Ο πιο απλός τρόπος για να μετρήσουμε την ακρίβεια είναι να δούμε πόσο έκανε ένα προϊόν πριν κάποιο καιρό και που έφτασε να πωλείται σήμερα. Η στατιστική μας βοηθά με τους ειδικούς δείκτες που κατασκευάζει με βάση κάποιο συγκεκριμένο έτος. Σας δίνω μερικά παραδείγματα, ξεκινώντας από το έτος 2020. Από τότε λοιπόν και μέχρι σήμερα τα ζυμαρικά αυξήθηκαν κατά 15% άρα είναι ακριβότερα κατά το ίδιο αυτό ποσοστό. Το δημητριακά και το ψωμί κατά 26% όπως και οι πίτσες και πίτες. Οι πατάτες πήραν 45,3% αλλά τα τσιπς «μόλις» 21%. Το αρνί όμως ακρίβυνε κατά 43% και τα τυριά περίπου το ίδιο. Το ελαιόλαδο κατά 54% και η ζάχαρη έκανε ρεκόρ κατά 61%. Μόνον ο καπνός και τα τσιγάρα έμειναν στις ίδιες τιμές!
Οι αυξήσεις δείχνουν τις επιπτώσεις του πληθωρισμού σε κάθε ξεχωριστό προϊόν. Ο συνολικός γενικός πληθωρισμός εξαρτάται όμως από την ποσότητα κάθε ενός προϊόντος στο σύνολο των προϊόντων που χρησιμοποιούμε. Προφανώς, το καλάθι καθενός δεν είναι το ίδιο για τον καθένα μας. Έχουμε τα γούστα μας και τις αδυναμίες μας. Πάρτε για παράδειγμα τη χθεσινή συνομιλία του αρμόδιου υπουργού Ανάπτυξης Κώστα Σκρέκα με γνωστό δημοσιογράφο, που έχει αδυναμία στα καλά κεράσια.
Με την υπομονή που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους των πεδιάδων ο υπουργός εξηγεί ότι τα κεράσια «τσίμπησαν» επειδή μεγάλο μέρος της φετινής παραγωγής καταστράφηκε από τις ιδιοτροπίες του καιρού όταν μάλιστα τα δέντρα είχαν δέσει τους καρπούς τους. Καταστροφή ίσον μειωμένη παραγωγή, τη στιγμή που πολλοί ζητούσαν περισσότερα κεράσια, άρα αύξηση της τιμής τους, συνέχισε με ηρεμία ο Σκρέκας για να τον κόψει ο καλός συνάδελφος λέγοντας: «Αυτό πάντως είναι κερδοσκοπία». Έλα όμως που δεν είναι.
Η παρεξήγηση είναι εύκολη. Τι ξοδεύει ο παραγωγός για μια παραγωγή χιλίων, ας πούμε, τόνων. Ένα «άλφα» ποσό. Άρα το κόστος ανά κιλό είναι «βήτα». Σε αυτή την τιμή πρέπει να πωληθούν όσα κεράσια γλίτωσαν από το χαλάζι, λέει ο καλός συνάδελφος και «όχι επειδή ο κόσμος θέλει κεράσια να ανεβάσει ο παραγωγός την τιμή τους». Με άλλα λόγια, θα έπρεπε να ορίζουμε μια «κρατική» τιμή στο χωράφι, μια δεύτερη «κρατική» τιμή στον χονδρέμπορα, μια τρίτη «κρατική» τιμή στη λαϊκή και τα σούπερ μάρκετ.
Δεν ξέρω πόσο θα κόστιζε αυτός ο κρατικός έλεγχος, μπορώ όμως να διαβεβαιώσω τον αγαπητό συνάδελφο ότι θα έβαζε «μέσον» τον υπουργό για να απολαύσει την αγαπημένη του ποικιλία αφού μόνον η νομενκλατούρα, όσοι έχουν άκρες στη μαύρη αγορά και οι «ξένοι τουρίστες» θα απολάμβαναν κεράσια εφέτος. Η αγορά κάνει όλη αυτή τη δουλειά ευκολότερα και πολύ φθηνότερα και, επιπλέον, δίνει μια ευκαιρία σε όλους να δοκιμάσουν και φέτος ωραία τραγανά κεράσια Εδέσσης.
Το μπέρδεμα μεταξύ ακρίβειας και πληθωρισμού είναι συνηθισμένη κατάσταση. Η υπόθεση μπλέκει όταν ο πληθωρισμός για όλα τα καταναλωτικά αγαθά μαζί, τρέχει με ρυθμό χαμηλότερο από 2% ενώ στα τρόφιμα έχει κολλήσει σε ταχύτητες πάνω από 12%. Αλλά αυτό δεν είναι «ακρίβεια Μητσοτάκη» που έλεγε και ο εκδρομέας του east coast και σίγουρα οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης φταίνε λιγότερο από τον Πούτιν που στέλνει ρουκέτες και απειλές εναντίον της νέας συγκομιδής δημητριακών.
Κι επειδή γνωρίζω αρκετούς που «λατρεύουν Πούτιν», ας σκεφτούν ότι επειδή ζούνε μαζί μας, σε μια χώρα που συμμετέχει στην «πλούσια» πλευρά της καπιταλιστικής αγοράς, θα συνεχίσουν, αν το επιθυμούν, να καταναλώνουν τα δυστυχώς και φέτος ακριβά δημητριακά και τα κρέατα που τρέφονται με αυτά, όταν εκατοντάδες εκατομμύρια φτωχών πληθυσμών στην Αφρική και αλλού θα πεινούν για το ψωμί και τα παράγωγά του.
Εκτός αν πιστεύουν ότι πρέπει να ζητήσουμε από τον Πούτιν να ορίσει μια «κρατική» τιμή για τα δημητριακά που θα καταφέρνουν να σαλπάρουν από τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας.