάποιου από τους δύο παράγοντες που προαναφέραμε.

Κάποιες επιχειρήσεις μπορεί να μην πλήττονται καθόλου, κάποιες άλλες όμως θα έχουν επηρεαστεί με κάποιον τρόπο. Στη δεύτερη περίπτωση, οι επενδυτές θα πρέπει ίσως να μετριάσουν τις προσδοκίες τους για το περιθώριο ανόδου των μετοχών που τους ενδιαφέρουν. 

Το που θα σταματήσει η πτώση που βρίσκεται αυτό το διάστημα σε εξέλιξη είναι αρκετά δύσκολο να πούμε. Μία εκδοχή που συγκεντρώνει αρκετές πιθανότητες πραγματοποίησης είναι να σταματήσει όταν προσεγγίσει ή διασπάσει ελαφρά πτωτικά την περιοχή των 1.100 μονάδων.

Η περιοχή αυτή συμπίπτει με τα υψηλά που είχε σημειώσει ο γενικός δείκτης προς το τέλος του Φεβρουαρίου, λίγο πριν εκδηλωθεί η διόρθωση που κράτησε τις δύο πρώτες εβδομάδες του Μαρτίου. Εδώ παραμονεύει βέβαια ο δεύτερος κίνδυνος, ο οποίος είναι μεγαλύτερος από τον πρώτο που αναφέραμε παραπάνω.

Ο κίνδυνος αυτός είναι απλά το ενδεχόμενο να έχει ξεκινήσει μία ισχυρή πτώση στα διεθνή χρηματιστήρια, μία πτώση που δε θα ολοκληρωθεί με την προσέγγιση των 4.200 μονάδων του δείκτη S&P 500, ανεξάρτητα από το αν θα μεσολαβήσει πρώτα μία δυνατή ανοδική αντίδραση. Αυτό το ενδεχόμενο δυσκολεύει το έργο των επενδυτών του ελληνικού χρηματιστηρίου, καθώς είναι σχεδόν βέβαιο πως σε μία τέτοια περίπτωση η ελληνική αγορά θα ακολουθήσει την καθοδική πορεία των διεθνών αγορών όσο καλές και αν είναι οι προοπτικές της. 

Για να απαντήσουμε και στο αρχικό μας ερώτημα, η πτώση της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς έχει κάνει τις ελληνικές μετοχές πολύ πιο ελκυστικές και αρκετές από αυτές θα αποδειχθούν επενδυτικές ευκαιρίες. Ταυτόχρονα όμως έχει ανεβεί και το επίπεδο κινδύνου, και αυτό πρέπει να το έχουμε στο νου μας κατά την δραστηριοποίησή μας στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Και όταν λέμε πως πρέπει να έχουμε το νου μας, εννοούμε πως θα πρέπει να παρακολουθούμε όσο πιο προσεκτικά γίνεται για να αντιληφθούμε τα μηνύματα που θα μας δώσουν οι αγορές, η ελληνική και οι διεθνείς. Ας μην ξεχνάμε πως οι χρηματιστηριακές αγορές δίνουν πάντα τα μηνύματά μας, ανεξάρτητα από το αν τα αντιλαμβανόμαστε ή αν τους δίνουμε την σημασία που πρέπει.