Η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει μια μεγάλη στροφή: επενδύσει στην άμυνά της. Έναντι ποιανού κινδύνου; Της Ρωσίας; Σίγουρα. Ήδη άλλωστε βρισκόμαστε σε πόλεμο με τα επιθετικά σχέδια Πούτιν. Δια αντιπροσώπου: της καταπονημένης Ουκρανίας. Οι τεράστιες δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία τρία χρόνια, για να στηρίξουν την άμυνα του ουκρανικού κράτους θα μετατραπούν σε διαρκή κονδύλια. Αλλά, μετά τις συζητήσεις των δύο τελευταίων ημερών, η Ευρώπη προετοιμάζεται να πάει πιο μακριά. Ευτυχώς!
Επί πολλά χρόνια, πολλά περισσότερα από όσο ήταν λογικό και ορθό, η Ένωση δεν ασχολιόταν με τη συλλογική της άμυνα. Την είχε «αναθέσει» στην Αμερική, πρωτίστως και σε όσα μεγάλα κράτη διατηρούσαν, σε πολύ διαφορετικό βαθμό, ισχυρή πολεμική βιομηχανία. Γαλλία, κυρίως, Βρετανία, σίγουρα αλλά και Ιταλία και Ισπανία. Ακόμη και η Γερμανία, παρόλο τους περιορισμούς της Μεταπολεμικής Ειρήνης, συμμετέχει στην παραγωγή οπλικών συστημάτων με μεγάλη επιτυχία.
Η επένδυση σε συστήματα άμυνας, είναι το ένα. Η στρατηγική άμυνας είναι το άλλο και είναι το πιο σημαντικό. Ο σύνδεσμος μεταξύ τους είναι τα χρήματα που θα δαπανήσουμε συλλογικά. Αυτό όμως απαιτεί ένα εντελώς νέο σχεδιασμό. Το πρόβλημα, όσο σημαντικό και αν είναι, δεν περιορίζεται στο μέγεθος των δαπανών και στον συνυπολογισμό τους με όλες τις άλλες κρατικές δαπάνες στη μέτρηση των δημοσίων ελλειμμάτων.
Στην ομιλία της προς τους Πρέσβεις της ΕΕ, η πρόεδρος της Επιτροπής φον ντερ Λάιεν είπε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα ενδιφέροντα:
«Η άποψη ενός κόσμου που τείνει προς όλο και περισσότερη συνεργασία και υπερ-παγκοσμιοποίηση έχει ξεπεραστεί. Τουλάχιστον αυτή είναι η αίσθηση που οι άνθρωποι – και σίγουρα πολλοί ψηφοφόροι – σε όλο τον κόσμο το έχουν καταστήσει σαφές. Οι μεγάλοι φόβοι επέστρεψαν. Από τον φόβο της κλιματικής αλλαγής, στην Τεχνητή Νοημοσύνη, σε αυτόν της μετανάστευσης ή απλά της εγκατάλειψης. Οι χώρες χρησιμοποιούν ως όπλο τις πηγές ισχύος τους η μία εναντίον της άλλης. Και τώρα βρισκόμαστε για τα καλά σε μια εποχή υπερ-ανταγωνιστικής και υπερ-συναλλακτικής γεωπολιτικής. Είναι ένας κόσμος όπου πολλά δεν μπορούμε πλέον να τα θεωρούμε δεδομένα - συμπεριλαμβανομένων και των κανόνων που χτίστηκαν τα τελευταία 70 χρόνια. Ένας κόσμος στον οποίο οι μεγάλες δυνάμεις προσπαθούν να αποκομίσουν κάθε πιθανό πλεονέκτημα χρησιμοποιώντας οποιοδήποτε εργαλείο λειτουργεί καλύτερα - είτε πρόκειται για οικονομικά, τεχνολογικά εργαλεία ή εργαλεία ασφαλείας. Μερικές φορές και τα τρία ταυτόχρονα. Ένας κόσμος στον οποίο υπάρχει τώρα μια συντονισμένη προσπάθεια οικοδόμησης σφαιρών επιρροής - ακόμη και αρπαγής γης - όπως τον 19ο αιώνα ή στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου. Ένας κόσμος στον οποίο νέες αυταρχικές δυνάμεις συνασπίζονται με μια αδίστακτη Ρωσία – έτοιμη να επιτεθεί σε οποιαδήποτε διαίρεση ή αδυναμία στις συμμαχίες. Ένας κόσμος στον οποίο οι αναδυόμενες δυνάμεις έχουν απογοητευτεί από τον τρόπο λειτουργίας του διεθνούς συστήματος - και αναζητούν όλο και περισσότερο εναλλακτικές λύσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις, θα συνεργαστούν με όποιον βάλει την καλύτερη προσφορά στο τραπέζι.»
Η Ευρώπη έρχεται στα... μέτρα μας. Αυτό είναι πολύ καλό. Στο προχθεσινό του άρθρο στους Financial Times, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε την ελληνική θέση, ότι δηλαδή η Ευρώπη και πρέπει να δαπανήσει περισσότερα για Άμυνα και όλες αυτές οι δαπάνες «πρέπει να εξαιρούνται από τους δημοσιονομικούς κανόνες».
Προφανώς, τα κεφάλαια θα πρέπει να είναι «κοινοτικά» δηλαδή να μην αφορούν ξεχωριστά τα κράτη. Είναι ο μόνος τρόπος, ακόμη και αν τροποποιήσουμε τους δημοσιονομικούς κανόνες, ώστε να το πιστέψουν και οι αγορές και να μην επιβαρύνουν, κατά την κρίση των, τα διακριτά κρατικά ομόλογα.
Ένα πρώτο και σημαντικό εργαλείο, όπως το πρότεινε ο Έλληνας πρωθυπουργός είναι η «δημιουργία νέου ευρωπαϊκού εργαλείου κατά το πρότυπο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ύψους τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ για την χρηματοδότηση των συλλογικών αμυντικών αναγκών μας».
Ωραία όλα αυτά αλλά θα ήταν καλύτερο να συζητώνται και στη Βουλή και στην Κοινωνία και, κυρίως, να είμαστε σίγουροι ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις (πλην ΚΚ, Βελόπουλου και παρομοίων, όπως αναμένεται) βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος.
Δε λέω πως άλλα θέματα της επικαιρότητας είναι λιγότερο σημαντικά, αλλά το να μη γνωρίζουν οι πολίτες τίποτε για την αναδιάταξη των πολεμικών δαπανών δείχνει αποτυχία, για μιαν ακόμη φορά, να έρθουν στο προσκήνιο θέματα μεγάλης πολιτικής.