Οικονομία, Ελευθερία, Προδοσία

Η δικτατορία δεν έπεσε γιατί έπαυσε να υπηρετεί τους Αμερικάνους. Δεν έπεσε γιατί «τσακώθηκαν» μεταξύ τους οι δικτάτορες. Δεν έπεσε γιατί «ξεσηκώθηκε» ο Λαός. Δεν έπεσε γιατί κυνήγησε τον Μακάριο. Όλα τα παραπάνω ισχύουν αλλά κανένα, από μόνο του, δεν οδήγησε στο τέλος της.

Υπάρχουν και άλλες, μυθολογικής αξίας, στηριγμένες σε αποσπασματικές και ιδεολογικά στρεβλωμένες αναγνώσεις των ιστορικών γεγονότων εκείνης της εποχής.

Οι δικτάτορες έπεσαν γιατί ήσαν ανίκανοι να διοικήσουν, γιατί έκαναν τραγικά λάθη οικονομικής και νομισματικής πολιτικής, γιατί είχαν σκλαβώσει μιαν ολόκληρη χώρα στις οπισθοδρομικές μικρονοϊκές αντιλήψεις τους και γιατί ήσαν ανίκανοι να αναγνώσουν συμφέροντα και επιδιώξεις άλλων κρατών στην περιοχή μας.

Η απελευθέρωση ορισμένων αρχείων της ΚΥΠ, που επιβεβαιώνουν όσα γνωρίζαμε, αλλά με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, για την προδοσία της Κύπρου, υπενθυμίζει τις τελευταίες πράξεις της συνολικής προδοσίας των επίορκων αξιωματικών. Οι άνθρωποι εκείνοι διευκόλυναν (αν και, όχι αδίκως, πολλοί θα πουν ότι προκάλεσαν) την τουρκική εισβολή. Βεβαίως, δεν το έκαναν όλοι μαζί, αφού ο Παπαδόπουλος ήταν αμέτοχος και σε περιορισμό μετά το Πολυτεχνείο. Συχνά, στις τελευταίες πράξεις των δικτατοριών, επικρατούν οι ακραίοι των ακραίων. Εκείνοι  που είχαν ήδη «διακριθεί» σε βαναυσότητες εναντίον των βασικών ελευθεριών, ακόμη και στις προσπάθειες να οργανωθεί μια ελεγχόμενη μετάπτωση σε κάποιον «ελεγχόμενο κοινοβουλευτισμό» της στρατοκρατούμενης αβασίλευτης.

Όμως, προτού προκύψει η εσωτερική διάλυση της ομάδας των δικτατόρων και η τελική εθνική προδοσία που ξεκίνησε με το πραξικόπημα του ’67, η δικτατορία είχε ήδη δεχτεί ένα τεράστιας σημασίας πλήγμα, από την εξέγερση των φοιτητών στη Νομική και, λίγο αργότερα της νεολαίας, στο Πολυτεχνείο Αθηνών. Ο ξεσηκωμός εκείνων των πρώτων μηνών του 1973, έδειξε ότι η δικτατορία δεν μπορούσε να ελέγξει τη «μετάβαση» προς μια μεικτή εξουσία πολιτικών και στρατοκρατών. Δεν το δεχόταν ο τίμιος πολιτικός κόσμος ενώ είχε χάσει την όποια «εμπιστοσύνη» είχε δείξει ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού στην κατάργηση των δημοκρατικών θεσμών με αντάλλαγμα την «ησυχία μας» και το «καλά περνάμε», λόγω της εξ αδρανείας οικονομικής ανάπτυξης και του άπλετου πληθωριστικού χρήματος που μοιράστηκε σε όσους επιχειρηματίες συνεργάστηκαν μαζί της.

Εκείνο όμως που δεν αποκαλύπτουν τα αρχεία της ΚΥΠ, ίσως γιατί δεν τα έχουμε ακόμη ψάξει καταλλήλως, είναι η δυσαρέσκεια περί των οικονομικών, η αμφισβήτηση της αέναης ανάπτυξης και, τελικά, η απότομη αύξηση του πληθωρισμού και η περικοπή των μισθών σε περιβάλλον επιθετικής κερδοσκοπίας από τους μεσάζοντες του εμπορίου, που είναι πάντοτε ευνοούμενοι κάθε δικτατορικού καθεστώτος.

Επειδή είμαστε ελάχιστοι όσοι υποστηρίζαμε, χρόνια τώρα, ότι ένας από τους νεοελληνικούς μύθους, αυτός που ισχυρίζεται ότι με τους δικτάτορες «τα οικονομικά μας πήγαιναν καλά», θα μου επιτρέψετε να υπενθυμίσω ότι οι δικτάτορες τα έκαναν «μαντάρα» στην πρώτη μεγάλη μεταπολεμική κρίση που αντιμετώπισαν οι δυτικές οικονομίες στην περίοδο 1971-1973.  

Όταν ο Νίξον, το 1971, ακύρωσε τη μετατρεψιμότητα σε χρυσό του δολαρίου οι χουντικοί οδήγησαν τη δραχμή σε παράλληλη υποτίμηση με το αμερικάνικο νόμισμα, προκαλώντας εσωτερικό πληθωρισμό. Το 1972 έκοψαν απότομα την ασυγκράτητη παροχή δανείων, με αποτέλεσμα την ξαφνική βύθιση της οικονομίας. Το λάθος πρόσδεσης με το δολάριο επαναλήφθηκε τον Φεβρουάριο 1973 οπότε ο τιμάριθμος αυξήθηκε και πάλι. Όταν τον Οκτώβριο 1973, με τη νέα μεγάλη πετρελαϊκή κρίση, αποφάσισε να ανατιμήσει τη δραχμή, ήταν ήδη αργά. Ο πληθωρισμός πήγε, εκείνον τον Δεκέμβριο, στο 30% και η αισχροκέρδεια εγκαταστάθηκε στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Το 1974 η αποσύνθεση της οικονομίας συνεχίστηκε και η αγωνία των πολιτών μεγάλωσε. Η ανόητη και αμετανόητη ομάδα βασανιστών του Ιωαννίδη αντιμετώπισε την αμφισβήτηση με ακόμη μεγαλύτερη τρομοκράτηση και καταπίεση των ανησυχούντων πλέον πολιτών.

Μετά την κρίση στην Οικονομία και την βαρύτερη καταπίεση των Ελευθεριών, έλειπε μόνον μια πράξη Προδοσίας.