Αυτό που καλλιεργείται τις τελευταίες ημέρες από ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και λοιπών δυνάμεων δεν είχε προηγούμενο στη χώρα μας. Επικοινωνιακά μέσα του ΣΥΡΙΖΑ, ρωσόφιλες ιστοσελίδες και οι γνωστοί κύκλοι διαρκούς αμφισβήτησης βάλουν κατά του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, της κυβέρνησης και της ομογένειας των ΗΠΑ, επιδιώκοντας να δημιουργήσουν ένα βαθύ ρήγμα εμπιστοσύνης.
Το δήθεν σκάνδαλο αγοράς ακινήτου, αποτελεί μια οργανωμένη προσπάθεια να τρωθεί σαν πρόσωπο και σαν θεσμός ο ΑΓΕΕΘΑ. Η επίθεση κατά της κυβέρνησης επιδιώκει να αναδείξει την ανεπάρκεια του πρωθυπουργού σε σχέση με το παλιότερο ταξίδι τους στις ΗΠΑ και τη βούληση του Λευκού Οίκου να επιτρέψει την αναβάθμιση των τουρκικών F-16. Τέλος, η επίθεση που δέχεται το Ελληνοαμερικανικό λόμπι, αφορά στη δήθεν ανεπάρκεια και στον δήθεν ερασιτεχνισμό που δείχνει τόσο στην προσπάθεια αποτροπής της πώλησης F-16 στην Τουρκία, όσο και την προώθηση των ελληνικών θέσεων στην Ουάσινγκτον.
Μοναδικός στόχος αυτών των κύκλων που τέμνονται στο ευαίσθητο τόξο των εθνικών και αμυντικών θεμάτων είναι η δημιουργία ενός ρήγματος εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες, ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις και τους πολίτες και ανάμεσα στην ομογένεια των ΗΠΑ και τους πολίτες. Και το ερώτημα που τίθεται είναι το ποιος εξυπηρετείται μέσα από την καλά προγραμματισμένη και συντονισμένη αυτή προσπάθεια;
Ποιος κερδίζει από την απαξίωση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ; Ποιος κερδίζει από την εικόνα που προσπαθούν να επιτύχουν τα συγκεκριμένα μέσα, παρουσιάζοντας έναν αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων «που τα παίρνει» και «που διακινεί ύποπτο και μαύρο χρήμα»; Ποιος ευνοείται από την προσπάθεια διάρρηξης του συνδετικού ιστού ανάμεσα στους πολίτες και στις ένοπλες δυνάμεις; Ποιον εξυπηρετεί η αμφισβήτηση του ήθους των επικεφαλής των δυνάμεων που συγκροτούν την αμυντική θωράκιση της χώρας και μας κάνουν να αισθανόμαστε ασφαλείς;
Ποιος εξυπηρετείται από την προσπάθεια προβολής της εικόνας μιας κυβέρνησης που προσφέρει «γην και ύδωρ» μη διεκδικώντας παράλληλα τίποτα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ; Ποιον εξυπηρετεί η καταγγελία πως η κυβέρνηση ασκεί επικίνδυνη εξωτερική πολιτική με ολοένα και πιο δυσμενείς συνέπειες για τα ελληνικά συμφέροντα;
Σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να κληθούν να απαντήσουν όλοι όσοι επιδιώκουν την αποκαθήλωση της εξωτερικής πολιτικής. Ειδικά όταν αυτοί οι ίδιοι έχουν ταχθεί κατά των αμυντικών συμφωνιών και των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Που με απλοϊκές λογικές και ευφυολογήματα προσπαθούν να ερμηνεύσουν πολυσύνθετες πτυχές των παγκόσμιων γεωπολιτικών ισορροπιών και των αμερικανικών συμφερόντων.
Ποιος κερδίζει από την προσπάθεια απαξίωσης του Ελληνοαμερικανικού λόμπι στην Ουάσιγκτον; Ποιος κερδίζει από την αμφισβήτηση της ομάδας ανθρώπων που δίνει σκληρή μάχη στα νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ, υπέρ των ελληνικών αιτημάτων; Ο ελληνισμός των ΗΠΑ, ειδικά τα τελευταία χρόνια, είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την προσπάθεια της Ελλάδας να αποκτήσει ακόμα πιο δυνατή φωνή και να αποτελέσει ένα δυναμικό τμήμα των Δυτικών συμφερόντων στην περιοχή. Οπότε που αποσκοπεί η επίθεση στο Ελληνοαμερικανικό λόμπι, ειδικά όταν χρησιμοποιεί υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς;
Ακούγονται διάφορες ερμηνείες και δικαιολογίες, σχετικά με όσους πρωτοστατούν στη δημιουργία αυτού του κλίματος. Κάποιοι έχουν προσωπικές ατζέντες, κάποιους τους έχει καταλάβει αντιπολιτευτικός οίστρος, κάποιοι θεωρούν πως επιτελούν το «δημοσιογραφικό τους» καθήκον. Δεν θα μπούμε στη διαδικασία να αναζητήσουμε τις πραγματικές προθέσεις, αλλά θα σταθούμε στο αποτέλεσμα. Και το αποτέλεσμα είναι πως όλα τα ανωτέρω στοχεύουν στη δημιουργία ρήγματος εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες. Ρήγματος εμπιστοσύνης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους πολίτες. Ρήγμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στους δημοκρατικούς θεσμούς και τους πολίτες. Και δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για μια χώρα, από το να συρθεί και να οδηγηθεί σε περιπέτειες με ένα τέτοιου είδους ρήγμα στο εσωτερικό της.