Το οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός και υπερψηφίστηκε στη Βουλή έχει προκαλέσει ικανοποίηση στους πολίτες. Παράλληλα έχει προκαλέσει αναταραχή στην αντιπολίτευση, αφού ξεπερνάει τις ιδεολογικές περιχαρακώσεις και αγκυλώσεις, καθώς και τα παγιωμένα στερεότυπα. Εμφανίζοντας δυναμικά ωσμωτικά φαινόμενα, αφού υιοθετεί πολιτικές, που μέχρι πρότινος έφεραν ισχυρά και αδιαπέραστα χαρακτηριστικά.
Και η αλήθεια είναι πως ο κοινοβουλευτικός πολιτικός λόγος θα έπρεπε να αλλάξει άρδην επίπεδο ή όπως λένε οι νεότεροι, να «αλλάξει πίστα». Διότι η ατζέντα της κυβέρνησης είναι απολύτως θετική, αφήνοντας πίσω της τις παθογένειες δεκαετιών και την εχθροπάθεια που κυριάρχησε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης προεκλογικής περιόδου. Όπου η αντιπολίτευση επιχείρησε να κάνει τη μέρα – νύχτα. Μια προσπάθεια που ηττήθηκε κατά κράτος.
O Κυριάκος Μητσοτάκης, κάνει σήμερα αυτό που είχε υιοθετήσει ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι στην ομιλία του, τον Ιούλιο του 2012. Όταν η Ευρώπη είχε βρεθεί μπροστά στην κρίση χρέους. Ο Μάριο Ντράγκι είχε πει πως θα πράξει το κλασσικό “whatever it takes”, δηλαδή θα κάνει «οτιδήποτε χρειαστεί».
Και η κυβέρνηση σήμερα κάνει «οτιδήποτε χρειαστεί» ισορροπώντας ανάμεσα στην ανάπτυξη, στη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων και στην άσκηση μιας πολιτικής στήριξης των νοικοκυριών. Έτσι ώστε να προχωρήσει η πραγματική οικονομία, να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών, να συνεχιστεί η αύξηση της απασχόλησης και η άνοδος των εισοδημάτων. Και ταυτόχρονα να μην μείνουν πίσω τα ευάλωτα νοικοκυριά και οι ευπαθείς κοινωνικά ομάδες.
Φυσικά, μια τέτοια πολιτική εγείρει ενστάσεις τόσο από τον φιλελεύθερο όσο και από τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο. Οι φιλελεύθεροι εστιάζουν στη διαρκή επέκταση του αναδιανεμητικού χαρακτήρα των φορολογικών εσόδων και στην ταυτόχρονη αύξηση του κόστους λειτουργίας του κράτους. Και έχουν δίκιο εστιάζοντας στον χρονικό στόχο του 2032, που θα είναι κρίσιμος για το δημόσιο χρέος.
Ωστόσο η φιλελευθεροποίηση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας είναι σταδιακή και δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε μια ημέρα. Οι σοσιαλδημοκράτες από την πλευρά τους, ασκούν κριτική για την αυστηρή τήρηση των δεσμεύσεων για δημοσιονομική πειθαρχία και πρωτογενή πλεονάσματα, μιλώντας για νεοφιλελευθερισμό, ενώ εγείρουν ενστάσεις σχετικά με την φιλοεπενδυτική πολιτική της κυβέρνησης, μιλώντας για ξεπούλημα και συμφέροντα.
Παράλληλα με αυτές τις δύο θεωρήσεις, έκανε την εμφάνιση της και πάλι η γνωστή γλώσσα του Σύριζα που όχι μόνο δεν βγάζει νόημα, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει καν βάση για τη συγκρότηση μιας αξιόπιστης και εποικοδομητικής κριτικής. Έτσι ο εκτελών χρέη αρχηγού του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στην ομιλία του για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης της κυβέρνησης, προτίμησε να πλέξει το εγκώμιο του πρώην αρχηγού του που «παραμέρισε», εκθειάζοντας το έργο του, παρά να απαντήσει στο κυβερνητικό πρόγραμμα.
Έτσι τη στιγμή που μπροστά μας, ξετυλίγεται ένα πρόγραμμα που μεταβάλει την Ελλάδα που γνωρίζαμε και μας πονούσε, ο νέος πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος, μας πληροφόρησε πως ο Αλέξης Τσίπρας «ήταν αυτός που έβγαλε την Ελλάδα από το τούνελ της επιτροπείας και της χρεοκοπίας και ήταν αυτός που αξιοποίησε τη δημοκρατική εντολή των εκλογών του 2015 αλλά και την ισχυρή εντολή του δημοψηφίσματος, που αξιοποίησε το ΟΧΙ του λαού και ηγήθηκε των διαπραγματεύσεων, ώστε να αλλάξει την πρόταση των δανειστών».
Δυστυχώς ο Σωκράτης Φάμελλος εκπροσωπώντας το σύνολο του Σύριζα δείχνει πως εξακολουθεί να ζει σε αυτό παράλληλο σύμπαν που απέρριψαν οι πολίτες στις διεξαχθείσες εκλογές.
Όσον αφορά το αύριο, ο εκτελών χρέη αρχηγού, αναφέρθηκε στην «οικονομία του πραγματικού προϊόντος» και στην «ευημερία που θα αφορά μία πλουραλιστική αγορά». Πραγματικό προϊόν; Πλουραλιστική αγορά; Τι εννοεί ο Σωκράτης Φάμελλος; Τι εννοούν οι λογογράφοι του;
Φυσικά τέτοιοι οικονομικοί όροι δεν υπάρχουν πουθενά. Αποτελούν συριζαϊκές επινοήσεις, που σκοπό έχουν να αποκρύψουν την ένδεια επιχειρημάτων και προτάσεων, καθώς και την ομίχλη της επόμενης ημέρας στον Σύριζα. Καθώς τη θέση του προέδρου διεκδικούν πολιτικά πρόσωπα, που αφενός ουδεμία επαφή έχουν με την πραγματική οικονομία, τη χάραξη συνεπούς δημοσιονομικής στρατηγικής και την προσέλκυση επενδύσεων και αφετέρου θεωρούν τους εαυτούς τους, μαρξιστές, υπερασπιστές του «δίκαιου των λαών» αλλά όχι του «δίκαιου των νόμων» και θαυμαστές οικονομικών μοντέλων που έχουν εξαϋλωθεί στο πέρασμα της ιστορίας.
Η απουσία ρεαλισμού από το λόγο του Σύριζα είναι βαθιά προβληματική. Διότι προσμετράται στην αφασική δυναμική των υπολοίπων κομμάτων του κοινοβουλίου όπως είναι οι Σπαρτιάτες, η Νίκη, η Πλεύση, η Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ, που αδυνατούν να εκφράσουν ένα τεκμηριωμένο οικονομικό λόγο για το μέλλον της χώρας και αρκούνται σε μάχες οπισθοφυλακής και χαρακωμάτων.