Όλοι θέλουμε να πέσουν οι φόροι. Όλοι θεωρούμε πως η μείωση των φορολογικών συντελεστών, η απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, η πάταξη της φοροδιαφυγής και η ανταποδοτικότητα των εισπραττόμενων φόρων αποτελούν το «άλφα και το ωμέγα» για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία. Ωστόσο για να φτάσουμε εκεί, θέλουμε πολύ δρόμο ακόμα.
Η κυβέρνηση μέσω του αρμόδιου Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Χάρη Θεοχάρη, βρήκε την ευκαιρία να εξηγήσει ότι βασική προτεραιότητα του οικονομικού επιτελείου στην παρούσα φάση, είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η οποία με τη σειρά της θα επιτρέψει τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών.
Η νέα φιλοσοφία της φορολογικής διοίκησης σήμερα έρχεται να αναδεύσει παγιωμένες καταστάσεις, που έχουν λάβει ισχύ εθιμικού δικαίου. Η φοροδιαφυγή ήταν κοινωνικά αποδεκτή για πολλά χρόνια, κυρίως σαν στήριγμα των «μικρών» και των «πτωχών», θεμελιωμένη πίσω από τη ιαχή «να πληρώσουν οι πλούσιοι». Σήμερα όμως έχει γίνει φανερή η στρέβλωση που προκαλεί στην οικονομία η φοροδιαφυγή, καθώς διαστρέφει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους επαγγελματίες, αλλά στις επιχειρήσεις. Και αυτό δεν είναι δύσκολο να το κατανοήσουμε.
Για παράδειγμα μια επιχείρηση που δεν καταβάλει τον ΦΠΑ που εισπράττει από τους πελάτες της και που εξαφανίζει τα κέρδη της μέσω εικονικών τιμολογίων ή παράξενων παραστατικών, διατηρεί στα «μαύρα ή άσπρα ταμεία» της ένα επαρκέστατο κεφάλαιο κίνησης και χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων της και μια ασφαλή διασύνδεση ανάμεσα στο ταμείο της εταιρείας και το πορτοφόλι του ιδιοκτήτη της. Εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ένα ικανοποιητικότατο εισόδημα για τον φοροδιαφεύγοντα.
Αντιθέτως μια εταιρεία που ακολουθεί με συνέπεια τους λογιστικούς κανόνες και συμμορφώνεται στις φορολογικές αρχές, δεν έχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτήν την «παράτυπη χρηματοδότηση», αλλά αντίθετα πρέπει να προσφύγει στον τραπεζικό δανεισμό. Κάτι που συνοδεύεται από την καταβολή τοκοχρεολυσίων και από την προσφορά εγγυήσεων. Δηλαδή η φοροδιαφεύγουσα επιχείρηση έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με την επιχείρηση που λειτουργεί «by the book», που λένε και οι αγγλοσάξονες.
Με αυτή τη λογική γίνεται κατανοητό πως η πάταξη της φοροδιαφυγής θα δημιουργήσει αφενός συνθήκες «φορολογικής δικαιοσύνης» αφού στην πίττα των φορολογικών εσόδων θα συμμετέχουν περισσότεροι πολίτες και αφετέρου συνθήκες πραγματικού και υγιούς ανταγωνισμού ανάμεσα σε αυτούς που καταβάλουν φόρους και σε αυτούς που μέχρι σήμερα φοροδιαφεύγουν.
Έτσι όσο προχωράει το έργο της φορολογικής μεταρρύθμισης, θα οδηγούμεθα σε μείωση των φορολογικών συντελεστών. Και όσο θα κινείται ανοδικά το ΑΕΠ της Ελλάδας και θα αυξάνεται ο παραγόμενος πλούτος, τόσο τα φορολογικά έσοδα θα καλύπτουν με μεγαλύτερη ευκολία τις πραγματικές ανάγκες του κράτους και όχι τις αναδιανεμητικές πρακτικές που αποτελούν μια τεράστια διαχρονική πληγή.
Τα στοιχεία που κατά καιρούς επεξεργάζεται και κοινοποιεί η ΑΑΔΕ δείχνουν το μέγεθος της κοροϊδίας, μπροστά στην οποία στεκόμαστε απαθείς και τη δεχόμαστε χωρίς αντίδραση. Τι λένε οι αριθμοί;
Έξι στα δέκα νοικοκυριά δηλώνουν ετήσια εισοδήματα που δεν υπερβαίνουν τα 10.000 ευρώ.
Ένα στα τέσσερα νοικοκυριά δεν πλήρωσε ούτε ένα ευρώ φόρο για τα εισοδήματα που απέκτησε το 2021.
Δύο στα δέκα νοικοκυριά, πλήρωσαν φόρους λιγότερους από 15 ευρώ.
Το 67% των επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων εμφάνισαν στην εφορία, εισοδήματα έως 10.000 ευρώ.
Από τα 311.292 νομικά πρόσωπα, μόλις τα 107.865 παρουσίασαν κέρδη. Τα 125.876 δήλωσαν ζημιές συνολικού ύψους 35,4 δισ. ευρώ και τα 77.551 μηδενικά αποτελέσματα, ενώ κέρδη παρουσίασαν μόλις 107.865 επιχειρήσεις, δηλαδή το 34%. Παράλληλα από τις 111.975 κεφαλαιουχικές εταιρείες οι 57.983 δήλωσαν ζημίες και οι 13.612 είχαν μηδενικά αποτελέσματα. Θα είχε ενδιαφέρον να βλέπαμε πως ακριβώς χειρίζονται αυτές τις ζημίες τους οι επιχειρήσεις, πως καλύπτουν τα κεφάλαια τους που εξαϋλώνονται και πως βιοπορίζονται οι ιδιοκτήτες τους.
Για να καταλάβουμε ακόμα περισσότερο τι ακριβώς γίνεται, μόλις 2.550 επιχειρήσεις, δηλαδή το 0,8% του συνόλου των νομικών προσώπων καταβάλουν περίπου το 60% του συνολικού φόρου που καλούνται να πληρώνουν οι επιχειρήσεις.
Αν πάρουμε τοις μετρητοίς τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, δηλαδή θεωρήσουμε πως τα δεδομένα αυτά, που προκύπτουν από τις φορολογικές δηλώσεις των νομικών και φυσικών προσώπων είναι 100% αληθινά, τότε με ευκολία καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η Ελλάδα είναι μια χώρα με πάμπτωχους κατοίκους και με επιχειρηματίες που δουλεύουν από χόμπι και δεν επιδιώκουν να έχουν κέρδη, αλλά αρκούνται στις ζημίες τις οποίες καλύπτουν με έναν άλλο μαγικό τρόπο.