Η Υγεία, ως σύστημα, μπορεί, όπως και η Παιδεία, ως εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι μόνον «κόστος». Μπορεί να γίνει ένα σημαντικό πεδίο εσόδων για τη χώρα. Όπως και με την Παιδεία η χώρα μπορεί να κερδίσει πολλά χρήματα και πολλαπλές επενδύσεις, όπως σημείωνα εδώ πριν τα Χριστούγεννα.
Με το σύστημα Υγείας η κατανόηση των δυνατοτήτων αποκομιδής κερδών και επενδύσεων είναι ευχερέστερη αφού δεν υπάρχει κρατικό μονοπώλιο. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι παροχές υγείας κόστιζαν και κοστίζουν πάντοτε πολλά χρήματα στους πολίτες. Γενιές μεγάλωσαν με την έγνοια να έχουν κάτι στην άκρη για να αντιμετωπίσουν τα έκτακτα έξοδα μιας σοβαρής ιατρικής δαπάνης.
Κανείς εργαζόμενος, πρακτικά, δεν ξέρει όμως με ακρίβεια πόσα χρήματα του παρακρατεί για ασφάλιση υγείας το κράτος (αφού πλέον όλα τα ταμεία καταλήγουν στον ίδιο κορβανά) πάνω σε όλα τα εισοδήματά του. Τα οικονομικά του συστήματος υγείας παραμένουν και σήμερα ακόμη, μετά από τρία μνημόνια ένα κλειστό κουτί με μπερδεμένα νήματα.
Η κρατική διοίκηση δεν γνωρίζει πόσο πραγματικά κοστίζει το ΕΣΥ. Δίνει χρήματα κι όταν τελειώσουν ξαναδίνει. Με το σταγονόμετρο, με καθυστερήσεις, με «παρεμβάσεις» και χωρίς να γνωρίζει αν ορθώς τα δίνει. Στο μεταξύ ούτε το προσωπικό είναι ευχαριστημένο, ούτε οι ασθενείς νοιώθουν ασφάλεια.
Ο κύριος λόγος είναι ότι οι ιατρικές υπηρεσίες δεν είναι ορθολογικά και ρεαλιστικά κοστολογημένες. Ούτε οι χρεώσεις των νοσοκομειακών μονάδων αντιστοιχούν σε πραγματικά έσοδα των ίδιων μονάδων. Ούτε η αξία των ιατρών και των άλλων συντελεστών μετράται με επιστημονικό τρόπο.
Την ίδια στιγμή, τα τελευταία χρόνια, ανθεί ξανά στον τόπο μας το ιδιωτικό σύστημα υγείας. Οι ρυθμοί ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα της υγείας είναι εντυπωσιακοί. Η διαφορά αυτή, μεταξύ του ιδιωτικού με τον κρατικό τομέα αποδεικνύει αυτό που ισχυρίστηκα στην αρχή: η υγεία μπορεί να γίνει ένας από τους πιο κερδοφόρους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Η καλύτερη απόδειξη βρίσκεται στο πόσο εξωφρενικό έχει ήδη γίνει το κόστος υγείας. Στον ιδιωτικό τομέα, που κάνει καλύτερα τους λογαριασμούς του, μόλις τους τελευταίους μήνες έγιναν κι άλλες, εξωφρενικές, ανατιμήσεις. Ο νέος (αλλά και παλαιός) υπουργός Άδωνις Γεωργιάδης εύκολα μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση στα ιδιωτικά κοστολόγια. Από τρεις πηγές. Μια οι επιχειρήσεις υγείας, ελάχιστες, αφού έχει επέλθει σχεδόν ολιγοπωλιακή συγκέντρωση. Δεύτερη, οι ασφαλιστικές εταιρείες, που καλύπτουν τους ήδη πάρα πολλούς πελάτες τους. Τρίτη (και φαρμακερή) οι «προνομιούχοι» πολίτες, που έχουν αρκετά χρήματα για να συντηρούν μια ιδιωτική ασφάλιση υγείας, αν τους επιτρέψει ο υπουργός Οικονομικών να αφαιρούν το κόστος αυτό από το φορολογητέο εισόδημα.
Αν μπορούσαμε όλα αυτά να τα συντονίσουμε, να βάλουμε τιμές πραγματικού κόστους και να φροντίσουμε για τη σωστή πληρωμή των αλληλο-υποχρεώσεων, το ελληνικό σύστημα υγείας θα μπορούσε να δημιουργεί πολλαπλάσια έσοδα και κέρδη. Αντί να «εξάγουμε» ιατρούς και όσους άλλους παρέχουν υπηρεσίες υγείας, θα μπορούσαμε να «εισάγουμε» εκείνους που θα εμπιστεύονται το υψηλό επίπεδο της ελληνικής ιατρικής φροντίδας.
Ακούγονται ίσως «τρελά» όλα τούτα, αλλά είναι ο μόνος δρόμος για να αποκτήσουμε ένα νέο Ελληνικό Σύστημα Υγείας, κρατικό και ιδιωτικό μαζί.
Στα παραπάνω σπεύδω να προσθέσω μια πολύ καλή ιδέα του Σπύρου Πνευματικού, σπάνιου ιατρού και καλού φίλου: την επαναφορά ιδρυμάτων υγείας που δεν θα είναι ούτε κρατικά, ούτε ιδιωτικά, αλλά μη κερδοσκοπικά. Κάποτε υπήρχαν τέτοια και στην Ελλάδα και ήσαν πρότυπα ιατρικής φροντίδας υψηλού επιπέδου. Ιδρύματα που θα διεκδικήσουν, χωρίς πολλές δυσκολίες πιστεύω, ξεχωριστή θέση στο σύστημα, ιδίως επειδή θα μπορούν να υποστηρίζουν τις πιο δύσκολες και γι αυτό πιο ακριβές περιπτώσεις ανάγκης.
Σίγουρα πάντως ο κ. Γεωργιάδης έχει να διαχειριστεί ένα πολύ δύσκολο χαρτοφυλάκιο. Με τον πληθυσμό να γερνά συνεχώς. Την κόπωση από την πανδημία και τα κύματα που την ακολουθούν. Το βάρος στο σύστημα να διπλασιάζεται στην τουριστική περίοδο. Τις οικογένειες να ξηλώνονται αγρίως σε ιδιωτικές ασφαλίσεις. Τις δεκάδες νέες υπηρεσίες που δεν καλύπτει το κρατικό σύστημα. Ιατρούς και πολύτιμο νοσοκομειακό προσωπικό να μεταναστεύουν διαρκώς. Με τη διαφθορά, δυστυχώς, να εξευτελίζει τον Ιπποκράτειο Όρκο.
Όλα αυτά καταλήγουν στη βαθειά δυσαρέσκεια των πολιτών, που είναι ήδη τεράστια και στον δικαιολογημένο θυμό τους, που διαρκώς μεγαλώνει, για μια από τις μεγαλύτερες ανισότητες της κοινωνίας μας.