Θα πατήσει γκάζι το Χρηματιστήριο Αθηνών;
shutterstock
shutterstock

Θα πατήσει γκάζι το Χρηματιστήριο Αθηνών;

Η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά δείχνει διάθεση να κινηθεί ανοδικά για να πλησιάσει τους στόχους των χρηματιστηριακών αναλυτών. To placement της Εθνικής Τράπεζας και οι ΑΜΚ του 5ου τραπεζικού πυλώνα και της Cenergy αναμένεται να τονώσουν το ενδιαφέρον, ανεξάρτητα από τις αξιολογήσεις της DBRS και της Moody’s. Μία αισιόδοξη στάση είναι λογική, με την προϋπόθεση πως θα αποφύγουμε τις εισαγόμενες κακοτοπιές.

Οι χρηματιστηριακές αγορές έχουν επιστρέψει σε κανονικούς ρυθμούς λειτουργίας μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, με το βίαιο χρηματιστηριακό επεισόδιο της 5ης Αυγούστου σταδιακά να ξεχνιέται. Με την προϋπόθεση της διατήρησης του γενικά θετικού διεθνούς χρηματιστηριακού κλίματος που επικρατεί από τα μέσα του Αυγούστου, είναι λογικό να περιμένουμε τη βελτίωση της κατάστασης στο ελληνικό χρηματιστήριο.

Είναι αλήθεια πως παρά τις αρκετές διακυμάνσεις του, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών βρίσκεται αυτές τις μέρες σε επίπεδα τα οποία προσέγγισε για πρώτη φορά στο τέλος του Φεβρουαρίου. Μπορεί ενδιάμεσα να έφθασε σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα αλλά είναι γεγονός πως εδώ και ένα εξάμηνο δεν έχει γίνει κάποια σοβαρή και διατηρήσιμη άνοδος για το σύνολο της αγοράς. Αυτό μπορεί όμως και να σημαίνει πως ωριμάζουν οι συνθήκες για την εκδήλωση μίας ποιοτικής ανοδικής κίνησης που θα φέρει τον Γ.Δ. πάλι προς τις 1.500 μονάδες (χθες έκλεισε στις 1.443,13) οι οποίες τον είχαν σταματήσει τις τελευταίες μέρες του Μαΐου.

Είναι γνωστό πως οι τιμές που θέτουν σαν στόχο οι περισσότερες εκθέσεις των χρηματιστηριακών αναλυτών για τις βασικές μεγάλες μετοχές της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς είναι σημαντικά παραπάνω από τις τωρινές τιμές των μετοχών. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι μετοχές αυτές θα πρέπει να ανεβούν κατά 50% τουλάχιστον απλά για να τους πλησιάσουν. Ακόμα λοιπόν και αν αυτές κινηθούν ανοδικά και καλύψουν μόνο το μισό της απόστασης που τις χωρίζει από αυτές τις τιμές,  θα φέρουν τον Γενικό Δείκτη με άνεση πάνω από τις 1.500 μονάδες. 

Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Ανάλογα με την περίπτωση και το αντικείμενο δραστηριοποίησης των εισηγμένων επιχειρήσεων. Ξεκινώντας από τις τράπεζες, οι οποίες δίνουν τον τόνο στην αγορά στις περισσότερες συνεδριάσεις, υποθέτουμε πως το «κλειδί» για την εκδήλωση του αγοραστικού ενδιαφέροντος βρίσκεται στο κατά πόσον θα επιτευχθούν οι στόχοι για τη χορήγηση νέων δανείων, καθώς από αυτό θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό η μελλοντική κερδοφορία τους. Αυτό δε θα φανεί μόνο από τις ανακοινώσεις των ιδίων σχετικά με τα αποτελέσματά τους αλλά και από τις περιοδικές ανακοινώσεις της Τράπεζας της Ελλάδος από τις οποίες προκύπτει εύκολα μία σαφής εικόνα της κατάστασης.

Οι επενδυτές μπορεί να είναι (και σίγουρα είναι) πολύ ικανοποιημένοι από τις μέχρι τώρα επιδόσεις των τραπεζών και να έχουν εμπιστοσύνη στις διοικήσεις τους αλλά θα χαρούν πολύ περισσότερο αν δουν τους στόχους πιστωτικής επέκτασης να επιτυγχάνονται ή και να υπερκαλύπτονται. Στην περίπτωση των τραπεζών, υπάρχει και κάτι άλλο που αναμένεται να στρέψει σε αυτές το επενδυτικό ενδιαφέρον τις επόμενες εβδομάδες.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, μέσα στον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο θα λάβουν χώρα τρία πολύ σημαντικά γεγονότα: η πώληση μέρους ή και ολόκληρου του μεριδίου του Ελληνικού Δημοσίου στην Εθνική Τράπεζα, η επιστροφή της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου στο Χρηματιστήριο Αθηνών ύστερα από μία δεκαετία και πλέον και η ολοκλήρωση των διεργασιών για τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πόλου στη χώρα μετά την απορρόφηση της Παγκρήτιας Τράπεζας από την Attica Bank, η οποία θα συνοδευτεί και από μία μεγάλη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της τάξης των 735 εκατομμυρίων ευρώ. Έτσι, το ενδιαφέρον για τις τράπεζες αναμένεται να γίνει πιο ουσιαστικό από τη μεριά των μεγάλων θεσμικών επενδυτών. 

Έξω από τον τραπεζικό τομέα, υπάρχουν αρκετοί κλάδοι με μετοχές που βρίσκονται πολύ πιο κάτω από τους στόχους των αναλυτών, παρά τις θετικές προοπτικές τους.  Οι επιχειρήσεις του ενεργειακού τομέα απέχουν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, χωρίς να είναι απολύτως σαφής η αιτία της υστέρησης. Μπορεί να σχετίζεται με την εξέλιξη των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη και τους φόβους που εκφράζονται τελευταία σχετικά με μία πιθανή νέα ανοδική κίνηση στην τιμή του καυσίμου, πράγμα που αν συμβεί θα φέρει αναστάτωση στην αγορά ενέργειας και θα ξαναφέρει στο προσκήνιο το ενδεχόμενο μίας κρατικής παρέμβασης, εξέλιξη που απεχθάνεται γενικώς το χρηματιστήριο.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τις τιμές των μετοχών των εταιρειών των διυλιστηρίων, οι οποίες υστερούν ύστερα από την επιβολή της έκτακτης φορολόγησης και εν μέσω ανησυχιών για μείωση των περιθωρίων διύλισης στη διεθνή αγορά καυσίμων. Καθώς αφήσαμε πίσω μας τον Αύγουστο και την αναστάτωση που φαίνεται πως προκλήθηκε από τις αλλαγές στη σύνθεση των περίφημων δεικτών MSCI, σύντομα θα δούμε αν οι παραπάνω κλάδοι έχουν απορροφήσει τους κραδασμούς που προκάλεσαν αυτές οι ανησυχίες.

Σε μία τέτοια περίπτωση, θα δούμε κάποιες μετοχές να «απελευθερώνονται» και να επανέρχονται σε ανοδική πορεία. Σε αυτό μπορεί να βοηθήσει και το σημαντικό ενδιαφέρον που αναμένεται να εμφανιστεί από διεθνείς επενδυτές για τη σχεδιαζόμενη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Cenergy, η οποία αναμένεται να αντλήσει από την αγορά περίπου 200 εκατομμύρια ευρώ μέσα στον Οκτώβριο.  

Γνωρίζοντας πως το μεγαλύτερο μέρος των χρηματιστηριακών κινήσεων έχει άμεση σχέση με την επενδυτική ψυχολογία, πρέπει να σημειώσουμε πως αν δύο ή τρεις βασικοί κλάδοι αλλάξουν χρηματιστηριακή συμπεριφορά προς το καλύτερο, τότε είναι πολύ πιθανόν να παρασύρουν ανοδικά και πολλές άλλες μετοχές. Αν μάλιστα ο Γενικός Δείκτης καταφέρει να ξεπεράσει πειστικά τις 1.450 μονάδες, τότε θα δούμε και την επιστροφή αρκετών traders που απείχαν εδώ και καιρό από την αγορά, καθώς οι μέχρι τώρα συνθήκες δεν ευνοούσαν τη δραστηριοποίησή τους. Η κίνηση της αγοράς την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου έχει αναπτερώσει τις ελπίδες όσων περιμένουν μία δυνατή άνοδο στην αγορά, καθώς ο Γενικός Δείκτης βρίσκεται  κυριολεκτικά στο κατώφλι αυτού του πολύ σημαντικού επιπέδου.

Η εβδομάδα αυτή έδωσε κάποιες πρώτες ενδείξεις πως η αγορά έχει τη διάθεση να «πατήσει γκάζι» και να αποπειραθεί να κινηθεί προς τις 1.500 μονάδες του Γενικού Δείκτη, καθώς αρνήθηκε να υποχωρήσει σημαντικά όταν οι διεθνείς αγορές έδωσαν τη σχετική αφορμή. Εδώ είναι χρήσιμο να αναφερθούμε και σε κάτι που θα μπορούσε να δώσει περαιτέρω ώθηση στο ελληνικό χρηματιστήριο, δηλαδή στην πιθανότητα να έχουμε κάποιες νέες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου του ελληνικού δημοσίου από τους οίκους DBRS (η οποία ανακοίνωσε τις αποφάσεις της χθες το βράδυ, λίγο μετά την ολοκλήρωση του άρθρου) και Moody’s (θα τις ανακοινώσει την επόμενη Παρασκευή). Αυτή τη στιγμή οι επενδυτές δε δίνουν σημαντικές πιθανότητες να γίνει κάτι τέτοιο, οπότε οποιαδήποτε θετική έκπληξη θα τιμολογηθεί άμεσα από τους επενδυτές στο Χρηματιστήριο Αθηνών. 

Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως όλα είναι ρόδινα και απουσιάζουν οι κίνδυνοι και οι παγίδες για το Χρηματιστήριο Αθηνών. Εκτός από τον φόβο των κρατικών παρεμβάσεων που αναφέραμε νωρίτερα και βρίσκεται ήδη στο πίσω μέρος του μυαλού των επενδυτών, υπάρχουν δύο άλλοι βασικοί κίνδυνοι. Ο πρώτος μας είναι γνωστός και έχει σχέση με το διεθνές χρηματιστηριακό κλίμα και την πιθανότητα να χαλάσει εξαιτίας μίας πιθανής έξαρσης των γεωπολιτικών προβλημάτων ή εξαιτίας κάποιου νέου επεισοδίου σαν αυτό της 5ης Αυγούστου. Ο δεύτερος έχει σχέση με την αναμενόμενη αύξηση της προσφοράς μετοχών μέσα στο επόμενο δίμηνο, λόγω των πωλήσεων μετοχών της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Κύπρου και των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου της Cenergy και της Attica Bank.

Ανάλογα με το πόσες μετοχές της Εθνικής Τράπεζας θα αποφασίσει να πουλήσει το Ελληνικό Δημόσιο, οι μετοχές που θα «πέσουν» στην αγορά μέσω αυτών των διαδικασιών θα μπορούσαν να υπερβούν σε αξία τα 2 δισεκατομμύρια Ευρώ. Το ποσό αυτό είναι αρκετά μεγάλο και οι χειρισμοί από τη μεριά των πωλητών και των συμβούλων τους θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί.

Πολλές φορές σε τέτοιες περιπτώσεις, η απόσταση του θριάμβου από την πανωλεθρία δεν είναι πολύ μεγάλη. Είναι όμως γεγονός πως η πιθανότητα να δούμε κάποιο «ατύχημα» εξαιτίας των πωλήσεων μετοχών και των επικείμενων αυξήσεων κεφαλαίου δεν είναι πολύ σημαντική, αφού όλοι οι εμπλεκόμενοι και οι σύμβουλοί τους έχουν μεγάλη πείρα από τέτοιες καταστάσεις και γνωρίζουν πολύ καλά πως η οποιαδήποτε στραβοτιμονιά θα κάνει σημαντικό κακό σε όλη την αγορά. 

Αν κρίνουμε από την πρώτη χρηματιστηριακή εβδομάδα του Σεπτεμβρίου, τότε θα πρέπει να είμαστε σχετικά αισιόδοξοι για την συνέχεια. Εφόσον δεν έχουμε μία σημαντική χειροτέρευση στο διεθνές περιβάλλον, το χρηματιστηριακό φθινόπωρο μπορεί να κάνει τελικά την έκπληξη και να δούμε τον Γενικό Δείκτη να προσεγγίζει εκ νέου τις 1.500 μονάδες και, γιατί όχι, να αποπειράται την υπέρβασή τους.