Ούτε χθες μπόρεσαν οι αγορές να επανακτήσουν κρίσιμα τεχνικά επίπεδα, ενώ η αμφισβήτηση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ όσον αφορά την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων, επικαλούμενος μάλιστα δορυφορικές εικόνες, αλλά και οι δηλώσεις του Αμερικανού Προέδρου περί της παραμονής της πιθανότητας για μια ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αποθάρρυναν ακόμα περισσότερο τους επενδυτές.
Ακόμα και οι καλύτερες λιανικές πωλήσεις και η βιομηχανική παραγωγή στις ΗΠΑ που φαίνεται να ξεπερνά σταδιακά τα προβλήματα από τις ελλείψεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες δεν μπόρεσαν να δώσουν κάποια ιδιαίτερη δυναμική στην αγορά, καθώς οι επενδυτές ούτως ή άλλως είχαν στραμμένη την προσοχή τους από την αρχή της συνεδρίασης στα πρακτικά της Fed από την τελευταία συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC). Βλέπετε, το κυρίαρχο πλέον ερώτημα πάνω από τη Wall Street είναι ο ρυθμός αύξησης των επιτοκίων.
Και δικαίως μιας και σύμφωνα με τα πρακτικά της πρόσφατης συνεδρίασης της Fed, οι αξιωματούχοι της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ συμφώνησαν ότι αν συνεχίσει ο πληθωρισμός την ανοδική του πορεία και η αγορά εργασίας παραμείνει ισχυρή, τότε θα πρέπει να προχωρήσουν σε αυστηρότερη νομισματική πολιτική, ήτοι θα πρέπει να αυξήσουν τα επιτόκια με «ταχύτερο ρυθμό» από ό,τι κατά τον τελευταίο κύκλο σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της Fed το 2015 και να προχωρήσουν σε μια σημαντική μείωση του ισολογισμού της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ. Οι όποιες αποφάσεις φυσικά θα εξαρτώνται κάθε φορά από την εξέλιξη των δεδομένων.
Για μια επιθετικότερη αύξηση των επιτοκίων είχαν αρχίσει εδώ και εβδομάδες να μας προειδοποιούν οι χρηματοοικονομικοί Οίκοι ο ένας μετά τον άλλον.
H Goldman Sachs είναι η προσθήκη των τελευταίων ημερών, καθώς σε πρόσφατο report της έκανε στροφή 180 μοιρών υιοθετώντας πλέον την εκτίμηση ότι η Fed προκειμένου να συγκρατήσει τον υψηλότερο από το αναμενόμενο πληθωρισμό στις ΗΠΑ θα αυξήσει τα επιτόκια επτά φορές φέτος και όχι πέντε.
Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις της τράπεζας, η Fed σε κάθε μία από τις υπόλοιπες συνεδριάσεις της θα αυξάνει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης αν και δεν αποκλείεται η συνεδρίαση του Μαρτίου να ξεκινήσει με μια πιο επιθετική αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης.
Στην ουσία η Goldman αποφάσισε να ευθυγραμμιστεί με τις εκτιμήσεις της ίδιας της αγοράς, καθώς τα swaps που συνδέονται με τις ημερομηνίες συνεδριάσεων της Fed αποκαλύπτουν ότι η αγορά αναμένει το βασικό επιτόκιο της Fed να διαμορφωθεί σε 1,85%.
Στο ίδιο κλίμα και οι οικονομολόγοι της Deutsche Bank αναθεώρησαν τις προσδοκίες τους για αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάρτιο τονίζοντας ωστόσο ότι ένας πιο επιθετικός ρυθμός αύξησης των επιτοκίων θα μπορούσε να απειλήσει την παγκόσμια ανάκαμψη.
Βαραίνουν οι προβλέψεις και για την Ευρώπη
Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού τα στοιχεία για τον πληθωρισμό αποθάρρυναν επίσης τους επενδυτές, καθώς επιμένει περισσότερο από ό,τι είχε προβλέψει αρχικά η ΕΚΤ και σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις δεν φαίνεται να αποκλιμακωθεί ούτε βραχυπρόθεσμα ούτε μεσοπρόθεσμα.
Οι υψηλές πληθωριστικές πτήσεις τροφοδούνται τόσο από τις τιμές ενέργειας όσο και από τις συνθήκες στην αγορά εργασίας, με πολλές επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν σημαντικές ελλείψεις προσωπικού με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή και να ικανοποιήσουν τη ζήτηση.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν, μετά τις ΗΠΑ, έφτασε και η ώρα της Ευρώπης για αύξηση των μισθών, ενώ οι τιμές της ενέργειας δεν φαίνεται να αποκλιμακώνονται άμεσα, πόσο μάλλον μετά την παραδοχή του OPEC ότι η έλλειψη επενδύσεων στον εφοδιασμό πετρελαίου τα τελευταία χρόνια περιορίζει την ικανότητα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών να ενισχύσουν σημαντικά την παραγωγή τους και εκ των πραγμάτων η αγορά πετρελαίου δεν έχει να παρουσιάσει κάποια άμεση λύση ως φθηνή εφεδρεία απέναντι στις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου.
Μάλιστα σε συνέντευξή της Isabel Schnabel - μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ - στους FT «άναψε φωτιές» συμπεριλαμβάνοντας το ύψος των ενεργειακών τιμών στους παράγοντες που θα διατηρήσουν υψηλά τον πληθωρισμό και ενστερνιζόμενη την άποψη ότι η ΕΚΤ θα πρέπει εκ των πραγμάτων να αναθεωρήσει τις προβλέψεις τόσο για τον πληθωρισμό όσο και για τη στρατηγική της.
Σύμφωνα με τη Schnabel θα πρέπει να ενσωματωθεί στη μέτρηση του πληθωρισμού και το κόστος στέγασης, ενώ η ΕΚΤ θα πρέπει να εγκαταλείψει γρηγορότερα τη χαλαρή πολιτική, προσέχοντας όμως να αποφύγει τον κίνδυνο τόσο μιας πρόωρης αντίδρασης όσο και μιας καθυστερημένης δράσης.
Η άποψη της στήλης είναι ότι οι αγορές δεν ανησυχούν για αυτή καθαυτή την αύξηση των επιτοκίων όσο για τον ρυθμό της. Βλέπετε, το πρόβλημα με την αύξηση των επιτοκίων είναι οι πιο αδύναμοι κρίκοι της οικονομίας. Τα χρέη των χωρών έχουν φτάσει στο 355% του παγκόσμιου ΑΕΠ, καθιστώντας αρκετά ευάλωτες και τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ακόμη και σε μικρές αυξήσεις του κόστους δανεισμού.
Από την άλλη, τα ιστορικά παραδείγματα που οι Κεντρικές Τράπεζες κατάφεραν να δαμάσουν τον πληθωρισμό αποφεύγοντας την ύφεση δεν είναι πολλά. Η τελευταία φορά που ο πληθωρισμός στην Αμερική υποχώρησε από επίπεδα υψηλότερα του 5% χωρίς να προκληθεί ύφεση, ήταν πριν από 70 χρόνια.
Αυτό που αναγνωρίζουν λοιπόν οι αγορές και δεν μπορούν να επανακτήσουν το ανοδικό τους momentum είναι ότι η εύρεση του κατάλληλου ρυθμού αύξησης των επιτοκίων είναι πραγματικά μια πολύ δύσκολη άσκηση.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.