H υπόθεση του γιου που έκλεβε από το συνταξιοδοτικό σύστημα για 161 μήνες τις συντάξεις της θανούσας μητέρας του, συνολικού ύψους 64.660 ευρώ, όπως ήταν φυσικό εξόργισε για μια ακόμα φορά τους πολίτες. Αφού ο καταχραστής του δημοσίου χρήματος, καταδικάστηκε τελικά για πλημμέλημα και θα εξαγοράσει την ποινή του προς τρία ευρώ την ημέρα.
Το θέμα είναι αρκετά πιο περίπλοκο και καλό είναι να ανακαλύψουμε και άλλες πτυχές του, πέραν της δικαστικής απόφασης, που βασίζεται στις νόμους που ψηφίζει η Βουλή. Σύμφωνα με το νόμο εάν μια απάτη δεν ξεπερνά τα 120.000 ευρώ, τότε το αδίκημα είναι πλημμέλημα και η ποινή είναι εξαγοράσιμη. Η δε ανάκτηση των χρημάτων που ενθυλάκωσε στη συγκεκριμένη περίπτωση ο γιος, δηλαδή το προϊόν της απάτης, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσω των φορολογικών αρχών. Με την γνωστή μέθοδο που έχει οδηγήσει σε ανείσπρακτες οφειλές προς το Δημόσιο, της τάξης των 170 δισ. ευρώ. Εάν δηλαδή ο γιος δεν έχει περιουσιακά στοιχεία στο όνομα του ή τραπεζικούς λογαριασμούς, τότε η εφορία θα γράψει και αυτά τα χρέη στην άμμο, λίγο πριν τα διαγράψει το κύμα.
Οι υπόλοιπες πτυχές του θέματος φανερώνουν πως το σύστημα είχε τρύπες και πως έμπαζε από παντού. Κατά πρώτον το συνταξιοδοτικό σύστημα δεν ασκούσε κανέναν απολύτως έλεγχο πάνω στον αριθμό των συνταξιούχων του. Αν δεν πήγαινε κάποιος συγγενής να δηλώσει τον θάνατο του συνταξιούχου, τότε εκ προοιμίου το συνταξιοδοτικό ταμείο, θεωρούσε πως ο συνταξιούχος βρισκόταν εν ζωή, όπως η Maria Branyas Morera που είναι 115 ετών και ζει στην Ισπανία και η Tekla Juniewicz που είναι 116 ετών και ζει στην Πολωνία, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες. Με δυο λόγια δεν γινόταν η παραμικρή επικαιροποίηση των δεδομένων των συνταξιοδοτικών ταμείων, όσον αφορά τον αριθμό των συνταξιούχων.
Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη τρύπα που εκμεταλλεύτηκε ο γιος. Η δεύτερη τρύπα αφορά την επί 15 έτη συνεργασία ανάμεσα στη θανούσα «συνταξιούχο» και την τράπεζα στην οποία κατατίθετο η μηνιαία σύνταξη. Για 15 έτη δεν χρειάστηκε ποτέ να επικαιροποιηθούν τα στοιχεία της δικαιούχου; Για 15 έτη δεν χρειάστηκε ποτέ να εκδοθεί χρεωστική κάρτα ή κάρτα αναλήψεων στα ΑΤΜ της τράπεζας, που η θανούσα «συνταξιούχος» διατηρούσε τον λογαριασμό της; Η μη παραλαβή της νέας κάρτας ή η μη ενεργοποίηση μιας νέας κάρτας, δεν είχε ανάψει κόκκινα λαμπάκια στα συστήματα ελέγχου της τράπεζας;
Και ερχόμαστε στην τρίτη τρύπα που έχει να κάνει με τις φορολογικές αρχές. Ποιος υπέβαλε τις φορολογικές δηλώσεις; Επικαιροποίηση των στοιχείων της θανούσας «συνταξιούχου» γινόταν; Ποιος ήταν αυτός που χρησιμοποιούσε τα στοιχεία του taxisnet; Ο γιος ή κάποιος λογιστής; Δεν υπάρχει και εδώ, εξαπάτηση του δημοσίου;
Μα καλά πως κάνεις έτσι για έναν άνθρωπο που η ανέχεια τον οδήγησε να κάνει αυτήν τη «μικρή απάτη» που χαρακτηρίζεται σαν πλημμέλημα, όταν την ίδια στιγμή άλλοι χρωστούν εκατοντάδες εκατομμυρίων ευρώ, θα μπορούσε να ρωτήσει ο καλοπροαίρετος αναγνώστης.
Η απάντησή μας είναι πως τα βάζουμε και με τον απατεώνα, αλλά κυρίως τα βάζουμε με το σύστημα που αφήνει τρύπες και παραθυράκια τα οποία εκμεταλλεύονται οι επιτήδειοι. Η δουλειά του κράτους είναι να δομήσει από τη μια πλευρά, ένα αξιόπιστο σύστημα λειτουργίας που να αποτρέπει τέτοιου είδους παρατράγουδα, προστατεύοντας τα συμφέροντα των φορολογουμένων και από την άλλη πλευρά ένα σύστημα απονομής δικαιοσύνης που να μην διεγείρει το λεγόμενο «περί δικαίου αίσθημα» των πολιτών που ακολουθούν το γράμμα του νόμου.