Μερικές φορές, τα πράγματα στη ζωή μας αλλάζουν πολύ εύκολα και γρήγορα. Ενώ το 2020, λόγω της πανδημίας, συζητούσαμε για τη μειωμένη ζήτηση για ηλεκτρικό ρεύμα, τους τελευταίους μήνες, και ακόμα περισσότερο, τις τελευταίες μέρες, η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια έχει ανέβει αισθητά, μετά την επιστροφή της ευρωπαϊκής οικονομίας σε κανονικούς ρυθμούς λειτουργίας και, για διάφορους λόγους, το ισοζύγιο προσφοράς – ζήτησης έχει διαταραχθεί. Η ζήτηση είναι μεγαλύτερη από την προσφορά, με αποτέλεσμα τη σχεδόν συνεχή άνοδο της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, καθώς οι ευρωπαϊκές εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στη ζήτηση. Οι καταναλωτές αρχίζουν και νοιώθουν το βάρος των αυξήσεων και οι επιχειρήσεις ανησυχούν για την αύξηση του κόστους παραγωγής και τις πιθανές διαταραχές στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος.
Για την αύξηση της ζήτησης ευθύνονται κυρίως το πολύ ζεστό καλοκαίρι, καθώς οι Ευρωπαίοι πολίτες προσπαθούσαν να δροσιστούν, και η ισχυρή ανάκαμψη της βιομηχανικής δραστηριότητας. Οι παράγοντες που συνέβαλαν στη μειωμένη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι αρκετοί. Η μειωμένη απόδοση των ανεμογεννητριών, λόγω των πιο αδύναμων απ? ότι συνήθως καλοκαιρινών ανέμων σε πολλές περιοχές της ηπείρου. Η επιταχυνόμενη απόσυρση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιθάνθρακα και λιγνίτη, λόγω της μεγάλης αύξησης του κόστους λειτουργίας που προκάλεσε η σημαντική άνοδος της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων (κυρίως διοξειδίου του άνθρακα). Το χαμηλότερο του συνήθους υδροηλεκτρικό δυναμικό στις Σκανδιναβικές χώρες.
Αν προσθέσουμε σε αυτά και τη μειωμένη συμμετοχή των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (εδώ δε μιλάμε για συγκυριακό φαινόμενο), δεν προκαλεί απορία η σημαντική αύξηση των αναγκών για φυσικό αέριο, αφού ήταν η μόνη διαθέσιμη εναλλακτική λύση για την αύξηση της παραγωγής έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί η αυξημένη ζήτηση. Το αποτέλεσμα είναι η εκτόξευση της τιμής του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται στην Ευρώπη, αφού τα αποθέματα είναι χαμηλά για την εποχή και η ροή αερίου από τους ρωσικούς αγωγούς δεν είναι αρκετή για να ικανοποιήσει τη ζήτηση.
Η αυξημένη τιμή του φυσικού αερίου μεγαλώνει κατά πολύ το κόστος παραγωγής του ηλεκτρικού ρεύματος χειροτερεύοντας ακόμα πιο πολύ την κατάσταση. Οι ανησυχίες για την συνέχεια είναι πολύ έντονες, και όπως είπε χαρακτηριστικά σημαντικός παράγων της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, «θα πρέπει να ευχόμαστε να μην έχουμε πολύ κρύο χειμώνα» γιατί τότε μπορεί να παρουσιαστεί ουσιαστική αδυναμία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και να χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε διακοπές ρεύματος, τη χειρότερη δυνατή στιγμή.
Μέσα σε αυτή την ομολογουμένως βαριά ατμόσφαιρα, κάποιοι υποστηρίζουν πως η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα των πολιτικών αποφάσεων που έχουν ληφθεί στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, στα πλαίσια της προσπάθειας απαλλαγής από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής. Δέκα χρόνια μετά την απόφαση της Γερμανίας να βγάλει από τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας τα νέα πυρηνικά εργοστάσια, φαίνεται ξαφνικά η έλλειψή τους. Την ίδια στιγμή, γίνεται αισθητή και η έλλειψη των θερμοηλεκτρικών εργοστασίων παραγωγής ρεύματος με πρώτη ύλη τον άνθρακα.
Η ένσταση εδώ έχει να κάνει με την επίσπευση της απόσυρσης αυτών των σταθμών, μετά τις αλλαγές στο σύστημα διαπραγμάτευσης των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, που είχαν ως αποτέλεσμα τον υπερτριπλασιασμό της τιμής των δικαιωμάτων και την τεράστια οικονομική επιβάρυνση της λειτουργίας αυτών των εργοστασίων. Ακούγεται λογικό το επιχείρημα όσων υποστηρίζουν πως η Ευρώπη βιάστηκε, καθώς δεν είναι ακόμα έτοιμη να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις στην αγορά ενέργειας χωρίς τις πυρηνικές και τις «ανθρακικές» εφεδρείες, αλλά μία εκτενής τέτοια συζήτηση δεν είναι ο σημερινός σκοπός μας.
Αυτό που μας απασχολεί, και μας ενοχλεί, είναι πως από αυτή τη δύσκολη κατάσταση που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η Ευρώπη και την κατακόρυφη αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, ευνοούνται και ισχυροποιούνται χώρες εξόχως αντιδημοκρατικές, με ηγέτες που πολλές φορές τείνουν προς τον πλήρη απολυταρχισμό και την τυραννία και βάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα σε δεύτερη μοίρα. Οι μεγαλύτερες ποσότητες του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται στην Ευρώπη έρχονται από τους ρωσικούς αγωγούς, ενώ αρκετό έρχεται και από το Αζερμπαϊτζάν. Είναι γνωστή η σταδιακή απομάκρυνση του Ρωσικού πολιτικού συστήματος από το δημοκρατικό πείραμα που είχε ξεκινήσει πριν περίπου τριάντα χρόνια και η επιστροφή στο προαιώνιο μοντέλο του ισόβιου ηγέτη, ενώ στο Αζερμπαϊτζάν το καθεστώς είναι σχεδόν πλήρως οικογενειακό και η αντιπολίτευση μάλλον φιμωμένη.
Πέρα από αυτά, και άλλες μεγάλες δυνάμεις στην αγορά του φυσικού αερίου, όπως το Τουρκμενιστάν και το Κατάρ, έχουν πολύ μακρινές σχέσεις με τη δημοκρατία και την ελευθερία της έκφρασης. Εκτός από τους προαναφερθέντες, έμμεσα έχουν ωφεληθεί και οι κύριοι οργανωτές του γνωστού πετρελαϊκού καρτέλ, του OPEC, και ειδικότερα οι χώρες του Περσικού Κόλπου. Ωφελούνται από το ευρωπαϊκό – και εν μέρει αμερικανικό – κυνηγητό εναντίον της εξόρυξης υδρογονανθράκων, που έχει αφήσει ελεύθερο το πεδίο στο καρτέλ να καθορίζει το επίπεδο της παραγωγής πετρελαίου με τρόπο που να αυξάνει τα κρατικά έσοδα της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράν, των Η.Α.Ε. κ.λ.π. και βέβαια της Ρωσίας μέσω του OPEC +. Δε χρειάζεται να πούμε πολλά πράγματα για το πόσο απέχουν τα καθεστώτα των χωρών του Κόλπου από τα δυτικά πρότυπα.
Αν η ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης στην αγορά ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου δεν υποχωρήσει σύντομα, οδηγώντας τις τιμές σε χαμηλότερα και πιο ανεκτά για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις επίπεδα, υπάρχει σημαντική πιθανότητα να αλλάξει η στάση των Ευρωπαίων πολιτών απέναντι στη μεγάλη στροφή προς τη «πράσινη» ενέργεια και την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα.
Είναι άλλο πράγμα να γνωρίζεις πως με τους φόρους σου ή πληρώνοντας λίγο ακριβότερα το ηλεκτρικό ρεύμα βοηθάς τον πλανήτη να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή και άλλο να νοιώθεις πως σου κοστίζει πολύ ακριβά και δυσκολεύει εμφανώς τη ζωή σου. Αν μάλιστα αρχίζεις να πιστεύεις πως τα παραπάνω χρήματα που πληρώνεις καταλήγουν στα κρατικά θησαυροφυλάκια χωρών με πολιτικά συστήματα απωθητικά για σένα, το πράγμα γίνεται ακόμα πιο ενοχλητικό.
Δεν είναι καθόλου εύκολο να προβλέψουμε το πόσο θα κρατήσει η ενεργειακή αναταραχή στην Ευρώπη. Είναι φανερό πως οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να ενισχύσουν τους πολίτες τους που πλήττονται από τις μεγάλες αυξήσεις τιμών, είτε χρησιμοποιώντας τα έσοδα από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων είτε χρήματα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Αν όμως η αναταραχή δεν υποχωρήσει σύντομα, η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ίσως θα πρέπει να σκεφθεί σοβαρά κάποιες αλλαγές στα σχέδια απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Ένα μικρό στραβοπάτημα στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής είναι μάλλον προτιμότερο από την έλλειψη υποστήριξης από τους πολίτες.