Ο πολιτικός θόρυβος μόνον αφορμή έχει την τραγωδία των Τεμπών. Κάτω από την καθημερινή βαβούρα, οι αντιπολιτεύσεις επιδιώκουν, να εκθέσουν την κυβέρνηση. Να την αδυνατίσουν, να της αλλάξουν τον ρυθμό, να την μπερδέψουν. Αναμενόμενο.
Είναι όμως η Δικαιοσύνη και μόνον, που θα διαλευκάνει όσα συνέβησαν. Είναι η δικαστική διαδικασία, στα πολλαπλά στάδιά της, που θα αναδείξει τις ευθύνες όσων έπρεπε να κάνουν κάτι ώστε να μην έχει συμβεί το δυστύχημα. Είναι οι δικαστές που θα δώσουν τις ποινές που οφείλονται σε όσους έστειλαν στο θάνατο ένα τόσο μεγάλο πλήθος ανθρώπων.
Είναι πλέον απολύτως σαφές ότι από όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις το «αίτημα» είναι να προκύψουν συμπεράσματα, ωφέλιμα για τις ίδιες τις πολιτικές δυνάμεις που βιάζονται, το συντομότερο δυνατόν. Διαπιστώνουν ότι η κυβέρνηση υποφέρει πολιτικά και δεν πείθει τους πάρα πολλούς πολίτες πως έκανε όσα έπρεπε να έχει κάνει και βιάζονται να κερδίσουν «πόντους» τώρα που γυρίζει…
Ένα θέμα είναι οι ευθύνες για όσα έπρεπε να έχουν γίνει ώστε τα τρένα να κινούνται με υψηλό πλέγμα ασφαλείας.
Είναι άλλο θέμα αν οι ευθύνες οι κυβερνητικές εκτείνονται στην απαράδεκτη σιδηροδρομική λειτουργία. Ήταν ικανοί οι σταθμάρχες; Υπήρχαν αρκετοί έμπειροι στη βάρδια: Ειδικά εκεί όπου τα αυτοματοποιημένα συστήματα που ήσαν εγκατεστημένα δεν εξασφάλιζαν επαρκές πλέγμα ασφαλείας; Διαφορετικό θέμα είναι αν έγιναν όσα έπρεπε την ώρα του δυστυχήματος.
Εντελώς άλλο θέμα αν υπήρχε επικίνδυνο φορτίο (και το μέγεθος αυτού), με αποτέλεσμα να χαθούν ζωές που αλλιώς δε θα είχαν χαθεί.
Και, τελικά, αλλά χωρίς αυτό να έχει κάποια σχέση με τις ευθύνες για το δυστύχημα και τους θανάτους που προκάλεσε, είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα η περίφημη συγκάλυψη για το φορτίο που εκτιμάται ή και εικάζεται πως ήταν φορτωμένο στην εμπορευματική αμαξοστοιχία.
Το τελευταίο αυτό δεν αλλάζει τίποτε στο δυστύχημα.
Η συγκάλυψη, αν έχει συμβεί, της ύπαρξης επικίνδυνων υλικών, δεν θα αναστήσει κανέναν, δεν θα μειώσει τις ευθύνες όσων έχουν και όποιες έχουν, για το ίδιο το δυστύχημα.
Επομένως, η πολιτική πρωτοβουλία του Νίκου Ανδρουλάκη/ΠΑΣΟΚ να εξετάσει η Βουλή, ξεχωριστά και ειδικά, τις ευθύνες του υφυπουργού Τριαντόπουλου που βρέθηκε επί του πεδίου κατά τις πρώτες στιγμές μετά το δυστύχημα, αποσυνδεδεμένη όπως είναι από την πορεία της δικαστικής αποκάλυψης επιδιώκει αποκλειστικά στην καλλιέργεια πολιτικής έντασης.
Καμία σχέση με την απόδοση της Δικαιοσύνης.
Προφανώς, αυτό το αντιλαμβάνονται άριστα και στο ΠΑΣΟΚ.
Καμώνεται όμως ότι δεν κατανοεί πως όλα αυτά κάνουν δυσκολότερη τη δουλειά της Δικαιοσύνης. Αν ο κ. Ανδρουλάκης πετύχει τον στόχο του, είναι προφανές ότι ακόμη λιγότεροι θα εμπιστευθούν όσα τελικά στην ώρα της συμπεράνει και αποφασίσει η Δικαιοσύνη.
Θα ήταν καλύτερο, ευθύ και γενναίο να ρίξει το βέλος του απευθείας στον στόχο. Να αμφισβητήσει τη νομιμοποίηση της κυβέρνησης. Τελικά, μέχρι και αυτό, μόνος του θα χρειαστεί να το κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Προφανώς, θέτοντας στη Βουλή, ευθύς μετά την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ζήτημα εμπιστοσύνης της Βουλής προς την κυβέρνησή του.