Δεν χρειάζεται να είναι κανείς εξειδικευμένος χρηματιστηριακός αναλυτής για να αντιληφθεί ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών, εμφανίζει σαφέστατα σημάδια κόπωσης και απουσίας ενδιαφέροντος. Η διακύμανση του Γενικού Δείκτη μέσα σε ένα εξαιρετικό στενό εύρος τιμών, μαζί με την απαξίωση των θετικών εκθέσεων και των οικονομικών αποτελεσμάτων, δεν αποτελούν ένδειξη ευεξίας.
Η αγορά δοκιμάζει περισσότερο τα επίπεδα των στηρίξεων προς τα κάτω, παρά τα επίπεδα των αντιστάσεων προς τα πάνω. Έτσι το επίπεδο των τιμών της βύθισης του “sell-off” στις 1320 μονάδες, δείχνει να μαγνητίζει περισσότερο τον Γενικό Δείκτη από ό,τι το επίπεδο των υψηλών των 1500+ μονάδων. Διότι όσο η αγορά κουράζεται και δεν προσπαθεί να διασπάσει ανοδικά και αποφασιστικά τις 1440 μονάδες, θα ρέπει αναγκαστικά προς τα κάτω. Η χθεσινή υποχώρηση του Γενικού Δείκτη κάτω από τις 1420 μονάδες και η απουσία γενναίας αντίδρασης και μάλιστα με μεγάλο τζίρο, επιβαρύνει την ευρύτερη εικόνα που επικρατεί εδώ και δυο μήνες στην αγορά.
Με τεχνικούς όρους, οι χρηματιστηριακοί αναλυτές θέτουν το επόμενο ασφαλές «μαξιλάρι» στήριξης στις 1390 με 1380 μονάδες. Ταυτόχρονα, τοποθετούν τα επιθυμητά επίπεδα αντίστασης που πρέπει να διασπαστούν για να επανέλθει η αγορά στην προηγούμενη κορυφή του 2024, στις 1450 μονάδες.
Έχουμε ξαναγράψει ότι το «κουρασμένο παλικάρι» όχι μόνο δεν διαθέτει τους πόρους για να ωθήσει τις τιμές ανοδικά, αλλά έχει απολέσει και την όραση του. Καθώς αδυνατεί να διαβάσει και να εμπεδώσει τις θετικές αναλύσεις των διεθνών χρηματιστηριακών οίκων και να μελετήσει τα θετικά οικονομικά αποτελέσματα των περισσότερων εισηγμένων εταιρειών. Παράλληλα, η ψυχική καταπόνηση των τελευταίων εβδομάδων, δεν του επιτρέπει να τιμολογήσει και να αποτιμήσει με θετικό τρόπο τις προσδοκίες από τις ειδήσεις και τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν.
Βέβαια, το κουρασμένο παλικάρι που αρνείται να κινηθεί προς τα πάνω, εν μέσω θετικών ειδήσεων και υψηλών προσδοκιών, κινδυνεύει να βρεθεί προ δυσάρεστων εξελίξεων και εκπλήξεων, όταν το κλίμα αντιστραφεί. Όταν δηλαδή, οι ειδήσεις γίνουν αρνητικές, τα οικονομικά αποτελέσματα γίνουν αδύναμα και όταν οι εκθέσεις απολέσουν τη θετική, “positive”, στάση τους και την αντικαταστήσουν με ουδέτερη, “neutral”, ή και αρνητική, “negative”, σύσταση.
Ένα τέτοιο παράδειγμα, αποτελεί η τελευταία έκθεση της JPMorgan για το Χρηματιστήριο Αθηνών. Δίχως διθυράμβους, πιστοποιεί την «ουδέτερη θέση» της, για την πορεία της αγοράς. Αναζητά και η JPMorgan τους καταλύτες, που θα μπορούσαν να προσελκύσουν νέα κεφάλαια στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Σημειώνει ότι το πλεονέκτημα των χαμηλότερων αποτιμήσεων των εγχώριων τραπεζών σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, φθίνει. Και επαναλαμβάνει την άποψη της, ότι η πιθανή αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις ανεπτυγμένες αγορές του MSCI θα το πλήξει με έντονο τρόπο. Καθώς θα βρεθούν εκτός νυμφώνος έξι μετοχές που σήμερα συμμετέχουν στον δείκτη της MSCI για τις αναπτυσσόμενες αγορές. Οπότε στο ενδεχόμενο αναβάθμισης του ΧΑ από την MSCI, θα ακολουθήσει κύμα πωλήσεων στις μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς, της Alpha Bank, της METLEN, του ΟΠΑΠ, της Jumbo, του OTE και της ΔΕΗ.
Γιατί θα ακολουθήσει κύμα των πωλήσεων στις μετοχές που θα βρεθούν εκτός MSCI; Αναγκαστικά, διότι υπάρχει μια σειρά από θεσμικούς επενδυτές, των οποίων τα χαρτοφυλάκια ακολουθούν κατά γράμμα, τη διάρθρωση των δεικτών της MSCI. Οπότε αφενός η μετάταξη στις αναπτυγμένες αγορές και η μείωση του αριθμού των μετοχών που συμμετέχουν στον δείκτη, θα οδηγήσουν σε πωλήσεις.
Εκτός από αυτό το γεγονός της αναβάθμισης της MSCI που μπορεί και να μην συμβεί, το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει ξεμείνει από καύσιμα, δηλαδή από κεφάλαια εδώ και πολύ καιρό. Σε πρόσφατη ανάλυση του ο Σπύρος Αλεξόπουλος εδώ, είχε αναφέρει τα αναμενόμενα θετικά χρηματιστηριακά γεγονότα του Σεπτεμβρίου και του Οκτωβρίου που είναι: «η πώληση μέρους ή και ολόκληρου του μεριδίου του Ελληνικού Δημοσίου στην Εθνική Τράπεζα, η επιστροφή της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου στο Χρηματιστήριο Αθηνών ύστερα από μία δεκαετία και πλέον και η ολοκλήρωση των διεργασιών για τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πόλου στη χώρα μετά την απορρόφηση της Παγκρήτιας Τράπεζας από την Attica Bank, η οποία θα συνοδευτεί και από μία μεγάλη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της τάξης των 735 εκατομμυρίων ευρώ».
Τα συνολικά κεφάλαια που θα απαιτηθούν για τις προαναφερθείσες εξελίξεις στην Εθνική Τράπεζα, την Τράπεζα Αττικής, μαζί με το placement της Cenergy πλησιάζουν τα 3 δισ. ευρώ.
Οπότε το πρώτο σχετικό ερώτημα είναι, το εάν τα κεφάλαια αυτά θα είναι φρέσκες εισροές στο Χρηματιστήριο Αθηνών, ή ανακύκλωση υπαρχόντων κεφαλαίων.
Και το δεύτερο ερώτημα είναι, το εάν οι ξένοι θεσμικοί παρακολουθούν αδρανείς τις εξελίξεις, λόγω αναμονής για τη συμμετοχή τους στα placements ή λόγω επιφυλακτικότητας για την γενικότερη πορεία των πραγμάτων.